Κατακλυσμιαίες διαστάσεις έχουν πάρει οι εξελίξεις στην Ουκρανία καθώς ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επιχειρεί μια διπλή προσέγγιση της Ουάσιγκτον με τη Μόσχα και το Κίεβο. Eνα κρίσιμο ερώτημα για τον κόσμο της οικονομίας και των επιχειρήσεων είναι με ποιον τρόπο και με ποια ταχύτητα η Ρωσία θα επανενταχθεί στη διεθνή εμπορική και οικονομική κοινότητα. Την κατακερματισμένη, έστω, διεθνή κοινότητα, εξαιτίας των πολυμέτωπων εμπορικών πολέμων που έχει κηρύξει ή απειλεί να κηρύξει ο Τραμπ.
Ιδιαίτερα οι επιχειρήσεις οι οποίες δραστηριοποιούνταν προπολεμικά στη ρωσική αγορά και έφυγαν, αναρωτιούνται αν και με ποια διαδικασία θα επιστρέψουν πίσω στη Ρωσία. Διότι δεν εγκατέλειψαν όλες οι δυτικές επιχειρήσεις ταυτόχρονα και με τους ίδιους όρους την κάποτε ταχέως αναπτυσσόμενη ρωσική αγορά. Κάποιες μάλιστα προτίμησαν να παραμείνουν σε αυτή ρισκάροντας και τη φήμη τους αλλά και την επιβολή κυρώσεων από τις δυτικές κυβερνήσεις.
Θέλουν αλλά δεν μπορούν
Υποθέτει κανείς ότι όλες οι δυτικές επιχειρήσεις που πραγματοποιούσαν τζίρο στη Ρωσία θα θελήσουν κατ’ αρχάς να επιστρέψουν. Οι ίδιες έχουν εξάλλου παραδεχθεί ότι αποχωρώντας από τη ρωσική αγορά διέγραψαν κέρδη 107 δισ. δολαρίων, σύμφωνα με ανάλυση που δημοσίευσε το Reuters τον Μάρτιο του 2024.
Οσο για τον επικεφαλής του Ταμείου Αμεσων Ξένων Επενδύσεων της Ρωσίας, Κίριλ Ντμίτριεφ, έχει εκτιμήσει ότι μόνο οι αμερικανικές εταιρείες που έφυγαν από τη χώρα του μετά την έναρξη της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» στην Ουκρανία μετρούν απώλειες 324 δισ. δολαρίων.
Ολοι οι αποχωρήσαντες λοιπόν θα ήθελαν, από επιχειρηματικής απόψεως, να επιστρέψουν σε μια αγορά 144 εκατομμυρίων καταναλωτών. Kάποιοι όμως θα ήθελαν αλλά δεν μπορούν για λόγους ασφαλείας της Δύσης (είναι οι περιπτώσεις των αεροδιαστημικών Boeing και Airbus, αλλά και επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας όπως εταιρείες ημιαγωγών και τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού).
Κάποιοι άλλοι θα ήθελαν να επιστρέψουν αλλά πιθανότατα θα «κοπούν» από τη ρωσική κυβέρνηση. Διότι η Μόσχα δεν φέρεται διατεθειμένη να καλωσορίσει όσους έφυγαν σέρνοντας τα εξ αμάξης στον Βλαντίμιρ Πούτιν και τη χώρα εν γένει.
«Μπορούμε να ρυθμίσουμε την επιστροφή στην αγορά μας για όσους το επιθυμούν, δημιουργώντας όμως πλεονεκτήματα και για τους δικούς μας κατασκευαστές. Πρέπει να αποκατασταθεί μια αμοιβαίως επωφελής οικονομική συνεργασία σε πολλούς τομείς, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειακών προγραμμάτων με τους αμερικανούς συνεργάτες μας στη Σαουδική Αραβία» δήλωσε την Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου ο ρώσος πρόεδρος υπενθυμίζοντας ότι οι αμερικανορωσικές συνεργασίες στον τομέα της ενέργειας μπορεί να έχασαν σε ένταση και ρυθμό, αλλά ουδέποτε διακόπηκαν. Σύμφωνα με τους «Moscow Times», ο Πούτιν επανέλαβε την άποψη ότι «οι κυρώσεις της Δύσης έπαιξαν έναν ρόλο ενισχυτικό για την εγχώρια παραγωγή».
Δεν έκλεισαν την πόρτα
Σε κάθε περίπτωση, όπως σημειώνει ο Αλεξάντερ Μάροου του Reuters, κάποιες εταιρείες όπως η αμερικανική Starbucks και η σουηδική IKEA ουσιαστικά αντικαταστάθηκαν στη ρωσική αγορά από εγχώριες επιχειρήσεις. Αλλες βρίσκονται υπ’ ατμόν για να επιστρέψουν. Χαρακτηριστικά παραδείγματα η αμερικανική McDonald’s, η γαλλική Renault ή η γερμανική Henkel, οι οποίες φεύγοντας πούλησαν περιουσιακά τους στοιχεία σε ρωσικές εταιρείες αλλά υπέγραψαν ταυτόχρονα συμφωνίες για να εξαγοράσουν τα μερίδιά τους και να επιστρέψουν όταν τελειώσει ο πόλεμος.
