Friday, November 22, 2024
Home » Πώς οι μεταλλάξεις Ερντογάν επηρεάζουν το Κυπριακό

Πώς οι μεταλλάξεις Ερντογάν επηρεάζουν το Κυπριακό

0 comments

Η πιο εύκολη απάντηση που συνήθως δίνεται στο ερώτημα «ποιο είναι το κυρίαρχο στοιχείο που χαρακτηρίζει την πολιτική Ερντογάν» είναι η ιδεολογία του. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η εργαλειοποίηση της θρησκείας για πολιτικούς στόχους. Η απάντηση αυτή δεν είναι ολοκληρωμένη, μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις είναι επιφανειακή. Αν υπάρχει κάτι διδακτικό στην βιωμένη εμπειρία της εικοσαετούς διακυβέρνησης του Ερντογάν, είναι ο πραγματισμός του που φτάνει πολλές φορές στα όρια του κυνισμού. Ο κυνικός πραγματισμός λοιπόν είναι το στοιχείο που ολοκληρώνει την απάντηση, δίπλα από την ιδεολογία, για την κατανόηση των μεθόδων και του περιεχομένου πολιτικής του Ερντογάν. Το επίκεντρο του πραγματισμού αυτού δεν είναι τίποτε άλλο από την αναπαραγωγή της εξουσίας.

Για τον Ερντογάν η πολιτική διαδικασία έχει νόημα, μπορεί να υπάρχει μόνο εάν ταυτίζεται με το ζήτημα της εξουσίας. Η πολιτική μπορεί και πρέπει να υπηρετεί την εξουσία, να την προστατεύει και να συμβάλλει στην επιβίωση της. Οι εκλογές, η κάλπη και η «βούληση του έθνους», φράση που λατρεύει και επαναλαμβάνει στις ομιλίες του, μπορούν να ισχύουν μόνο εάν βοηθούν την δική του εξουσία. Οι ελιγμοί, τα ζιγκ-ζαγκ, οι ξαφνικές υπαναχωρήσεις και αναδιπλώσεις του, η συνεχής δοκιμή των ορίων των αντιπάλων του, είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά που του έδωσαν το επίθετο ενός «απρόβλεπτου ηγέτη». Αλλά στην πραγματικότητα είναι τα πιο σταθερά και συνεπή στοιχεία της δικής του αντίληψης για το τι είναι πολιτική και ποια συμφέροντα θα πρέπει να υπηρετεί. Πρόκειται με λίγα λόγια για ένα πολιτικό ηγέτη που μπορεί να επικρίνει τον Πρόεδρο της Αιγύπτου ως πραξικοπηματία, κάποτε να τον κατηγορήσει και ως δολοφόνο, αλλά ο ίδιος λίγα χρόνια μετά να τον καλωσορίζει με το κρατικό πρωτόκολλο στην Άγκυρα και να τον αποκαλεί «ο αδερφός μου Σίσι».

Εξωτερικές και εσωτερικές πηγές των μανουβρών

Τα τελευταία 15 τουλάχιστον χρόνια το περιφερειακό περιβάλλον της Τουρκίας χαρακτηρίστηκε από την αποσταθεροποίηση και την κρίση που προκάλεσαν πολλαπλές εξελίξεις περιλαμβανομένης της λεγόμενης αραβικής άνοιξης. Τουρκία, Ιράν, Σαουδική Αραβία και Ισραήλ βρέθηκαν σε συνθήκες έντονων ανταγωνισμών – κάποτε υπόγειων, κάποτε φανερών – με στόχο την αύξηση της επιρροής τους. Η Άγκυρα για παράδειγμα δεν έκρυψε ποτέ το στόχο για μετατροπή της σε ηγεμονική δύναμη στην περιοχή. Επιδίωξε για αρκετά χρόνια να δημιουργήσει μάλιστα εστίες επιρροής εντός της Συρίας και της Αιγύπτου, φτάνοντας κάποτε και στο σημείο της διεκδίκησης αλλαγής καθεστώτων με πιο φιλικές προς την ίδια πολιτικές δυνάμεις. Μετά την πραξικοπηματική απόπειρα του 2016 μέχρι και το 2018, η παρεμβατική πολιτική της Τουρκίας κορυφώθηκε με τη χρήση στρατιωτικής ισχύος σε συριακά εδάφη και τη δημιουργία χώρων «τουρκικής επιρροής» σε κάποιες συριακές περιοχές. Σε όλα αυτά θα μπορούσαν να προστεθούν βήματα όπως η επιδίωξη αύξησης της επιρροής της σε Λιβύη, αλλά και ο στρατιωτικός ρόλος που είχε στον πόλεμο του Ναγκόρνο Καραμπαχ.

