Sunday, November 17, 2024
Home » Σε ποιον «ανήκει» το Πολυτεχνείο; – Διάλογος στο ΒΗΜΑ

Σε ποιον «ανήκει» το Πολυτεχνείο; – Διάλογος στο ΒΗΜΑ

0 comments

Νίκος Χριστοδουλάκης και η Κατερίνα Λαμπρινού συμμετέχουν σε μια «ζωηρή» συζήτηση για τα γεγονότα του Πολυτεχνείου το 1973. Ερμηνεύουν από διαφορετική σκοπιά τους συντελεστές της κίνησης, συμφωνούν στον καίριο ρόλο που έπαιξε η φοιτητική εξέγερση στην πτώση της Χούντας και εντοπίζουν τα σημάδια της στη σύγχρονη εποχή.

Αφετηρία και άξονας της συζήτησης είναι το ερώτημα σε ποιον «ανήκει» το Πολυτεχνείο.

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΛΑΜΠΡΙΝΟΥ: «Απαντώντας στο βασικό ερώτημα, θα έλεγα κατ’ αρχάς πως μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι η εξέγερση του Πολυτεχνείου υπήρξε σύμβολο για την Γ’ Ελληνική Δημοκρατία και συνεχίζει να έχει τέτοιου είδους πολιτικές λειτουργίες».

ΝΙΚΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ: «Η ουσία και το μήνυμα του Πολυτεχνείου, που πέρασε στις επόμενες γενιές, υπήρξε τόσο ισχυρό για δυο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι αγκαλιάστηκε συναισθηματικά από την κοινωνία επειδή σκοτώθηκαν παιδιά. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι το Πολυτεχνείο, έπειτα από πάρα πολλά χρόνια, ήταν η μοναδική νικηφόρα εξέγερση που έκανε η ελληνική κοινωνία. Διότι μέχρι τότε, από τις δεκαετίες του ’20 και του ’30, φτάνοντας μέχρι και τους Λαμπράκηδες, όλες οι εξεγέρσεις συντρίβονταν. Το μοναδικό κίνημα που δεν ηττάται και, κατά τη γνώμη μου, έριξε τη Χούντα, είναι το Πολυτεχνείο».

Κ.Λ.: «Προφανώς, το Πολυτεχνείο κατορθώνει να κινητοποιήσει γύρω από το κομμάτι της κατάληψης και της εξέγερσης. Αυτό είναι το ένα σκέλος. Δεν υπάρχει όμως ένα Πολυτεχνείο μέσα στα χρόνια. Η Δεξιά εξαρχής προσπαθεί να φτιάξει την εικόνα ενός εθνικού Πολυτεχνείου. Τα δε κόμματα της Αριστεράς και το ΠαΣοΚ, την πρώτη δεκαετία της Μεταπολίτευσης, διαγκωνίζονται για το ποιο είναι το νόημα του Πολυτεχνείου και για το ποιος εκπροσωπεί το πραγματικό σύμβολο, εντάσσοντας στις πολιτικές τάξεις τους μέλη από αυτό που αποκαλούμε «γενιά του Πολυτεχνείου», η οποία την πρώτη δεκαετία της Μεταπολίτευσης θεωρείται ότι είναι οι άνθρωποι που θα ανανεώσουν την κοινωνική και πολιτική ζωή της χώρας. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, οπότε περνάμε σε μια οικονομική και κοινωνική κρίση, αρχίζουμε να βλέπουμε τη γενιά με όρους ματαίωσης. «Δεν φτιάξανε τίποτε, δεν αλλάξανε τίποτε». Τη δεκαετία του ’90 αρχίζει να επικρατεί ένας κυνισμός έναντι της γενιάς. Η γενιά του Πολυτεχνείου είναι εκείνοι που «εξαγοράστηκαν και βολεύτηκαν». Αυτό συμπαρασύρει και το σύμβολο και το νόημά του. Τον 21ο αιώνα με τη νέα κρίση, η κριτική κατά της γενιάς εκχυδαΐζεται πια εντελώς. Και θεωρείται υπαίτια της κρίσης».

