Την διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά από τη ΝΔ αποφάσισε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με μια ανακοίνωση που εξέδωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, λίγες μόλις ώρες μετά που έγινεγνωστή η συνέντευξη του πρώην Πρωθυπουργού στο «Βήμα της Κυριακής». Το κύριο σημείο της συνέντευξης Σαμαρά ήταν ότι προτείνει τον Κώστα Καραμανλή για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κάτι όμως που δεν αναφέρεται στους λόγους διαγραφής του.
Αντιθέτως οι λόγοι διαγραφής του, όπως αναφέρονται στην κυβερνητική ανακοίνωση είναι ότι ο κ. Σαμαράς δεν διατύπωσε απόψεις, αλλά εξέφρασε την πλήρη διαφωνία του στο σύνολο της ασκούμενης πολιτικής. Και σημειώνει παράλληλα ότι υιοθέτησε ακραία ψεύδη διαστρεβλώνοντας τις δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών, οι οποίες έχουν διευκρινιστεί κατ΄επανάληψη.
Όταν η συνέντευξη Σαμαρά στο «Βήμα της Κυριακής» έφθασε το μεσημέρι του Σαββάτου στο Μαξίμου, έγινε εκτάκτως μια σύσκεψη ανάμεσα σε στενούς συνεργάτες του Πρωθυπουργού. Ο κ. Μητσοτάκης ήταν σφόδρα ενοχλημένος και το έδειχνε. Πρώτη φορά φαινόταν, έλεγαν οι συνεργάτες του, τόσο ενοχλημένος.
Ενοχλήθηκε συγκεκριμένα για τις αιχμές που άφησε ο κ. Σαμαράς για τον Πρόεδρο της Κύπρου που «χαριεντίζονταν» με τον Πρόεδρο της Τουρκίας και τον Πρωθυπουργό της Αλβανίας, ενοχλήθηκε γιατί, όπως έλεγε επέμεινε σε μια άκαιρη συζήτηση γύρω από την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, που όπως έλεγε, συνιστά προσβολή για το πρόσωπο και τον θεσμό του αρχηγού του κράτους. Ακολουθώντας, όπως έλεγαν οι συνεργάτες του την… Λατινοπούλου, η πρώτη που πρότεινε τον Καραμανλή για Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Ο Πρωθυπουργός, φοβερά ενοχλημένος δέχθηκε εισηγήσεις, όχι μόνον από τους συνεργάτες του που μετείχαν σε αυτήν την άτυπη σύσκεψη, αλλά και από άλλους: «Δεν μπορεί τα δελτία ειδήσεων να βγουν απόψε μόνον με τη συνέντευξη του Σαμαρά», έλεγαν ορισμένοι, ενώ υπήρξαν και εισηγήσεις που έλεγαν είτε να μην πούμε τίποτα είτε να δηλώσουμε το… θεσμικό ότι «ο πρώην πρωθυπουργός έχει τις απόψεις του». Τελικά αυτό το «θεσμικό» μπήκε μόνον στην πρώτη αράδα της ανακοίνωσης του Παύλου Μαρινάκη: «Έχουμε πει πολλές φορές ότι οι πρώην Πρωθυπουργοί έχουν το ειδικό προνόμιο να διατυπώνουν κατά καιρούς τις απόψεις και τις ανησυχίες τους για ζητήματα πολιτικής».
Στο τραπέζι έπεσε αμέσως μετά και το θέμα της διαγραφής, της δεύτερης δηλαδή διαγραφής του κ. Σαμαρά από τη ΝΔ: «Δεν μπορεί να μείνει αναπάντητο, ήταν σκληρή η ανακοίνωση, χρειάζεται να υπάρξει μια απάντηση εξίσου σκληρή απευθείας». Ο Πρωθυπουργός ζήτησε και άλλες γνώμες εκτός Μαξίμου. Ορισμένοι έλεγαν πως το έχει η μοίρα του Αντώνη Σαμαρά με το υπουργείο Εξωτερικών στο οποίο επιμένει και υπενθυμίζοντας ότι από ο υπουργείο Εξωτερικών τον «καρατόμησε» και ο πατέρας του Κυριάκου Μητσοτάκη, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης όταν ήταν πρωθυπουργός.
Ο Πρωθυπουργός είχε ένα ραντεβού στο σπίτι του και έφυγε, λέγοντας πως θα το σκεφθεί και θα επιστρέψει στις 5 το απόγευμα. Ο κ. Μαρινάκης μαζί με συνεργάτες του Πρωθυπουργού πήγαν σε διπλανό εστιατόριο να γευματίσουν, με την ανακοίνωση περί διαγραφής ανά χείρας. Περίμεναν απλώς το ok από τον Πρωθυπουργό. Περίπου στις 4.30 το απόγευμα, πήραν το ok από τον Πρωθυπουργό να δημοσιοποιήσουν την ανακοίνωση της διαγραφής.
Ολόκληρη η ανακοίνωση της διαγραφής του πρώην Πρωθυπουργού από τη ΝΔ έχει ως εξής:
«Έχουμε πει πολλές φορές ότι οι πρώην Πρωθυπουργοί έχουν το ειδικό προνόμιο να διατυπώνουν κατά καιρούς τις απόψεις και τις ανησυχίες τους για ζητήματα πολιτικής.
