Απέρριψε αναφορά ΠτΔ το Ανώτατο – Συνταγματικός ο νόμος για επιπτώσεις στο περιβάλλον – Η απόφαση και το σκεπτικό
Δεν είναι αντίθετος ή ασύμφωνος με την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών, ούτε και τα Άρθρα 1Α, 61 και 179 του Συντάγματος της Δημοκρατίας ο «Περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα (Τροποποιητικός) Νόμος του 2024», αποφάσισε την Τετάρτη η Ολομέλεια του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την αναφορά του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Advertisement
Υπενθυμίζεται ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προχώρησε σε αναφορά του νόμου στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, αφού θεωρήθηκε αντίθετος με την αρχή της διάκρισης των εξουσιών, ευρωπαϊκές οδηγίες σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά, αλλά και την εκτίμηση των επιπτώσεων δημόσιων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον. Θεωρήθηκε, επίσης, αντίθετος με τα άρθρα 1Α, 61 και 179 του Συντάγματος.
Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση του του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ο υπό Αναφορά Νόμος «δεν είναι αντίθετος ή ασύμφωνος» με την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών, ούτε με τα Άρθρα 1Α, 61 και 179 του Συντάγματος της Δημοκρατίας.
Σημειώνεται ότι η γνωμάτευση του Ανωτάτου έχει ήδη κοινοποιηθεί στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στη Βουλή των Αντιπροσώπων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 140.2 του Συντάγματος.
Όπως αναφέρει το Συνταγματικό Δικαστηρίου κατόπιν πρότασης Νόμου η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού εισηγήθηκε στην Ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων την ψήφιση της πρότασης αυτής, όπως και έγινε, με αποτέλεσμα να θεσπιστεί στις 20.6.2024, o υπό Αναφορά Νόμος.
Όπως σημειώνει «είναι η θέση της Βουλής ότι η ψήφιση του έγινε κατόπιν διαβούλευσης με όλους τους αρμόδιους φορείς, κρατικούς και μη και κατόπιν αξιολόγησης της αναγκαιότητας εισαγωγής των εν λόγω έργων στο Πρώτο Παράρτημα του Νόμου, στα πλαίσια των διαδικασιών που προβλέπονται στο Σύνταγμα για συζήτηση των προτάσεων Νόμου στις αρμόδιες κοινοβουλευτικές Επιτροπές πριν αυτές κατατεθούν στην Ολομέλεια του Σώματος».
«Με τον υπό Αναφορά Νόμο το Άρθρο 51 του βασικού Νόμου διαγράφεται και τα έργα κατασκηνώσεων πολυτελείας τύπου Glamping και των επισκέψιμων αγροκτημάτων μεταφέρονται από το Δεύτερο Παράρτημα στο Πρώτο Παράρτημα», αναφέρεται στη γνωμοδότηση του Ανωτάτου.
Η Αναφορά του Προέδρου της Δημοκρατίας
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε αναπέμψει το Νόμο, δυνάμει του Άρθρου 51.1 του Συντάγματος, ζητώντας επανεξέταση του.
Η Ολομέλεια της Βουλής στις 11.7.2024 απέρριψε την αναπομπή και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κατόπιν συμβουλής του Γενικού Εισαγγελέα καταχώρισε την αναφορά στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, δυνάμει του Άρθρου 140 του Συντάγματος.
Η βασική του θέση είναι ότι επρόκειτο για Νόμο ασύμβατο με την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών και το Άρθρο 61 του Συντάγματος, εφόσον εμπεριέχει στοιχεία διοικητικής λειτουργίας, διότι με την κατάργηση του Άρθρου 51 αφαιρείται από την εκτελεστική εξουσία, η οποία και μόνο είναι σε θέση να αξιολογεί και να σταθμίζει τέτοια θέματα τεχνικής φύσεως, η δυνατότητα να ασκεί την αναγκαία αρμοδιότητα της και η μεταφορά των δύο εν λόγω έργων από το Δεύτερο στο Πρώτο Παράρτημα συνιστά επέμβαση στην αρμοδιότητα της εκτελεστικής εξουσίας, εφόσον εναπόκειται στην τελευταία να προβαίνει σε τέτοια ρύθμιση, με βάση τα εξειδικευμένα κριτήρια που θέτει ο Νόμος στο Τέταρτο Παράρτημα.
Πέραν τούτων, είχε εγείρει θέμα ασυμβατότητας του υπό Αναφορά Νόμου με το ευρωπαϊκό κεκτημένο και το Άρθρο 1Α του Συντάγματος, καθώς όπως ανέφερε, προσκρούει στο Άρθρο 10 του περί της Ελευθερίας Εγκατάστασης Παρόχων Υπηρεσιών και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Υπηρεσιών Νόμου του 2010, Ν. 76(Ι)/2010, ο οποίος είναι εναρμονιστικός της Οδηγίας 2006/123/ΕΚ.
Οι θέσεις της Βουλής των Αντιπροσώπων
Οι δικηγόροι της Βουλής αντέτειναν ότι η εκχώρηση από τη Βουλή των Αντιπροσώπων δευτερογενούς νομοθετικής εξουσίας γίνεται χωρίς να επηρεάζεται το κυρίαρχο δικαίωμα της να νομοθετεί.
Η Βουλή, υποστήριξαν, διατηρούσε αναφαίρετο δικαίωμα, βάσει του Άρθρου 61 του Συντάγματος, να θεσπίσει τον υπό Αναφορά Νόμο στα πλαίσια της άσκησης πρωτογενούς νομοθετικής εξουσίας, η οποία περιλαμβάνει και την εξουσία κατάργησης ή τροποποίησης του βασικού Νόμου.
«Δεν θα μπορούσε να αποποιηθεί ή να μεταφέρει βασικές νομοθετικές λειτουργίες της σε άλλα όργανα του κράτους. Εκχώρησε μεν δευτερογενή νομοθετική εξουσία προς τον Υπουργό, την οποία όμως μπορούσε να ανακαλέσει, εφόσον πάντοτε διατηρεί τον απόλυτο έλεγχο επί των νομοθετημάτων που ψηφίζει», σημείωσαν.
Σύμφωνα με το Ανώτατο, οι δικηγόροι της Βουλής «υπ’ αυτή την έννοια, κατέληξαν, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για καταστρατήγηση της Αρχής της Διάκρισης των Εξουσιών, εφόσον ο Υπουργός αντλούσε την εξουσία για τροποποίηση των Παραρτημάτων όχι από το Σύνταγμα, αλλά από τον βασικό Νόμο, δηλαδή από την Βουλή».
Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο αναφέρει στην γνωμοδότησή του ότι «υπό το φως όλων των ανωτέρω γνωματεύουμε ότι ο υπό Αναφορά Νόμος δεν είναι αντίθετος ή ασύμφωνος με την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών, ούτε με τα Άρθρα 1Α, 61 και 179 του Συντάγματος της Δημοκρατίας».
«Η Γνωμάτευση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου», καταλήγει, «να κοινοποιηθεί στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στη Βουλή των Αντιπροσώπων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 140.2 του Συντάγματος».
Πηγή: ΚΥΠΕ
Πηγή: Cyprus Times