«Η περίφημη γενιά του Πολυτεχνείου τελείωσε στη Μεταπολίτευση»

Ν.Χ.: «Εγώ θα έλεγα πως η περίφημη γενιά του Πολυτεχνείου τελείωσε στη Μεταπολίτευση. Την πρώτη της ημέρα έληξε η γενιά. Πολλοί από τους πρωταγωνιστές της δεν συναντήθηκαν ξανά έκτοτε. Το δεύτερο και πιο χαρακτηριστικό είναι ότι ποτέ αυτοί οι πρωταγωνιστές δεν διεκδίκησαν ως ομάδα έναν ρόλο, με πιθανές εξαιρέσεις κάποιων, που πούλησαν τη συμμετοχή τους για να εξασφαλίσουν ενδεχομένως μια κομματική προαγωγή κ.ο.κ. Αυτό, ωστόσο, δεν συνιστά χαρακτηριστικό της γενιάς. Ουσιαστικά, δεν έχουμε τα χαρακτηριστικά μιας γενιάς που πρεσβεύει κάτι, παρότι το ΚΚΕ προσπάθησε να μετατρέψει το Πολυτεχνείο σε δικό του χρυσωρυχείο άντλησης πολιτικών στελεχών. Και οι άλλες εκδοχές της Αριστεράς – το λέω, παρότι ανήκα τότε στο ΚΚΕ Εσωτερικού –, απέτυχαν εκ των υστέρων εξίσου, σε ανάλογες απόπειρες. Το ΠαΣοΚ υπήρξε πιο αθώο. Δεν διεκδίκησε κάτι».

Κ.Λ.: «Σε αυτό διαφωνώ. Το ΠαΣοΚ προφανώς και μπήκε σε μια διεκδίκηση του Πολυτεχνείου, εντάσσοντας τη γενιά του σε εκείνο που το ίδιο θεωρεί αντιστασιακή γενεαλογία του δημοκρατικού αριστερού κόσμου».

Ν.Χ.: «Οχι, ωστόσο, δική του γενεαλογία».

Κ.Λ.: «Απολύτως δική του. Αυτό επιβεβαιώνεται αν ανατρέξουμε στον λόγο του Ανδρέα Παπανδρέου».

Ν.Χ.: «Ως απόδοση τιμής γίνεται η σχετική αναφορά. Το ΠαΣοΚ υιοθέτησε μόνο το Πολυτεχνείο ως κίνημα».

Κ.Λ.: «Μα όταν το ΠαΣοΚ γίνεται εξουσία χρησιμοποιεί πάρα πολύ έξυπνα την έννοια της «νεολαίας», κάτι που συνδέεται απολύτως με τη γενιά του Πολυτεχνείου. Και με βάση αυτό, φτιάχνει όλες τις πολιτικές του για τη νέα γενιά. Αυτό συνιστά έναν άλλο τρόπο διαχείρισης και της μνήμης. Μέχρι τότε, αυτό που επιθυμούσαν οι κυβερνήσεις Καραμανλή είναι ο εορτασμός να μείνει αποκομματικοποιημένος, στα στενά πλαίσια του ιδρύματος, ενώ παράλληλα αποδίδεται φόρος τιμής από το Κοινοβούλιο. Από το 1981 και μετά έχουμε τα αλλεπάλληλα κύματα νομιμοποίησης του θεσμικού εορτασμού. Το 1981 ξεκινά ο σχολικός. Το 1985-’86 αρχίζει να εορτάζεται το Πολυτεχνείο και στους θεσμούς που σχετίζονται με την καταστολή της εξέγερσής του, δηλαδή στην Αστυνομία και τον Στρατό. Και φτάνουμε στο 1999, οπότε νόμος στο Κοινοβούλιο εμφανίζει το Πολυτεχνείο ως μια εθνική εορτή για την ελληνική νεολαία. Χωρίς αναφορά σε οργανώσεις».