Ο κ. Σαμαράς, στην τελευταία συνέντευξή του, ωστόσο, δεν διατύπωσε απόψεις. Αλλά εξέφρασε την πλήρη διαφωνία του στο σύνολο της ασκούμενης κυβερνητικής πολιτικής. Επιπλέον, με τρόπο ανοίκειο και προκλητικό, υιοθέτησε ακραία ψεύδη, διαστρεβλώνοντας δηλώσεις του Υπουργού Εξωτερικών οι οποίες έχουν διευκρινιστεί κατ’ επανάληψη και αναλυτικά.
Έφτασε, μάλιστα, στο σημείο να ισχυριστεί ότι ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας και ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας «χαριεντίζονταν» με τον Πρόεδρο της Τουρκίας και τον Πρωθυπουργό της Αλβανίας.
Τέλος, η άκαιρη συζήτηση στην οποία επέμεινε
Όλα τα παραπάνω δεν μπορούν να γίνουν ούτε ανεκτά, ούτε αποδεκτά. Η κοινωνία έχει αφήσει πίσω, εδώ και χρόνια, λογικές πολιτικής «καμαρίλας» και συμπεριφορές που διαπνέονται από το κομματικό «γινάτι”. Όσοι, δε, οραματίζονται μία συρρικνωμένη ΝΔ στο μέτρο του 18%, ας αναλογιστούν ότι, με τη στρατηγική του Κυριάκου Μητσοτάκη, η Νέα Δημοκρατία κέρδισε μέχρι σήμερα τρεις εθνικές εκλογές με ποσοστά της τάξεως του 40%.
Ως εκ τούτου, ο κ. Σαμαράς, με τη σημερινή συνέντευξή του, θέτει εαυτόν, για δεύτερη φορά μετά το 1993, εκτός Νέας Δημοκρατίας. Εξάλλου, αυτό επεδίωξε. Αυτή τη φορά, όμως, η ιστορία δεν θα επαναληφθεί. Η Κυβερνητική πλειοψηφία συνεχίζει σταθερά την πορεία της, χωρίς τον κ. Σαμαρά. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να παίζει με τη σταθερότητα της πατρίδας σε αυτούς τους ταραγμένους καιρούς».
Τα έξι σημεία για τη διαγραφή Σαμαρά
Κυβερνητικές πηγές αναφερόμενες στη διαγραφή Σαμαρά, εστίασαν στα εξής έξις σημεία:
1. Ο κ. Σαμαράς επέμεινε στην προσβλητική διαστρέβλωση δηλώσεων του υπουργού Εξωτερικών Γ. Γεραπετρίτη περί δήθεν «μειοδοσίας», υιοθετώντας τις μεθόδους «κοπτοραπτικής», τις οποίες είχε καταγγείλει κατ’ επανάληψη η κυβέρνηση.
Ήδη από τις 7 Οκτωβρίου, άλλωστε, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης στην ενημέρωση των πολιτικών συντακτών είχε τονίσει την πραγματική και μόνη ερμηνεία των δηλώσεων του υπουργού. Επαναλαμβάνοντας την αληθινή διατύπωσή του που ήταν εντελώς διαφορετική: «Εάν είναι να κάνω καλό στον τόπο μου και να καταφέρω χωρίς να ζημιωθεί η πατρίδα μου έστω και κατ΄ ελάχιστο, να προασπίζονται τα συμφέροντά της, ενώ από κάποιους θα χαρακτηρίζομαι ως μειοδότης, τότε ας χαρακτηριστώ».
Καμία σχέση, λοιπόν, με «μειοδοσίες». Ωστόσο ο κ. Σαμαράς στη συνέντευξή του υιοθέτησε τις ύπουλες παρερμηνείες κάποιων κύκλων. Μάλιστα, με προκλητική διάθεση κάλεσε τον πρωθυπουργό «να στείλει σπίτι τους όποιους δηλώνουν ότι στο όνομα της φιλίας και ηρεμίας με την Τουρκία ας χαρακτηρισθούν και μειοδότες».
Η κυβέρνηση υπερασπίζεται αποδεδειγμένα τα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα στην πράξη. Δεν δέχεται μαθήματα πατριωτισμού από κανέναν. Όσο για τα περί «μειοδοσίας», δεν είναι παρά σενάρια επιστημονικής φαντασίας, τα οποία τελευταία δεν τολμούν να αρθρώσουν ούτε βουλευτές της αντιπολίτευσης.
2. Ο κ. Σαμαράς κατηγόρησε, επίσης, με ανοίκειο τρόπο τον Πρωθυπουργό και ταυτόχρονα πρόσβαλε και τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη, λέγοντας ότι οι δύο ηγέτες δήθεν «χαριεντίζονταν» με τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν και με τον πρωθυπουργό της Αλβανίας Εντι Ράμα. Όταν όλοι είδαν και ξέρουν ότι το συγκεκριμένο περιστατικό αφορούσε μία δεκάλεπτη συνομιλία, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής στην Βουδαπέστη.
