Το πρωτοφανές μέγεθος της συγκέντρωσης που διοργανώθηκε την Παρασκευή για τα δύο χρόνια από την τραγωδία των Τεμπών – σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ. ξεπερνούσε τις 200.000 άτομα, ενώ σύμφωνα με άλλες εκτιμήσεις άγγιζε τις 400.000 – που «εμπόδιζε την πλήρη ανάπτυξη των αστυνομικών δυνάμεων σε καίρια σημεία, αλλά και τις συνήθεις προληπτικές προσαγωγές».
Η παρείσφρηση μέσα στο τεράστιο πλήθος και σε τρία τουλάχιστον σημεία 2.000 αντιεξουσιαστών και χούλιγκαν από αρκετές ομάδες.
Η προσπάθεια των ΜΑΤ – συνολικά 55 διμοιρίες – να αποκρούσουν κυρίως πέριξ της Βουλής τις πρώτες επιθέσεις των κουκουλοφόρων ώστε να εξαντληθούν οι βόμβες μολότοφ και οι πέτρες που κουβαλούσαν.
Αυτοί είναι, σύμφωνα με υψηλόβαθμα στελέχη της λεωφόρου Κατεχάκη, οι παράγοντες που επηρέασαν αρνητικά και έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην έναρξη των εκτεταμένων επεισοδίων που σημειώθηκαν στη διάρκεια της συγκέντρωσης, η οποία και διοργανώθηκε ως μορφή διαμαρτυρίας για τη διαχείριση από την κυβέρνηση και τους δικαστικούς λειτουργούς της σιδηροδρομικής τραγωδίας στα Τέμπη.
Οι κυβερνητικές διαβεβαιώσεις
Το ερώτημα βέβαια είναι γιατί ενώ είχαν ενεργοποιηθεί 5.000 αστυνομικοί, υπήρχαν ελικόπτερα και drones που έστελναν ζωντανή εικόνα στο κέντρο επιχειρήσεων στη ΓΑΔΑ και προβλέπονταν προληπτικοί έλεγχοι από άνδρες της Ασφάλειας, τελικά τα επεισόδια έλαβαν τόσο μεγάλες διαστάσεις. Και, βέβαια, ενώ υπήρχαν σχετικές κυβερνητικές διαβεβαιώσεις για τα μέτρα ασφαλείας που είχαν ληφθεί ώστε να περιφρουρηθεί η διαδήλωση.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, οι ανεξέλεγκτες συγκρούσεις κουκουλοφόρων με αστυνομικούς, η ρίψη δεκάδων μολότοφ στο προαύλιο της Βουλής και η μαζική ρίψη δακρυγόνων οδήγησαν στην πρόωρη διάλυση της τεράστιας συγκέντρωσης και στο σκόρπισμα και τη μεταφορά των επεισοδίων μέχρι το Φιξ, τη λεωφόρο Βουλιαγμένης, την Ομόνοια, τα Πατήσια, το Μοναστηράκι κ.α.
Σύμφωνα με πληροφορίες που είχαν ληφθεί από τουλάχιστον δύο sites του αντιεξουσιαστικού χώρου – όπου υπήρχαν, σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., «συγκεκαλυμμένα καλέσματα για επεισόδια» –, αλλά και τις επικοινωνίες και τα διαδικτυακά μηνύματα φανατικών οπαδών από πολλές ομάδες, είχε δημιουργηθεί η εικόνα στις αρχές Ασφαλείας ότι «θα υπήρχαν πρωτοφανής έκτασης επεισόδια από τη σύμπραξη αναρχικών με χούλιγκαν, με κίνδυνο να υπάρχουν σοβαροί τραυματισμοί ή να θρηνήσουμε ακόμη και ανθρώπινα θύματα».
Αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. σημείωναν δε ότι «φοβόμαστε έναν συνδυασμό των πρωτοφανών συγκρούσεων που υπήρξαν τον Απρίλιο του 2021 στη Νέα Σμύρνη (σ.σ.: τότε είχε τραυματιστεί σοβαρά ένας αστυνομικός) με τη συνεργασία περίπου 3.000 αναρχικών και χούλιγκαν, αλλά και εκείνων που σημειώνονταν την περίοδο 2010-2014 στο κέντρο της Αθήνας, την περίοδο της οικονομικής κρίσης».
