Ένας τεράστιος μετεωρίτης, που ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά το 2014, προκάλεσε ένα τσουνάμι μεγαλύτερο από οποιοδήποτε άλλο γνωστό στην ανθρώπινη ιστορία και έβρασε τους ωκεανούς, σύμφωνα με νέα επιστημονική έρευνα. Ο μετεωρίτης S2, ο οποίος ήταν 200 φορές μεγαλύτερος από αυτόν που εξάλειψε τους δεινόσαυρους, έπεσε στη Γη πριν από τρία δισεκατομμύρια χρόνια, όταν ο πλανήτης μας ήταν ακόμα στα πρώτα του στάδια.
Οι επιστήμονες, υπό την καθοδήγηση της καθηγήτριας Nadja Drabon από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, ταξίδεψαν στην τοποθεσία της σύγκρουσης στην Ανατολική Ζώνη Barberton Greenbelt της Νότιας Αφρικής. Ομάδα ερευνητών, οπλισμένη με σφυριά,ανέσυρε κομμάτια πετρωμάτων για ανάλυση, επιδιώκοντας να κατανοήσει τον αντίκτυπο της σύγκρουσης.
Ο S2, έχοντας διάμετρο 40-60 χιλιομέτρων, όταν προσέκρουσε στη Γη, δημιούργησε έναν κρατήρα 500 χιλιομέτρων και εξαπέλυσε λιωμένα σωματίδια βράχων που σχημάτισαν ένα νέφος που κάλυψε ολόκληρο τον πλανήτη. Η τεράστια ενέργεια από τη σύγκρουση προκάλεσε τσουνάμι που έσκισε τον πυθμένα της θάλασσας και πλημμύρισε τις ακτές, ενώ η θερμότητα εξαέρωσε τεράστιες ποσότητες νερού από τους ωκεανούς και αύξησε τη θερμοκρασία του αέρα κατά 100°C. Η ατμόσφαιρα καλύφθηκε από σκόνη και σωματίδια, μπλοκάροντας το φως του ήλιου και καταστρέφοντας απλές μορφές ζωής που βασίζονταν στη φωτοσύνθεση.
Ωστόσο, η έρευνα της ομάδας αποκάλυψε κάτι απρόσμενο: η σύγκρουση, αν και καταστροφική,έδωσε ώθηση στη ζωή. Η βία της σύγκρουσης διέλυσε θρεπτικά συστατικά όπως ο φώσφορος και ο σίδηρος, τα οποία τροφοδότησαν τους απλούς οργανισμούς. Η ζωή όχι μόνο ήταν ανθεκτική, αλλά και αναγεννήθηκε γρήγορα, αναπτύσσοντας ευνοϊκές συνθήκες που επέτρεψαν στους μικροοργανισμούς να ευδοκιμήσουν.
Αυτά τα ευρήματα υποστηρίζουν την αυξανόμενη πεποίθηση ότι οι μεγάλες προσκρούσεις μετεωριτών στην πρώιμη Γη, παρά την καταστροφικότητά τους, συνέβαλαν στην ανάπτυξη της ζωής, προσφέροντας τα απαραίτητα συστατικά για την επιβίωση και την άνθησή της. Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό PNAS.