«Η είσοδος τανκς σε πανεπιστημιακό ίδρυμα δεν έχει προηγούμενο στη χώρα»

Ν.Χ.: «Το πνεύμα του Πολυτεχνείου θα έπρεπε να εορτάζεται στα σχολεία μαζί με την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, ως κορυφαίο παράδειγμα ήθους, αξιοπρέπειας, ελευθερίας και αποκήρυξης της βίας. Η είσοδος τανκς σε πανεπιστημιακό ίδρυμα δεν έχει προηγούμενο στη χώρα. Σε αυτό αντισταθήκαμε. Γι’ αυτό το Πολυτεχνείο είναι κάτι πολύ περισσότερο από την επίκληση κληρονομικού – υποτίθεται – δικαιώματος για την άσκηση βίας κι από το να ρίχνουμε πέτρες σε αστυνομικούς, να σπάμε τα τζάμια Πανεπιστημίων ή να πυρπολούμε Πρυτανείες, όπως έκαναν προ ημερών κάποιες συμμορίες στην Πολυτεχνειούπολη. Επειδή έχω περάσει 45 χρόνια στο ελληνικό Πανεπιστήμιο, τα έχω δει και τα έχω αντιμετωπίσει όλα αυτά. Για λόγους ιστορικούς, να αναφέρω ότι η τελευταία βόμβα του ΕΛΑ τοποθετήθηκε στο γραφείο μου ως αντιπρύτανη, το 1994».

Κ.Λ.: «Εδώ θα σας απαντούσα ότι χρονικά δεν βρισκόμαστε στο σημείο όπου το Πολυτεχνείο ταυτίζεται με τη βία. Ούτε ότι αυτή η ταύτιση έχει κοινωνική βάση. Βρισκόμαστε σε ένα χρονικό σημείο που οι προσλήψεις του Πολυτεχνείου αναθεωρούνται συνεχώς, με συνέπεια να σχετικοποιείται τελικά η σημασία του. Αυτό είναι το πρόβλημα σήμερα. Οι αναθεωρήσεις – που είναι ασύνδετες απ’ το κομμάτι της βίας – κατ’ αρχάς έχουν να κάνουν με την κριτική της Μεταπολίτευσης, που γενικεύτηκε την περίοδο οικονομικής κρίσης. Αποδίδοντας τη χρεοκοπία στο γεγονός ότι μετά την πτώση της Χούντας επικράτησε ένας λόγος περί δικαιωμάτων αποκομμένος από υποχρεώσεις. Ενα σκέλος αυτής της κριτικής επικεντρώθηκε και στην απόδοση συμμετοχικών δικαιωμάτων, καθώς θεωρήθηκε – λανθασμένα, κατά τη γνώμη μου – ότι έγινε κατάχρησή τους. Ενα δεύτερο κομμάτι αναθεώρησης σχετίζεται με την ανάγνωση των συνεπειών της εξέγερσης, σύμφωνα με την οποία το Πολυτεχνείο δεν είναι η απαρχή της πτώσης της Χούντας. Κι ότι, επιπλέον, έχει ως συνέπεια τον Ιωαννίδη και μια ακόμη πιο σκληρή καταστολή, άρα, επί της ουσίας, τη διάλυση οποιασδήποτε δυνατότητας για φιλελευθεροποίηση. Στη συγκεκριμένη απόπειρα αναθεώρησης, ως δεύτερη άμεση συνέπεια, θεωρούνται τα γεγονότα της Κύπρου. Αρα, στην πραγματικότητα αυτό που υποστηρίζεται είναι ότι η εξέγερση έχει ως άμεση συνέπεια μια εθνική τραγωδία. Αυτή είναι μια απόπειρα αναθεώρησης, που προς το παρόν δεν επιτυγχάνει, αλλά επιχειρήθηκε και με την ευκαιρία της επετείου των 50 χρόνων. Στο μεταξύ, παρακολουθούμε και την αποκαθήλωση της εικόνας της εξέγερσης, προκειμένου να αντικατασταθεί απ’ την εικόνα του Καραμανλή, που κατεβαίνει από το αεροπλάνο, επιστρέφοντας στη χώρα, στις 24 Ιουλίου του 1974. Αυτά είναι τα βασικά ζητήματα στην απόπειρα υποβιβασμού κι αναθεώρησης του Πολυτεχνείου».