Η εμφάνιση των διλημμάτων

Η πιο επιθετική περιφερειακή πολιτική άρχισε σταδιακά να κλονίζεται από το 2018 και μετά. Η Τουρκία βίωσε τις αρνητικές επιπτώσεις της συναλλαγματικής κρίσης και την παράλληλη εξέλιξη της βαθιάς αποσταθεροποίησης που προκάλεσε η πανδημία τουλάχιστον μέχρι το 2022. Όπως είναι γνωστό σε αυτή την κρίσιμη περίοδο το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης έχασε μεγάλο μέρος της εκλογικής του δύναμης με αποτέλεσμα την απώλεια κρίσιμων μητροπολιτικών δήμων στις δημοτικές του 2019. Οι έρευνες που ακολούθησαν πιστοποιούσαν την καθοδική τάση ενόψει και των διπλών εκλογών του 2023, ενώ ο δολοφονικός σεισμός του Φεβρουαρίου προκάλεσε σοβαρά ερωτηματικά στην ικανότητα της εκτελεστικής εξουσίας να ανταποκριθεί στις έκτακτες ανάγκες της κοινωνίας. Σε περιφερειακό επίπεδο ήταν πλέον κατανοητό ότι η επιρροή της Τουρκίας είχε μεν αυξηθεί, χωρίς ωστόσο να φτάσει στα διεκδικούμενα από την εξουσία Ερντογάν επίπεδα. Σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα, το γενικότερο κλίμα παρέπεμπε μάλλον σε συνθήκες απομόνωσης.

Ακριβώς ήταν σε αυτό το περιβάλλον, ο Ερντογάν αποφάσισε να προχωρήσει σε μια ακόμα μανούβρα εσωτερικά. Εφάρμοσε μια συγκεκριμένη πολιτική ανάπτυξης στηριγμένης στο υποτιμημένο νόμισμα, την αύξηση των εξαγωγών και την συγκράτηση της εργοδότησης. Κατάφερε συγκυριακά να εμποδίσει την απότομη φτωχοποίηση μεγάλων τμημάτων των μισθωτών και την ίδια στιγμή απευθύνθηκε στις ανησυχίες των επιχειρηματιών με την συνέχιση παραχώρησης φθηνών δανείων. Έστω και με δυσκολία κατάφερε να επικρατήσει στις προεδρικές, να ανανεώσει την θητεία του μέχρι το 2028, αλλά και να συνειδητοποιήσει τα όρια που είχε πλέον εξαντλήσει.

Ως συνέχεια της πιο πάνω τάσης αμέσως μετά τις εκλογές η Άγκυρα αποφάσισε να προχωρήσει σε κάποιες μορφές ομαλοποίησης. Στο εσωτερικό η διαδικασία περιγράφηκε με τις έννοιες της ομαλοποίησης και της χαλάρωσης της πόλωσης – ένα είδος μαλακής προσέγγισης με την αντιπολίτευση. Στο εξωτερικό αυτή η διαδικασία εκφράστηκε στις διπλωματικές κινητοποιήσεις για ομαλοποίηση σχέσεων με Συρία, Αίγυπτο, Ελλάδα, Σαουδική Αραβία, αλλά και με Ισραήλ. Ο πόλεμος εναντίον της Γάζας ήταν αυτός που διέκοψε την τελευταία φάση μεταξύ Άγκυρας και Τελ-Αβιβ.

