Επί τρεις ημέρες πριν την εισβολή η ΚΥΠ έδινε ακριβείς πληροφορίες για την διενέργεια της, αλλά κανείς δεν άκουγε – Περίεργες εκτιμήσεις για διπλωματική επιτυχία της Ελλάδας… με την τουρκική παρουσία στην Κύπρο να αντιμετωπίζεται ως λεπτομέρεια
Του Μανώλη Καλατζή
Στο δεύτερο μέρος της παρουσίασης, του περιεχομένου των αποχαρακτηρισθέντων απορρήτων σημειωμάτων της ελλαδικής ΚΥΠ για την περίοδο Ιουλίου – Αυγούστου 1974, διαπιστώνεται πως μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, μόνο ανόητοι δεν είχαν αντιληφθεί τι θα επακολουθούσε.
Advertisement
Η ΚΥΠ με μεγάλη λεπτομέρεια είχε καταγράψει όλες τις κινήσεις του τουρκικού στρατού και την προετοιμασία για απόβαση στην Κύπρο. Είναι προφανές πως η χούντα του Ιωαννίδη, πέταγε στο καλάθι των αχρήστων αυτά τα δελτία, ή γνώριζε καλύτερα από τη ΚΥΠ για την τουρκική εισβολή και δεν έκανε απολύτως τίποτα για να την εμποδίσει.
Μετά την εισβολή της 20ης Ιουλίου η ΚΥΠ προβαίνει σε εκτιμήσεις οι οποίες προκαλούν εύλογα ερωτηματικά για την κρίση των πρακτόρων της. Βλέπουν ως μοναδικό θετικό στοιχείο για την Τουρκία την παρουσία των στρατευμάτων της στην Κύπρο ενώ όλα τα υπόλοιπα καταγράφονται ως «ευεργετικά»!
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ το πρώτο μέρος:Η ΚΥΠ κατέγραφε βήμα-βήμα την πορεία στην τραγωδία του ‘74
Ο Σαμψών «πρόεδρος», οι Τούρκοι έρχονται
Στο δελτίο της 18ης Ιουλίου 1974 η ΚΥΠ ασχολείται κυρίως με την εσωτερική κατάσταση που δημιούργησε το πραξικόπημα, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν το αναφέρει ως πραξικόπημα. Μάλιστα, μετά την βίαιη κατάληψη της εξουσίας από τον Νίκο Σαμψών, οι υποστηρικτές του νόμιμου Προέδρου, Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, αναφέρονται ως «παρακρατικοί», οι οποίοι παραδίδονταν μαζικά στις στρατιωτικές αρχές μαζί με τον οπλισμό τους καθώς η αντίσταση δεν είχε πλέον νόημα.
Ξεκαθαρίστηκε επίσης πως, όσα διέδιδε το καθεστώς των Αθηνών και η Εθνική Φρουρά περί δολοφονίας του Μακαρίου, δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα και ο Μακάριος είχε αναχωρήσει από την Κύπρο μέσω των Βρετανικών Βάσεων.
Η ΚΥΠ ενημερώνει για το ποια είναι τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου της πραξικοπηματικής κυβέρνησης σημειώνοντας πως ο ένας είναι φίλος των Αμερικάνων, ο άλλος σφόδρα αντικομμουνιστής και κάποιος τρίτος, εθνικόφρονας.
Έρχεται εισβολή
Στα σημειώματα της ΚΥΠ της 17ης, 18ης και 19ης Ιουλίου 1974 γίνονται συνεχείς και λεπτομερείς αναφορές στην προετοιμασία του τουρκικού στρατού για επέμβαση στην Κύπρο
Στις 17 Ιουλίου αναφέρεται πως η 39η Μεραρχία Πεζικού της Τουρκίας, συμπλήρωσε την ετοιμότητα της για αποβατική δράση, καθώς αυτή είναι η κύρια αποστολή της συγκεκριμένης Μονάδας. Όλα, σύμφωνα με τη ΚΥΠ δείχνουν πως περιμένουν εντολές αν και δεν έχει παρατηρηθεί κίνηση αποβατικών σκαφών.
Στις 18 Ιουλίου η ΚΥΠ ενημερώνει πως οι Τούρκοι λειτουργούν επίγειο σταθμό επικοινωνιών στο κάστρο Αγίου Ιλαρίωνα, ο οποίος έχει ως αποστολή την καθοδήγηση της τουρκικής αεροπορίας για ρίψη αλεξιπτωτιστών και εφοδίων σε καιρό πολέμου, ενώ δίνει καθοδήγηση για στόχους που έχουν επιλεγεί να χτυπηθούν από αέρος.