Ο Κίριλ Ντμίτριεφ θεωρεί ότι «το δεύτερο εξάμηνο του 2025 πολλές αμερικανικές εταιρείες θα επιστρέψουν στη Ρωσία». Στο ρεπορτάζ του Reuters σημειώνεται ότι οι κλάδοι των τροφίμων και των λιανικών πωλήσεων θα προηγηθούν στο κύμα της επιστροφής καθότι πολλές επιχειρήσεις εξαιρούνται των κυρώσεων. Για τις εταιρείες ενέργειας και τις τράπεζες θα είναι κάπως πιο δύσκολο, διότι αυτές στόχευαν κυρίως οι δυτικές κυρώσεις.
Δυσκολίες θα αντιμετωπίσουν και οι δυτικές επιχειρήσεις που ήδη αντικαταστάθηκαν στη ρωσική αγορά από κινέζους ανταγωνιστές. Στον κλάδο του αυτοκινήτου, για παράδειγμα, οι κινέζοι κατασκευαστές κατάφεραν να αυξήσουν την τελευταία τριετία το μερίδιό τους στη ρωσική αγορά από το 10% στο 50%!
Η πίεση των Ουκρανών
Ενας ακόμα ανασταλτικός παράγοντας για την επιστροφή των δυτικών επιχειρήσεων στη Ρωσία ίσως αποδειχθεί το εμπάργκο με το οποίο τις απειλεί η Ουκρανία. «Οι επενδύσεις δισεκατομμυρίων δολαρίων για την ανοικοδόμηση της χώρας θα αποφέρει κέρδη δισεκατομμυρίων δολαρίων στις δυτικές εταιρείες. Οι «New York Times» αναφέρονται στην Ουκρανία ως τη «μεγαλύτερη κατασκευαστική ζώνη του πλανήτη», στην οποία χιλιάδες επιχειρήσεις από όλο τον κόσμο θα διαγκωνιστούν για να δραστηριοποιηθούν. Ομως μόνο λίγες εταιρείες θα έχουν πρόσβαση» έγραφε τον Ιούνιο του 2023 ο Μποχντάν Μοροσνιτσένκο στην «Ukrayinska Pravda».
Ο ουκρανός ρεπόρτερ εξηγούσε ότι η παρουσία στη Ρωσία εν καιρώ πολέμου θα είναι ένα από τα βασικά κριτήρια για την πρόσβαση δυτικών εταιρειών στα προγράμματα ανοικοδόμησης της Ουκρανίας.
Υale University: «Kόβεται» στις εξετάσεις μία στις τρεις επιχειρήσεις
«Από τότε που ξεκίνησε η εισβολή στην Ουκρανία, παρακολουθούμε τη συμπεριφορά περισσότερων από 1.500 εταιρειών παγκοσμίως. Περισσότερες από 1.000 επιχειρήσεις έχουν ανακοινώσει δημόσια ότι περιορίζουν οικειοθελώς τις δραστηριότητές τους στη Ρωσία σε κάποιον βαθμό, πέρα από το ελάχιστο που υπαγορεύουν οι διεθνείς κυρώσεις. Αλλά ορισμένες δυτικές εταιρείες συνέχισαν να δραστηριοποιούνται στη Ρωσία απτόητες» σημειώνει σε έρευνά του το Yale University.
Tο αμερικανικό πανεπιστήμιο δημιούργησε μια «λίστα αποχώρησης» και μια «λίστα παραμονής» των δυτικών εταιρειών στη Ρωσία, αξιολογώντας τις επιδόσεις τους με την ακαδημαϊκή κλίμακα από το Α για αυτές που όντως διέκοψαν τους δεσμούς τους με τους επιτιθέμενους, έως το F για αυτές που «συνθηκολόγησαν» εξ αρχής ή στην πορεία του πολέμου.
Η πρώτη κατάταξη αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Yale στις 28 Φεβρουαρίου 2022, τέσσερις μόλις ημέρες μετά τη ρωσική εισβολή. Και αριθμούσε «μόνο κάποιες δεκάδες εταιρείες» που ανταποκρίθηκαν άμεσα στις εκκλήσεις της Δύσης. Εκτοτε η λίστα με τις «καλές βαθμολογίες» ξεπέρασε τις 1.000 εταιρείες. Ομως 500 εξακολουθούν να βαθμολογούνται «κάτω από τη βάση». Η έρευνα δείχνει ότι ο εταιρικός αμοραλισμός είναι τουλάχιστον μειοψηφικός.
Πηγή: ToVima.gr