Από τις μεταλλάξεις στις συγκυρίες

Όπως είναι γνωστό η «επιστροφή» της Τουρκίας στη λύση δύο κρατών επισημοποιήθηκε και δημοσίως μετά την κατάρρευση των συνομιλιών στο Κραν Μοντανα. Από την πρώτη στιγμή και δια στόματος του τότε ΥΠΕΞ, Μεβλουτ Τσιαβουσιογλου, η Άγκυρα ξεκίνησε πιο έντονα να προωθεί την ιδέα ότι το Κυπριακό μπορεί να είναι ανοιχτό ζήτημα προς διευθέτηση, ωστόσο θα έπρεπε να αλλάξει το μοντέλο επίλυσης του εάν επρόκειτο να υπάρχει θετική κατάληξη. Αυτή ήταν και η κορύφωση της μεγάλης ρήξης με τον τουρκοκύπριο πρώην ηγέτη, Μουσταφα Ακιντζή, η οποία ως γνωστό κατέληξε στο πολιτικό πραξικόπημα εναντίον του στις ‘εκλογές’ του 2020. Πλέον ο Ερσιν Τατάρ, ως ο νέος ηγέτης της κοινότητας, θα έπρεπε να προσαρμόσει τον πολιτικό του λόγο στη νέα γεωπολιτική ταυτότητα της «ΤΔΒΚ» που επέβαλλε η Τουρκία. Σε εκείνο το πολωτικό περιβάλλον ήταν που εμφανίστηκε και το δόγμα της «γαλάζιας πατρίδας», δομικό μέρος του οποίου ήταν και η Κύπρος.

Παράλληλα εντατικοποιήθηκαν οι προσπάθειες για νέες υποδομές στα κατεχόμενα, ενδεικτικές των προσανατολισμών για το περιεχόμενο της λύσης που ανέδειξε η Άγκυρα. Σχεδιασμοί για διάνοιξη των Βαρωσίων, φημολογίες για νέες στρατιωτικές βάσεις, λειτουργία του αεροδρομίου για μη επανδρωμένα μαχητικά, αλλά και εντατικοποίηση των σχεδιασμών για ενοποίηση Κύπρου-Τουρκίας στο τομέα του ηλεκτρικού ρεύματος, αποτέλεσαν μερικές από τις σημαντικότερες εξελίξεις στο μετασχηματισμό του χώρου των κατεχόμενων.

Ωστόσο, όπως και τα άλλα ζητήματα της περιφερειακής πολιτικής της Τουρκίας, έτσι και το Κυπριακό δε θα μπορούσε παρά να επηρεαστεί από τις μεταλλάξεις και αναδιπλώσεις Ερντογάν. Η προσπάθεια ομαλοποίησης γενικά στη γειτονιά της Τουρκίας, σταδιακά άνοιξε την προοπτική για μια νέα εξέταση της πιθανότητας συνομιλιών στο Κυπριακό. Υπό μια έννοια το πολιτικό πρόβλημα του νησιού δείχνει για μια ακόμα φορά να «προσαρμόζεται» στις γενικές τάσεις που επιδιώκει να υιοθετήσει η Τουρκία.

Με λίγα λόγια δεν αποτελεί εξαίρεση. Ίσως το εντονότερο στοιχείο που διαφοροποιεί τη σημερινή συγκυρία από προηγούμενες είναι η ξεκάθαρη πλέον αντίληψη της Άγκυρας ότι το Κυπριακό θα πρέπει να διευθετηθεί ως μέρος των ανταγωνισμών στην Ανατολική Μεσόγειο. Μάλιστα θα πρέπει να σημειωθεί ότι εάν υπάρχει ομοφωνία εντός της Τουρκίας σε σχέση με το κυπριακό, αυτή δεν είναι άλλη από την αντίληψη που μοιράζονται όλα τα μεγάλα κόμματα της Εθνοσυνέλευσης για τη διασύνδεση του Κυπριακού με τα θέματα της Ανατολικής Μεσογείου.