«Αποφεύχθηκαν τα χειρότερα»
Πάντως, στελέχη των αρχών Ασφαλείας σημείωναν με βάση αυτό το σκεπτικό ότι «μπορεί τελικά να υπήρξαν εκτεταμένες συγκρούσεις στο κέντρο της Αθήνας, όμως ευτυχώς αποφεύχθηκαν τα χειρότερα. Δεν υπήρξαν σοβαροί τραυματισμοί πολιτών, αλλά και οι σφοδρές συγκρούσεις δεν είχαν μεγάλη διάρκεια. Επιπλέον αποφεύχθηκαν και οι πολλές σώμα με σώμα μάχες διαδηλωτών με αστυνομικούς που είναι εξαιρετικά επικίνδυνες».
Με στελέχη της Κατεχάκη να σημειώνουν ότι έχουν καταγραφεί και οι καθοδηγήσεις δραστήριας ομάδας αναρχικών από ένα-δύο άτομα που στέκονταν έξω από ξενοδοχείο της περιοχής. Κύρια επισήμανση αστυνομικών που βρίσκονταν στο πεδίο ήταν ότι «φαίνεται πως αρκετοί από τους νεαρούς που συγκρούστηκαν με την Αστυνομία δεν είχαν μεγάλο απόθεμα από μολότοφ, πέτρες κ.λπ. Κάτι που αποδίδεται πιθανόν στη μικρή εμπειρία τους σε συγκρούσεις με την ΕΛ.ΑΣ. μεγάλης διάρκειας, αφού προέρχονταν κυρίως από τον χώρο των χούλιγκαν της πρωτεύουσας. Και έτσι ύστερα από την πρώτη φάση των μετωπικών επιθέσεων από τα ΜΑΤ και των ενεργειών των αστυνομικών δεν επανέρχονταν, αλλά χάνονταν στις γύρω περιοχές όπου συνεχίζονταν για πολλές ώρες οι αψιμαχίες».
Ακόμη, για τους επιτελείς της λεωφόρου Κατεχάκη ήταν σημαντικό ότι επιτεύχθηκε ένας από τους κύριους στόχους των αστυνομικών μέτρων που ήταν η προστασία του Κοινοβουλίου και γειτονικών κυβερνητικών κτιρίων.
Ομως στα μέτρα ασφαλείας υπήρχαν πολλές αστοχίες και ανάμεσα σε αυτές ότι δεν ενεργοποιήθηκαν οι δύο αύρες εκτόξευσης νερού, δεν υπήρξαν εκτεταμένοι έλεγχοι για να αποτραπεί η παρουσία κουκουλοφόρων μέσα στη διαδήλωση, αλλά και δεν υπήρξε έγκαιρη επέμβαση όταν εκείνοι άρχισαν να σπάνε τα σκαλιά του ξενοδοχείου Μεγάλη Βρεταννία. Αστυνομικοί υποστήριζαν ότι λόγω του τεράστιου πλήθους δεν ήταν δυνατή η τοποθέτηση των «Αιάντων» με το νερό κοντά στην πλατεία Συντάγματος για να μη θεωρηθεί ότι απειλούν τους διαδηλωτές.
Ακόμη, η παρουσία χιλιάδων πολιτών στην περιοχή από νωρίς το πρωί εμπόδιζε τους ελέγχους ύποπτων ατόμων. Επίσης διαπιστώθηκε ότι υπήρχε μεθοδική, σταδιακή παρουσία αντιεξουσιαστών μέσα στο τεράστιο ειρηνικό πλήθος. Ετσι, όταν άρχισαν τα επεισόδια, δεν υπήρξε η δυνατότητα άμεσης επέμβασης της ΕΛ.ΑΣ. γιατί οι ταραξίες περιβάλλονταν από πλήθος πολιτών που δεν είχαν καμία συμμετοχή σε αυτά. Αντίστοιχα προβλήματα είχαν παρουσιαστεί κι άλλες φορές σε παρόμοιες περιστάσεις και τις εκμεταλλεύονταν οι κουκουλοφόροι.
«Αίαντες» κατά διαδηλωτών
Τέλος, όσον αφορά την απρόκλητη εκτόξευση νερού για απώθηση διαδηλωτών που είχαν επανέλθει, μετά τα επεισόδια, στην πλατεία Συντάγματος, αστυνομικοί υποστήριζαν ότι αυτό έγινε γιατί εκτίμησαν πως «κάποιοι από αυτούς ήταν εριστικοί και έκαναν ύποπτες κινήσεις με κίνδυνο επανέναρξης των επεισοδίων». Κάτι βεβαίως που δεν επιβεβαιώνεται από τα υπάρχοντα δεδομένα.
Πηγή: To Vima