Η τουρκική εφημερίδα «Γκιουναϊντίν» έγραφε πως οι Αμερικανοί και οι Βρετανοί εμποδίζουν την Τουρκία να επέμβει, θέλοντας να την πείσουν πως η κατάσταση στην Κύπρο αποτελεί εσωτερική υπόθεση. Μάλιστα στις 17 Ιουλίου ο τίτλος της εφημερίδας ήταν: «Η Τουρκία ζημιώνεται από τους φίλους και όχι από τους εχθρούς της».
Πάντως η ΚΥΠ επιμένει πως η Τουρκία έχει σχεδιάσει την επέμβαση και όλα δείχνουν ότι η 39η Μεραρχία Πεζικού είναι έτοιμη, έχοντας το απαραίτητο προσωπικό, άρματα, πυρομαχικά και καύσιμα.
Στις 19 Ιουλίου, παραμονή της εισβολής, η ΚΥΠ αναφέρει πως ο Τουρκοκύπριος στρατιωτικός Διοικητής Λάρνακας, έχει δώσει οδηγίες να ενισχυθούν όλοι οι λόχοι με έφεδρους, να οργανωθεί δύναμη κρούσης από Τουρκοκύπριους κομάντος, οι διοικήσεις των μονάδων να φύγουν από τα στρατόπεδα και να πάνε σε ασφαλείς περιοχές και να κατασκευαστούν παρατηρητήρια.
Επίσης, οι Τουρκοκύπριοι της Λεμεσού, κατασκευάζουν ορύγματα και φυλάκια και έχουν αποκόψει κάθε πρόσβαση στον τουρκοκυπριακό τομέα, με βαρέλια και φορτηγά.
Καταγράφεται ακόμα από τη ΚΥΠ ότι όσοι Τουρκοκύπριοι διέμεναν στον ελληνοκυπριακό τομέα της Λεμεσού, μετακινήθηκαν με τις οικογένειες τους στον τουρκοκυπριακό θύλακα και έχουν πάρει εντολές για άμυνα.
Παρόμοια μέτρα, σύμφωνα με τη ΚΥΠ, είχαν ληφθεί σε όλες τις περιοχές της Κύπρου στις οποίες διέμεναν Τουρκοκύπριοι, ενώ παρατηρήθηκε και μετακίνηση Βρετανών που υπηρετούσαν στη Βάση της Δεκέλειας, προς τις Βάσεις της Επισκοπής και του Ακρωτηρίου.
Η ατμόσφαιρα στην Τουρκία, από τις 15 Ιουλίου που εκδηλώθηκε το πραξικόπημα στη Κύπρο, είναι πολεμική. Όλες οι Μονάδες του Α’ Κλιμακίου και της Α’ και Β’ Στρατιάς , μαζί με τις μονάδες κομάντος στο Μπολού και τη Ταξιαρχία Αλεξιπτωτιστών στην Καισάρεια, είχαν τεθεί σε συναγερμό.
Στις 19 Ιουλίου, απέναντι από την Κύπρο, η 39η Μεραρχία Πεζικού, το 49ο Μηχανοκίνητο Σύνταγμα και αμφίβιες δυνάμεις, περιμένουν το πράσινο φως για να ξεκινήσουν την εισβολή.
Την επόμενη ημέρα το πρωί, οι Τούρκοι αποβιβάζονταν σε παραλία λίγο έξω από τη Κερύνεια σχεδόν χωρίς να βρουν την παραμικρή αντίσταση.
Έγνοια τους οι «παρακρατικοί» του Μακαρίου
Ενώ η ΚΥΠ προειδοποιούσε για την επερχόμενη τουρκική εισβολή, οι πραξικοπηματίες στην Κύπρο είχαν άλλες έγνοιες. Να κλείσουν λογαριασμούς με τους Μακαριακούς.
Ο Σαμψών, παραδίδει τον οπλισμό που κατασχέθηκε από το Εφεδρικό, στους οπαδούς του και στη Λεμεσό όπου συγκροτήθηκε τάγμα οπαδών της ΕΟΚΑ Β’.