Ένα επίσης σημαντικό σημείο που προκύπτει από την προσπάθεια μιας ευρύτερης ομαλοποίησης στο Κυπριακό είναι το πλαίσιο που κατασκευάζει η τουρκική κυβέρνηση για να προωθήσει τη λύση δύο κρατών. Σε διαδοχικές ομιλίες και τοποθετήσεις του Ερντογάν, από τον Ιούλιο του 2024 μέχρι και την πρόσφατη του τοποθέτηση στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, το στοιχείο που ξεχωρίζει είναι η αυθαίρετη ιστορική του αφήγηση. Υπογραμμίζεται ότι το μοντέλο ομοσπονδίας στην Κύπρο, έχει συζητηθεί τα τελευταία 50 χρόνια χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Η συγκεκριμένη αφήγηση αποκόπτεται από τις ευθύνες και τις μεταλλάξεις πρωταγωνιστών, αλλά και από τις πολιτικές συγκυρίες της κάθε περιόδου. Παρουσιάζεται ως «δεδομένο», ως ένα «αυταπόδεικτο» γεγονός, πάνω στο οποίο οικοδομείται η επόμενη επιχειρηματολογία: Εφόσον για 50 χρόνια συζητείται η ομοσπονδιακή λύση χωρίς κατάληξη, σημαίνει ότι έφτασε η ώρα για «νέες ιδέες». Η λύση δύο κρατών παρουσιάζεται ως κάτι «έξω από το κουτί», ως μια καινοτομία ικανή να σπάσει τα αδιέξοδα. Αλλά ακόμα και εντός του συγκεκριμένου ρητορικού σχήματος, η κυβέρνηση της Τουρκίας φροντίζει να υπενθυμίζει ότι η μεγάλη «στροφή» προς το κλείσιμο του Κυπριακού θα πρέπει να τεθεί υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Στο σημείο αυτό εντάσσεται και η επαναλαμβανόμενη πρόταση για μια διευρυμένη διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών με τη συμμετοχή των εγγυητριών δυνάμεων αλλά με περιεχόμενο συζήτησης τις «νέες ιδέες». Η συγκεκριμένη διεκδίκηση δεν πρέπει να ξενίζει. Η Τουρκία ακολουθεί ένα συγκεκριμένο μοτίβο διεθνούς νομιμοποίησης. Οι κινήσεις που σχεδιάζει, είτε πετυχημένες, είτε αποτυχημένες, έχουν ως βασικό ζητούμενο την ελάχιστη έγκριση του διεθνούς περιβάλλοντος. Τουλάχιστον στο σημείο που δε θα της αποδίδονται ευθύνες μη κατάληξης. Αυτό όμως είναι κάτι που εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις παγκόσμιες ισορροπίες και πως αυτές θα αντικατοπτριστούν στους χειρισμούς του ΟΗΕ.

Συμπερασματικά θα μπορούσε να υπογραμμιστεί ότι η προσπάθεια της Άγκυρας για την λεγόμενη ομαλοποίηση σε σχέση με το Κυπριακό, επηρεάζεται από τα χαρακτηριστικά των υπόλοιπων περιφερειακών της δοκιμών. Παρόλο που ο κυνικός πραγματισμός του Ερντογάν όντως οδήγησε σε κάποιες ενέργειες για ομαλοποίηση των σχέσεων της Τουρκίας με χώρες της περιοχής, αυτές οι πρωτοβουλίες παραμένουν εύθραυστες, ενώ η κάθε περίπτωση παρουσιάζει τα δικά της χαρακτηριστικά προβλήματα. Η συνέχιση της διαπραγμάτευσης στο Κυπριακό, τουλάχιστον σε ότι αφορά στα διλήμματα της Άγκυρας, είναι κάτι που θα επηρεαστεί και από τις πολυσύνθετες εξελίξεις στα κατεχόμενα. Το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα θα είναι ενδεικτικό για τον ρόλο του Τουρκοκύπριου ηγέτη και αν μπορεί να ανταποκριθεί στο ευρύτερο κλίμα που επιδιώκει να καλλιεργήσει η Άγκυρα. Δεδομένων των μεγάλων πολιτικών αντιπαραθέσεων και της αστάθειας που καταγράφεται στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα, οι γκρίζες ζώνες θα ξεκαθαριστούν εάν και εφόσον υπάρξει όντως δραματική αλλαγή των πολιτικών ισορροπιών των Τουρκοκυπρίων.

*Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Πηγή: Φilenews

You may also like

Our Page contains news reposts. We are not responsible for any inaccuracy in the content

Copyright © All rights reserved Faros On Air 

Designed and Developed with 🧡 by eAdvertise

This website uses cookies to improve your experience. We'll assume you're ok with this, but you can opt-out if you wish. Accept Read More