Ν.Χ.: «Διαφωνώ προφανώς με τη συζήτηση που θέλει η εξέγερση του Πολυτεχνείου να είναι απλώς ένα ταρακούνημα. Ουσιαστικά, το Πολυτεχνείο ρίχνει τη Χούντα – η Χούντα του Ιωαννίδη δεν ήταν βιώσιμη, ήταν θέμα χρόνου να καταρρεύσει. Ηταν ένα χτύπημα βαρύ, πολλώ δε μάλλον, μετά την προδοσία της Κύπρου. Η εκτροπή στην Κύπρο ήταν διαρκής στόχος των χουντικών. Αν προλάβαινε, την προδοσία θα την είχε κάνει κι ο Παπαδόπουλος. Η Χούντα αφήνει εν τέλει πίσω της μια προδομένη χώρα και μια κατεστραμμένη οικονομία. Αυτό το δίπολο πυροδοτεί πολλές ακραίες αντιδράσεις, που είναι δικαιολογημένες στο συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο. Προφανώς, όλες αυτές οι αντιδράσεις έχουν πηγή έμπνευσης την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Βαθμηδόν, διαμορφώνεται, με δύσκολο τρόπο, μια μεταπολιτευτική πραγματικότητα, η οποία εμπεδώνει και υιοθετεί τακτικές, προθέσεις, ιδεολογίες κι αναφορές, ερήμην των πρωταγωνιστών του Πολυτεχνείου. Επαιξε έναν ρόλο το Πολυτεχνείο στη διαμόρφωση συνειδήσεων. Συμπεριλαμβάνεται και το Πολυτεχνείο στον τρόπο που οι φοιτητές προσλαμβάνουν την ελληνική κοινωνία. Κι αυτό συμβαίνει, θα επαναλάβω, παρόλο που σε κάποιες περιπτώσεις εργαλειοποιείται με τρόπο ξένο προς το πνεύμα του, για να γίνει δάνειο βίας – και μάλιστα άτοκο».

Κ.Λ.: «Το Πολυτεχνείο ως σύμβολο στην παρούσα φάση πρωτίστως εργαλειοποιείται για να στηλιτεύσει τη μεταπολιτευτική κουλτούρα, αποδίδοντάς της διάφορα φαντασιακά δεινά, όπως υπερβολική επιτρεπτικότητα και ελευθεριακότητα. Η υποτιθέμενη σύνδεση του Πολυτεχνείου με την ανομία και τη βία συνιστά ένα αφήγημα εναντίον του».

Ν.Χ.: «Κάποιοι, ωστόσο, επιχειρούν διαρκώς αυτή τη σύνδεση για να αντλούν ελαφρυντικά. Ακόμη κι ο αγρότης, ο οποίος έκλεινε τον δρόμο στο Ηράκλειο και δεν άφηνε την έγκυο να μεταβεί στο μαιευτήριο, στο μυαλό του το Πολυτεχνείο είχε. Δεν μπορεί όμως αυτός που έριξε τη μολότοφ προχθές στον πρύτανη και έκαψε το γραφείο του να ομνύει στο Πολυτεχνείο. Δεν έχει το ηθικό δικαίωμα να το κάνει».

Κ.Λ.: «Δεν θεωρώ ότι πράγματι ομνύει στο Πολυτεχνείο. Η συγκεκριμένη αναφορά είναι μια κατασκευή, που δημιουργεί μεγαλύτερο πρόβλημα σε σχέση με την πρόσληψη της εξέγερσής του».

Ν.Χ.: «Εν πάση περιπτώσει, αυτό που θα ήθελα είναι να στεγανοποιηθεί το Πολυτεχνείο από την ασύστολη εκμετάλλευση την οποία υπέστη, όχι μόνο από τους κομμουνιστικούς μηχανισμούς της ΚΝΕ, αλλά και από την υιοθέτηση μορφών βίας».