Επίσης επιχειρείται η αποδόμηση των πρακτικών του Μακαρίου από αποκαλύπτονται οι αυταρχικές πρακτικές που ακολουθούσε έναντι των πολιτικών του αντιπάλων. Για παράδειγμα αποκαλύφθηκε πως τα τηλέφωνα του πρέσβη της Ελλάδας και του Αρχηγού της Εθνικής Φρουράς ήταν παγιδευμένα και τα παρακολουθούσε ομάδα της οποίας επικεφαλής ήταν η Υπαστυνόμος Βάσω Λοϊζά.
Η ΚΥΠ συνεχίζει παράλληλα να παρακολουθεί τη πορεία των τουρκο- αμερικανικών σχέσεων δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην απόφαση των ΗΠΑ, για διακοπή κάθε βοήθειας στην Τουρκία, αν δεν σταματούσε την καλλιέργεια οπίου, το οποίο μετά από επεξεργασία διοχετευόταν στις ΗΠΑ.
Η ΚΥΠ εκτιμούσε πως υπήρχε σοβαρή τουρκο-αμερικάνικη κρίση και ότι οι ΗΠΑ δεν σκόπευαν να υποκύψουν σε εκβιασμό… αν και τελικώς υπέκυψαν.
Κατοχή στη Κύπρο και ένταση σε Αιγαίο – Θράκη
Στις 20, 21 και 22 Ιουλίου, η ΚΥΠ δεν ετοίμασε δελτίο πληροφοριών και επανήλθε στις23,καταγράφοντας την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί μετά την εκδήλωση της εισβολής και την επίτευξη συμφωνίας εκεχειρίας στις 22 Ιουλίου, η οποία δεν τηρήθηκε από την Τουρκία.
Στην ίδια την Τουρκία η κατάσταση επανερχόταν σε κανονικούς ρυθμούς, με την επαναλειτουργία όλων των δημόσιων υπηρεσιών, την διάθεση καυσίμων και τη διενέργεια εράνων για ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων της χώρας. Η ΚΥΠ καταγράφει συνεχείς πτήσεις τουρκικών αεροσκαφών πάνω από τη Λευκωσία.
Σε άλλο δελτίο που καλύπτει την 23η και 24η Ιουλίου 1974, η ΚΥΠ καταγράφει σποραδικές συγκρούσεις και εκρήξεις σε ολόκληρη τη Λευκωσία, ενώ σημειώνει πως προκλήθηκαν ζημιές στο κτήριο της Πρεσβείας της Ελλάδας από ρίψη όλμων. Δεν γίνεται καμία αναφορά στην επιχείρηση «Νίκη» με την άφιξη καταδρομέων από τη Κρήτη, ούτε στις μάχες στο αεροδρόμιο Λευκωσίας. Το μόνο που καταγράφεται είναι πως το αεροδρόμιο Λευκωσίας ελέγχεται από την ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ.
Στην Ανατολική Θράκη οι Τούρκοι παρέμειναν σε ετοιμότητα και το βράδυ της 23η προς 24η Ιουλίου οι άνδρες της 4ης Μεραρχίας Πεζικού κλήθηκαν να παραμείνουν ξάγρυπνοι.
Στην Κωνσταντινούπολη οι έφεδροι κλήθηκαν υπό τα όπλα ενώ το βράδυ επιβαλλόταν συσκότιση σε ολόκληρη τη πόλη.
Στα παράλια της Τουρκίας, στο Αιγαίο, καταγράφηκαν κινήσεις στρατιωτικών οχημάτων ενώ σε νησίδες παραδίδονταν με αλιευτικά σκάφη κιβώτια με πυρομαχικά.
Στις 25 Ιουλίου η ΚΥΠ στο δελτίο της κάνει αναφορά σε κατ’ ιδίαν συζήτηση που είχε ο Προεδρεύων της Κυπριακής Δημοκρατίας Γλαύκος Κληρίδης με κάποιο άτομο, στο οποίο ανέφερε πως έθεσε σε συνάντηση με τον Ντενκτάς το θέμα του σεβασμού της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός. Σύμφωνα με τις πληροφορίες της ΚΥΠ, ο Ντενκτάς έδειξε κατανόηση, αλλά φέρεται να είπε στον Κληρίδη πως το θέμα της τήρησης της εκεχειρίας εξαρτάται από τον Τούρκο στρατηγό που διηύθυνε την στρατιωτική επιχείρηση. Κληρίδης και Ντενκτάς, φέρονται να συμφώνησαν στην ανάγκη συζήτησης για καταγραφή των θέσεων που κατείχαν οι δύο πλευρές, στις 22 Ιουλίου, όταν συμφωνήθηκε η εκεχειρία.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η καταγραφή της λεπτομέρειας πως είχε παραιτηθεί στις 24 Ιουλίου ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος της πραξικοπηματικής κυβέρνησης Σαμψών, Σπύρος Παπαγεωργίου, και ανέλαβε μάχιμη υπηρεσία στα φυλάκια της πράσινης γραμμής.