Ο κ. Σαμαράς θεωρεί, άραγε, «χαριεντισμό» το γεγονός ότι για πρώτη φορά στα 50 χρόνια από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, ένας Τούρκος Πρόεδρος συνομίλησε με τον επίσημο Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ένα κράτος, μάλιστα, το οποίο υποτίθεται ότι η Τουρκία δεν αναγνωρίζει; Ο προσωπικός φανατισμός γίνεται, κάποτε, και εθνική μυωπία.
3. Ο κ. Σαμαράς κατήγγειλε ακόμη την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό ότι συνομιλούν με την Τουρκία. Ο ίδιος, όμως, ως πρωθυπουργός στο διάστημα 2012-2014 είχε συναντηθεί με τον Ερντογάν 4 φορές. Και επί της δικής του διακυβέρνησης έγιναν 6 κύκλοι διερευνητικών επαφών με την Άγκυρα.
Όλα αυτά, ενώ τότε η Τουρκία υποστήριζε τις ανιστόρητες και παράνομες θέσεις της. Έθετε ζητήματα «γκρίζων ζωνών». Διατηρούσε τον στρατό Κατοχής στην Κύπρο. Απειλούσε την Ελλάδα με casus belli. Ενώ τα μαχητικά της παραβίαζαν σε καθημερινή βάση τον εθνικό μας εναέριο χώρο. Κι όμως, ο κ. Σαμαράς συναντούσε τον Ερντογάν…
4. Ο κ. Σαμαράς στην άκαιρη συζήτηση στην οποία επέμεινε να δώσει συνέχεια γύρω από την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας ενέπλεξε και τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή. Από το περιβάλλον του τελευταίου, πάντως, δήλωσαν ότι «δεν υπήρξε καμία προσυνεννόηση». Αποδεικνύεται, έτσι, ότι επρόκειτο για πρωτοβουλία παρά τη θέση της κυβέρνησης και παρά τις διαθέσεις του κ. Καραμανλή. Μία πρωτοβουλία, μάλιστα, ούτε καν αυτογενής, καθώς αποτελεί μία επανάληψη ιδέας που είχε η κυρία Λατινοπούλου.
Η απόφαση για την Προεδρία της Δημοκρατίας θα ανακοινωθεί αποκλειστικά από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στον χρόνο που πρέπει, προασπίζοντας το κύρος του θεσμού και το πρόσωπο της Προέδρου.
5. Ο κ. Σαμαράς εξέφρασε, εντέλει, την πλήρη διαφωνία του με το σύνολο της κυβερνητικής πολιτικής, υιοθετώντας ακραία ψεύδη και διαστρεβλώσεις. Το περιεχόμενο των θέσεών του όπως και το ύφος με το οποίο τις επενδύει είναι εκτός πλαισίου της κυβερνητικής πολιτικής ου έχει τη λαϊκή έγκριση. Αλλά κι εκτός του θεσμικού πλαισίου υπευθυνότητας που προϋποθέτει η θέση ενός πρώην Πρωθυπουργού και πολιτικού αρχηγού. Αυτονοήτως, συνεπώς, τίθεται και ο ίδιος, για δεύτερη φορά, εκτός Ν.Δ.
Όσοι οραματίζονται μία συρρικνωμένη Νέα Δημοκρατία στο μέτρο του 18%, ας αναλογισθούν ότι με τη στρατηγική Μητσοτάκη η ΝΔ κέρδισε τρεις εθνικές εκλογές με ποσοστά της τάξεως του 40%. Κι όσοι ζητούν μία κυβέρνηση αιχμάλωτη συμφερόντων και εσωτερικών συσχετισμών, ας το ξεχάσουν. Η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Κι όταν αυτό επιχειρείται, παίρνει τη μορφή της φάρσας.
6. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι αυτή που ισχυροποίησε τη χώρα μας σε αμυντικό, διπλωματικό, γεωστρατηγικό και οικονομικό επίπεδο. Είναι η κυβέρνηση που ενίσχυσε όσο ποτέ άλλοτε την αμυντική μας δύναμη με την προμήθεια των μαχητικών Rafale, των φρεγατών Belharra και την παραγγελία των F 35, θωράκισε τα σύνορά μας στον Έβρο και στα νησιά, υπέγραψε τον καθορισμό ΑΟΖ με Αίγυπτο και Ιταλία, επεξέτεινε τα 12 μίλια στο Ιόνιο και ισχυροποίησε την Ελλάδα με στρατηγικού χαρακτήρα αμυντικές συνεργασίες, όπως συνέβη με Γαλλία και Ηνωμένες Πολιτείες.
Η κυβερνητική πλειοψηφία συνεχίζει σταθερά την πορεία της για την υλοποίηση του προγράμματός της, χωρίς τον κ. Σαμαρά. Για καλύτερους μισθούς και συντάξεις. Ένα αναβαθμισμένο ΕΣΥ. Και ένα κράτος ψηφιακό, στην υπηρεσία του πολίτη. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να παίζει με τη σταθερότητα της πατρίδας σε αυτούς τους ταραγμένους καιρούς.
Πηγή: To Vima