Κ.Λ.: «Το Πολυτεχνείο αυτό καθ’ εαυτό έγινε από κομματικές νεολαίες. Δεν έγινε από μια ανώνυμη κοινωνία των πολιτών».

Ν.Χ.: «Δεν υπάρχουν φοιτητικές νεολαίες στο Πολυτεχνείο. Σας διαβεβαιώ. Ηρθαν εκπρόσωποί τους, την Πέμπτη το μεσημέρι, και μας είπαν να φύγουμε, να πάμε στη διαδήλωση στην Κοραή. Είδα κομματικές νεολαίες, την Παρασκευή το βράδυ, που μας παρακινούσαν επίσης να φύγουμε από το Πολυτεχνείο και να προβάλουμε αιτήματα συνδικαλιστικού χαρακτήρα, όπως να μοιράζουν δωρεάν είδη σχεδίου. Οι κομματικές νεολαίες δεν συμμετείχαν. Αντιμετώπισαν το Πολυτεχνείο με εχθρότητα. Πήρε 40- 45 χρόνια στο ΚΚΕ ώσπου να μετανιώσει για την επαίσχυντη καταγγελία που είχε κάνει με το φύλλο της Πανσπουδαστικής. Οι ηγεσίες της Αριστεράς είχαν πει ότι το Πολυτεχνείο τινάζει τα πάντα στον αέρα».

Κ.Λ.: «Η Αντι-ΕΦΕΕ όμως ήταν μέσα στο Πολυτεχνείο. Εχω την αίσθηση ότι η πολιτική τοποθέτηση είναι ένα πολύ ισχυρό κομμάτι και άρα έχει και πολύ μεγάλο βάρος για τη μεταπολιτευτική δημοκρατία, μια κομματική δημοκρατία, τουλάχιστον κατά την πρώτη περίοδό της».

Ν.Χ.: «Το ότι το Πολυτεχνείο έγινε εκτός κομματικής ακτινοβολίας του είναι από τα στοιχεία που του προσέδωσαν αυτή την τόσο ευρεία αλληλεγγύη και υποστήριξη. Αν το έκαναν κομματικές νεολαίες, ούτε οι μισοί δεν θα μετείχαν από όσους τελικά συνέβαλαν. Για να ξαναέρθουμε όμως στο παρόν, θα προσέθετα ότι το Πολυτεχνείο θα μπορούσε να παίξει ρόλο στην ανάσχεση φαινομένων παρακμής, που ζούμε σήμερα κι επιφέρουν κινδύνους, είτε κάνοντας τον μέσο πολίτη να χάνει το κριτήριό του, είτε οδηγώντας τις κοινωνίες συνολικά σε επιλογές πολιτικά υπερσυντηρητικές ή ακροδεξιές, ακρωτηριάζοντας την κριτική. Αυτή είναι η αξία του Πολυτεχνείου, η οποία προφανώς χάνεται, όταν πλακώνονται μεταξύ τους, διεκδικώντας το, τα κομματικά λάβαρα».

Κ.Λ.: «Πέρυσι «Το Βήμα» είχε παρουσιάσει μια έρευνα για το Πολυτεχνείο, που έδειχνε καθαρά ότι συγκεντρώνει ακόμη μαζική αποδοχή. Οτι δεν έχει ξεθωριάσει, δεν έχει φθαρεί, δεν θεωρείται κάτι ξεπουλημένο. Παραμένει, κόντρα στις απόπειρες αναθεώρησης, κάτι πολύ αποδεκτό. Και συνεχίζει να προβληματίζει η δυναμική που έδωσε στον εκδημοκρατισμό από κάτω, την ώρα δε που συζητάμε για τον εκδημοκρατισμό από πάνω, ο οποίος στη Μεταπολίτευση κάπου έφτασε στα όριά του. Γιατί υπάρχουν θεσμοί που δεν εκδημοκρατίστηκαν – όπως η Αστυνομία, το Δικαστικό Σώμα και η Εκκλησία».