Κολλημένη στον τοίχο η ελληνική πλευρά
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι θέσεις των ξένων χωρών, τις πρώτες μέρες μετά την τουρκική εισβολή, με τη Βρετανία να τάσσεται υπέρ της συνέχισης των συνομιλιών, από το σημείο που διακόπηκαν, ώστε να υπάρχει βάση για πρόοδο.
Κατά την ΚΥΠ, η κυβέρνηση της ΕΣΣΔ, σε όλη τη διάρκεια της κρίσεως επέδειξε «σαφώς ανθελληνικήν στάσιν» επιρρίπτοντας την ευθύνη για τις ωμότητες και τη τουρκική εισβολή στους Έλληνες αξιωματικούς της Εθνικής Φρουράς
Η ΚΥΠ, εκτιμούσε πως η στάση της Σοβιετικής Ένωσης ήταν πως έπρεπε να παραμείνει σε εκκρεμότητα η κατάσταση στη Κύπρο. «φοβούμενη ότι τυχόν επίλυσις του κυπριακού θα συνεπήγετο έξοδον της Νήσου εκ της ουδετερότητος και θα δημιουργούσε νέαν κατάστασιν, δυσμενή δι’ αυτήν (ΕΣΣΔ), εις την ανατολκήν Μεσόγειον».
Επίσης, η κυβέρνηση της Γιουγκοσλαβίας, θεωρούσε πως με την πτώση της χούντας, οι σχέσεις με την Ελλάδα θα μπορούσαν να αποκατασταθούν όπως παλαιότερα, που υπήρξαν φιλικές.
Πάντως η ΚΥΠ στις 26 Ιουλίου καταγράφει ως φιλοτουρκική τη στάση της Γιουγκοσλαβίας, σημειώνοντας πως καθιέρωσε στη κρατική τηλεόραση δελτίο ειδήσεων στα τούρκικα.
Η Τσεχοσλοβακία, στις 22 Ιουλίου, είχε καταδικάσει την επέμβαση της Ελλάδας στη Κύπρο (παραβλέποντας τη τουρκική εισβολή) και τασσόταν υπέρ της επανόδου του Μακαρίου, με αποχώρηση των Ελλήνων αξιωματικών από την Κύπρο.
Ως προς την στάση του ΝΑΤΟ και της ΕΟΚ, η ΚΥΠ εκτιμούσε πως υπήρξε ανθελληνική, αλλά μετά την ενημέρωση για τις επιθέσεις των τουρκικών στρατευμάτων στην ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ στο αεροδρόμιο Λευκωσίας και την ρίψη όλμων στην ελληνική πρεσβεία στη Λευκωσία, άρχισαν να προβληματίζονται και δείχνουν διάθεση αλλαγής στάσης.
Το Πακιστάν, το Ιράν, το Ιράκ, η Λιβύη και το Αφγανιστάν, τάχθηκαν στο πλευρό της Τουρκίας, εκφράζοντας πρόθεση να αποστείλουν βοήθεια. Το Μαρόκο, καταδίκασε την ελληνική επεκτατική πολιτική, θεωρώντας την τουρκική επέμβαση επιβεβλημένη και δίκαια.
«Ευεργετικά» τα αποτελέσματα της εισβολής!
Η ΚΥΠ, εκτιμά πως η Τουρκία δεν έχει πρόθεση για γενικότερο πόλεμο με την Ελλάδα, αλλά η εκτίμηση αυτή βασίζεται σε περίεργους λόγους.
Αναφέρεται σε δελτίο της 24ης Ιουλίου: «Το πρόσφατον μάθημα προώρισται να έχη τας αναποφεύκτους επιπτώσεις επί της εφεξής τουρκικής στάσεως εις το πλέγμα των διαφορών μετά της Ελλάδος, με αποτέλεσμα να εγκαταλειφθή υπευθύνως η πολιτική του εκφοβισμού, όπερ εν τελευταία αναλύσει δυνατόν να απεδειχθή ευεργετικόν, εις τα σχέσεις των δύο χωρών»!
Η ΚΥΠ, έδινε την εντύπωση πως υπήρξε κάποια μεγαλειώδης ελληνική νίκη στην Κύπρο, σημειώνοντας πως Γερμανός διπλωμάτης «ετόνισε χαρακτηριστικώς ότι οι Τούρκοι ήσαν οι δεύτεροι μετά τους Ιταλούς, οίτινες υπετίμησαν τους Έλληνες».
Και το σημείωμα της ΚΥΠ συνεχίζει: «Βεβαίως δεν πρέπει να παροράται το γεγονός της Τουρκικής Στρατιωτικής παρουσίας εν Κύπρω, ως μόνον θετικό στοιχείον, έναντι όλων των άλλων αρνητικών συνεπειών δια την Τουρκίαν. Η εκτίμησις αυτή επιβεβαιύται σιωπηρώς και εκ της στάσεως των Τούρκων διπλωματών».
Το πως η ΚΥΠ έβλεπε την κατάσταση είναι ένα μεγάλο ερωτηματικό αφού στο ίδιο δελτίο αναφερόταν πως «κατά δημοσιογραφικάς πληροφορίας της 24ης /7/74 μεταξύ των Τούρκων ιθυνόντων ανεφύησαν διαφωνίαι, αλληλοκατηγορούντες ως υποτιμήσαντες τας αμυντικάς δυνατότητας των Κυπριακών δυνατοτήτων».
Και οι «ευεργετικές» συνέπειες
Και ενώ η ΚΥΠ έβλεπε σχεδόν θετικά τα αποτελέσματα της τουρκικής εισβολή στην Κύπρο, ο Τούρκος αντιπρόεδρος Ερμπακάν, στις 23 Ιουλίου 1974 υποστήριξε πως έπρεπε να υπάρξουν μετακινήσεις πληθυσμού στην Κύπρο με τους Τουρκοκύπριους να εγκαθίστανται στο ανατολικό μέρος και τους Ελληνοκύπριους στο δυτικό, με παράλληλη δημιουργία ουδέτερης ζώνης μεταξύ τους. Κατά τον Ερμπακάν οι συνθήκες Ζυρίχης και Λονδίνου είχαν πάψει να ισχύουν, γιατί αποδείχθηκαν ανεπαρκείς για εξασφάλιση της ειρήνης.
Επίσης η τουρκική εφημερίδα «Τζουμχουριέτ» σε δημοσίευμα της 23η Ιουλίου 1974, υποστήριζε πως η Ελλάδα, πέραν της συμφωνίας για κατάπαυση του πυρός στην Κύπρο, αναγκάστηκε να δεχθεί και το αίτημα της Τουρκίας για έρευνες για πετρέλαιο στο Αιγαίο.
Κατά την ΚΥΠ, η Τουρκία σκόπευε να θέσεις στις συνομιλίες στη Γενεύη, πέραν των θεμάτων για τη Κύπρο και θέματα που αφορούσαν τις έρευνες για πετρέλαιο στο Αιγαίο, ώστε να ευρισκόμενη σε θέση ισχύος να επιτύχει ανταλλάγματα.
Γλαύκος Κληρίδης: Μη συνετή η επιστροφή Μακαρίου
Παρά το ότι ο τουρκικός στρατός, βρισκόταν στην Κύπρο, έχοντας δημιουργήσει σημαντικό προγεφύρωμα γύρω από την Κερύνεια, στο εσωτερικό της ελληνοκυπριακής πλευράς δεν είχαν κοπάσει τα πάθη που οδήγησαν στο πραξικόπημα.
Ο Γλαύκος Κληρίδης, ο οποίος ως Πρόεδρος της Βουλής εκτελούσε καθήκοντα προεδρεύοντος της Δημοκρατίας, στις 25 Ιουλίου, σύμφωνα με τη ΚΥΠ, διεμήνυσε πως η Κύπρος δεν πρόκειται να δεχθεί διχοτόμηση και δεν σκοπεύει να αλλάξει εξωτερική πολιτική. Υποστήριξε πως το θέμα επανόδου του Μακαρίου πρέπει να το αποφασίσει ο Κυπριακός λαός ενώ τάχθηκε υπέρ της διενέργειας εκλογών στο συντομότερο δυνατόν. «Η επιστροφή Μακαρίου πριν τη διενέργεια εκλογών δεν θα ήταν συνετή ενέργεια», κατά τον Γλαύκο Κληρίδη.