Ν.Χ.: «Το Πολυτεχνείο όντως είχε έντονα στοιχεία δημοκρατικής πρωτοβουλίας από τα κάτω. Και γι’ αυτό δεν μπορούσε να είναι έργο κομματικών νεολαιών. Αυτά τα στοιχεία είχαν το μεγαλείο να περιέχουν ιδανικά και αξίες που θα μπορούσαν όλοι να τις ακολουθήσουν. Αν θέλουμε να κατανοήσουμε το Πολυτεχνείο πρέπει να αποβάλουμε τα αγκάθια και να κρατήσουμε τον μίσχο. Ούτε αρνητές του Πολυτεχνείου μπορούν να υπάρχουν. Το Πολυτεχνείο έγινε και μάλιστα σκοτώθηκαν παιδιά. Και πριν και μετά».

«Η άρνηση έχει καθεστωτικό πυρήνα»

Κ.Λ.: «Η άρνηση έχει καθεστωτικό πυρήνα. Στήνεται ένας μύθος για το Πολυτεχνείο αρχικά που λέει ότι δεν έχει συμβεί και δεν υπάρχουν νεκροί. Αυτός ο μύθος είναι θεμελιακός για την άκρα Δεξιά. Από την άλλη, υπάρχουν εκείνοι που λένε ότι υπάρχουν άπειροι νεκροί. Ολα αυτά η έρευνα μας τα έχει λύσει. Οι νεκροί δεν είναι ούτε κανένας, ούτε άπειροι. Είναι συγκεκριμένος αριθμός. Είκοσι έξι, αν δεν κάνω λάθος».

Ν.Χ.: «Αρνητές, κατά τη γνώμη μου, με πιο σοβαρή συνέπεια, είναι εκείνοι που ισχυρίζονται ότι το Πολυτεχνείο δεν έπαιξε ρόλο στην ανατροπή της Χούντας. Πρόκειται για μια μορφή άρνησης πολύ πιο δηλητηριώδη από το να ισχυρίζεται κάποιος ότι χάθηκαν μερικά παιδιά τζάμπα, γιατί η Χούντα έτσι κι αλλιώς θα έπεφτε. Γιατί δεν θα έπεφτε!».

Κ.Λ.: «Ο ισχυρισμός αυτός στηρίζεται στο ότι θα επιτυγχανόταν μια pacted transition, δηλαδή, μια σύμφωνη μετάβαση, τύπου Ισπανίας, που θα επέτρεπε τη φιλελευθεροποίηση».

Ν.Χ.: «Μια μετάβαση τύπου Χιλής, περισσότερο, η οποία όμως θα ήταν εξίσου αιματηρή. Ούτε αυτό θα κάναμε, εκτιμώ, τελικά, διότι οι χουντικοί ήταν εμποτισμένοι από την εξουσία. Γι’ αυτό όποτε ξεκινούσε μια συζήτηση για φιλελευθεροποίηση, το κατώτερο στρατιωτικό προσωπικό, εκτός από τους κορυφαίους στρατηγούς, επαναστατούσε. Απ’ την άλλη, και να γινόταν φιλελευθεροποίηση τι σημασία θα είχε; Ακόμη και μια ημέρα ελευθερίας να κερδίσεις, αξίζει τον κόπο. Αυτό είναι και το μήνυμα που εξέπεμψε το Πολυτεχνείο».

Η κυρία Κατερίνα Λαμπρινού είναι διδάκτορας του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου.

Ο κ. Νίκος Χριστοδουλάκης είναι πρώην υπουργός, ομότιμος καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και επικεφαλής του ινστιτούτου InSocial.

Τη συνάντηση συντόνισε και επιμελήθηκε η Ιωάννα Κλεφτόγιαννη.

Πηγή: To Vima

You may also like

Our Page contains news reposts. We are not responsible for any inaccuracy in the content

Copyright © All rights reserved Faros On Air 

Designed and Developed with 🧡 by eAdvertise

This website uses cookies to improve your experience. We'll assume you're ok with this, but you can opt-out if you wish. Accept Read More