Η ΚΥΠ εκτιμούσε σε δελτίο της στις 26 Ιουλίου 1974, πως οι ΗΠΑ πάντα είχαν προτίμηση στο πρόσωπο του Κληρίδη για τη Προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά για πολιτικούς λόγους επισήμως δεν έπαιρναν θέση υπέρ του.
Στις 25 Ιουλίου, οΓλαύκος Κληρίδης κάλεσε τους διευθυντές και τους αρχισυντάκτες των εφημερίδων και ζήτησε να μην κυκλοφορήσουν εφημερίδες για λίγες μέρες, ώστε να αποφευχθεί η ένταση μεταξύ των Ελληνοκυπρίων.
Είχε επισείσει τον κίνδυνο εμφυλίου πολέμου καθώς όπως είχε πει, υπάρχουν αντιμαχόμενες παρατάξεις που είναι έτοιμες να στρέψουν όπλα, η μία κατά της άλλης.
Είπε σημειώσει πως, παρά το ότι το Κυπριακό δεν θα επρόκειτο να συζητηθεί στις συνομιλίες της Γενεύης, θα ήτα παράδοξο να μην καθοριστούν τα πλαίσια πολιτικής λύσης.
Ως εκπρόσωπος της ρεαλιστικής σχολής πολιτικής σκέψης, ο Γλαύκος Κληρίδης, κατέστησε σαφές ότι τα διαπραγματευτικά όρια για την ελληνική πλευρά ήταν στενά και η επιλογή ήταν μεταξύ διχοτόμησης , ομοσπονδιοποίησης ή καντονοποίησης.Αν η λύση, ήταν λύση ομοσπονδίας, η μετακίνηση πληθυσμών θα ήταν αναπόφευκτη, εκτιμώντας πως στις συνομιλίες που θα ακολουθούσαν μετά τον τερματισμό των συγκρούσεων θα ετίθετο η μορφή και η έκταση της ομοσπονδίας. Παράλληλα κατά την δική του άποψη για την Βρετανία, η ομοσπονδία, θα διασφάλιζε καλύτερα τα συμφέροντα της στην Κύπρο σε σχέση με τις Βάσεις που διατηρεί.
Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς σε δικές του δηλώσεις στις 25 Ιουλίου 1974, έδειξε πως γνώριζε τις προθέσεις της Τουρκίας και ότι οι συνομιλίες στη Γενεύη ήταν απλώς προπέτασμα καπνού για να κερδηθεί χρόνος προετοιμασίας της δεύτερης φάσης του Αττίλα. Ο Ντενκτάς είχε αναφέρει πως «τα τουρκικά στρατεύματα επιδιώκουν να καταλάβουν όσον το δυνατόν μεγαλύτερην έκτασιν εις την Νήσον».
Ο ΓΓ του ΝΑΤΟ Γιόζεφ Λουνς, είχε προειδοποιήσει τον Τούρκο Επιτετραμμένο στη Συμμαχία, πως αν τα τουρκικά στρατεύματα δεν τερματίσουν τις παραβιάσεις της συμφωνίας εκεχειρίας, δυνατόν η Ελλάδα να αναγκαστεί να αντιδράσει σε άλλο μέτωπο, εννοώντας το Αιγαίο ή την Θράκη. Ο Τούρκος Επιτετραμμένος φέρεται να είπε πως ειδοποίησε την Άγκυρα, ώστε να δοθούν οδηγίες στις στρατιωτικές Μονάδες στη Κύπρο, να σταματήσουν κάθε παραβίαση. Οι τούρκοι θεώρησαν (ορθώς) ως μπλόφα του Λουνς την προειδοποίηση, και συνέχισαν τις παραβιάσεις, χωρίς η Ελλάδα να αντιδράσει σε καμία περίπτωση.
Εκεχειρία μόνο στα χαρτιά
Τα δελτία της ΚΥΠ, για όλες τις ημέρες που ακολούθησαν τη συμφωνία εκεχειρίας, κατέγραφαν συνεχείς παραβιάσεις εκ μέρους των τουρκικών στρατευμάτων. Στις 26 Ιουλίου σημειώθηκαν μικρής έκτασης συγκρούσεις στην περιοχή Αγίου Παύλου στη Λευκωσία, ενώ το προσωπικό της πρεσβείας της ΕΣΣΔ και οι οικογένειες των διπλωματών, μαζί με το προσωπικό των πρεσβειών των χωρών του ανατολικού μπλοκ, αναχώρησαν από τη Κύπρο από το λιμάνι Λάρνακας.
Στο αεροδρόμιο Λευκωσίας, ο ΟΗΕ είχε απαγορεύσει κάθε απογείωση και προσγείωση αεροσκάφους.
Στο δελτίο της 26ης Ιουλίου, η ΚΥΠ αναφέρει ότι έφτασαν στη Μόρφου 35 γυναικόπαιδα από το χωριό Φτερύχα Κερύνειας «οίτινα εν πλήρη ταραχή ανέφεραν ότι ο εχθρός καταλαβών το χωρίον προέβη εις βιασμούς δημοσίως , εκτελέσεις αρρένων δημοσίως και παρουσία οικείων των, λεηλασίας, ακρότητας κλπ».
Την προηγούμενη ημέρα (25 Ιουλίου) τουρκικά αεροσκάφη έριξαν φυλλάδια γραμμένα στα ελληνικά και καλούσαν τους Ελληνοκύπριους να καταθέσουν τα όπλα, για να ην θεωρηθούν εχθροί Τα φυλλάδια υπέγραφε ο Τούρκος στρατηγός, διοικητής της «ειρηνευτικής» επιχείρησης.
Οι Τούρκοι χρησιμοποίησαν επίσης Ελληνοκύπριους αιχμαλώτους, ως ανθρώπινες ασπίδες. Τους είχαν μεταφέρει σε στρατιωτικές περιοχές προειδοποιώντας πως αν βομβαρδιστούν, οι αιχμάλωτοι θα εξολοθρευθούν.
Ενώ βρισκόταν σε ισχύ η συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, σημείωμα της ΚΥΠ στις 26 Ιουλίου, ανέφερε πως «συγκρότημα αγνώστου δυνάμεως (πεζικόν + 7 άρματα) επετέθη εναντίον ημετέρων τμημάτων εις Αγ. Ερμόλαον και κατέλαβεν την 0515 ώραν, δύο φυλάκια ανατολικώς του χωρίου». Την ίδια μέρα, λίγο αργότερα οι Τούρκοι κατέλαβαν στην επαρχία Κερύνειας το χωριό Άγιος Ερμόλαος και το Καλαμπάκι. Στη συνέχεια στράφηκαν προς το χωριό Σκυλούρα και στη διάβαση Αγίου Παύλου.
Επιθετική ενέργεια των Τούρκων εκδηλώθηκε και προς τη κατεύθυνση του χωριού Καραβάς στην επαρχία Κερύνειας.
Οι ενέργειες αυτές, όπως αναφέρει η ΚΥΠ, απειλούν με αποκοπή «τα επί του υψώματος Κόρνου ευρισκόμενα ημέτερα τμήματα».
Επίσης στις 26 Ιουλίου, τουρκικά αεροσκάφη έκαναν αναγνωριστικές πτήσεις πάνω από τα χωριά Κυθρέα, Μύρτου και Διόριος.
Στις 27 Ιουλίου οι τουρκικές δυνάμεις επιτέθηκαν στο χωριό Σύσκληπος, όπου σημειώθηκαν απίστευτες αγριότηες με μαζικές δολοφονίες και βιασμούς ενώ χτυπήθηκαν και ελληνοκυπριακά δύο φυλάκια στη πράσινη γραμμή.
Τα ξημερώματα της 29ης Ιουλίου, οι Τούρκοι κατέλαβαν τον Άγιο Επίκτητο Κερύνειας και κανονιοβόλησαν τον Παχύαμμο στην περιοχή Τηλλυρίας που είχε βομβαρδιστεί και το 1964 από τηn τουρκική αεροπορία, με βόμβες ναπάλμ.
Τις επόμενες ημέρες του Ιουλίου, ως και τις 15 Αυγούστου, η ΚΥΠ καταγράφει στρατιωτικές κινήσεις και συνεχείς παραβιάσεις της εκεχειρίας από τους Τούρκους. Επίσης καταγράφεται η μεταφορά Ελληνοκυπρίων αιχμαλώτων στο χωριό Μπογάζι κοντά στη Κερύνεια, και από εκεί με πλοία σε φυλακές της Τουρκίας.
Πηγή: Cyprus Times