Τουρκική εισβολή: Στα αζήτητα πια 691 Ελληνοκύπριοι Συνολικά 691 Ελληνοκύπριοι, οι οποίοι χάθηκαν κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής, δεν αναζητούνται από τη Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων (ΔΕΑ) και κατ’ επέκταση ούτε από την Κυπριακή Δημοκρατία. Όσο τραγικό και αν ακούγεται, η Κυπριακή Δημοκρατία τους «έθαψε» ίσως για δύο λόγους: Ο πρώτος, αφενός, αφορά πιθανή πίεση από τουρκικής πλευράς για μείωση του αριθμού των αγνοουμένων και αφετέρου, ενδεχομένως να βρίσκεται στη σύγκληση πληροφοριών, στοιχείων ή μαρτυριών, ότι τα πρόσωπα αυτά είχαν σκοτωθεί, εκτελεστεί κ.λπ., κατά τη διάρκεια των εχθροπραξιών. Ο δεύτερος λόγος, προφανώς, σχετίζεται με την αξιοπιστία της ελληνοκυπριακής πλευράς στην προσπάθεια διακρίβωσης της τύχης των αγνοουμένων, αν τελικά αποδεικνύετο ότι ήταν όντως νεκροί. Ωστόσο, τα άτομα αυτά (565 πεσόντες κατά τη διάρκεια της εισβολής και 126 που αφαιρέθηκαν από τον αρχικό κατάλογο των 1.619 αγνοουμένων) δεν αναζητούνται καν, έστω και για να ταφούν τα οστά τους με αξιοπρέπεια. Όσα οστά βρέθηκαν και ανήκουν στις δύο πιο πάνω κατηγορίες, εντοπίστηκαν τυχαία κατά τη διάρκεια εκσκαφών από τη ΔΕΑ για εξεύρεση αγνοουμένων. Το θέμα των 565 πεσόντων και των 126 διαγραφέντων από την κατάλογο των αγνοουμένων ηγέρθη σε πρόσφατη συνεδρία της κοινοβουλευτικής επιτροπής Προσφύγων και Αγνοουμένων. Σε έγγραφο το οποίο κατατέθηκε και το οποίο είχε αποστείλει το γραφείο του Επιτρόπου Προεδρίας επί Ανθρωπιστικών Θεμάτων το έτος 2000 στους συγγενείς αγνοουμένων, αναφερόταν πως: «Σύμφωνα με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 4/5/2000 και με θέμα το ζήτημα αγνοουμένων/πεσόντων 1974, κατά την οποίαν μεταξύ άλλων αποφασίστηκε η ενημέρωση για το θέμα των 126 προσώπων των οποίων οι υποθέσεις ενώ εβρίσκονταν στον κατάλογο των αγνοουμένων, δεν κατατέθηκαν για έρευνα στη ΔΕΑ». «Πληροφορείστε», συνέχιζε το ενημερωτικό «ότι κατόπιν μελέτης του περιεχομένου του φακέλου του αγνοουμένου (…) από την ειδική επιτροπή στην οποία συμμετείχαν δύο επιτροπές συγγενών αγνοουμένων, υπό την προεδρία του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας τον Σεπτέμβριο του 1995, λήφθηκε απόφαση, η υπόθεση να μην κατατεθεί για διερεύνηση στην ΔΕΑ. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η μαρτυρία που εξασφαλίστηκε είναι τέτοια ώστε να μην δικαιολογεί την αναζήτηση του από την τουρκική πλευρά», κατέληγε το ενημερωτικό το οποίο ήταν πανομοιότυπο για όλες τις περιπτώσεις. Συγκλονιστική ήταν η περιγραφή του κ. Μάριου Παγώνη, αδελφού του Μιχάλη Παγώνη, ο οποίος περιλαμβανόταν στον κατάλογο των 126. Ανάμεσα σε άλλα, ανέφερε και τα ακόλουθα τα οποία δίνουν μια εικόνα της κόλασης που έζησε η οικογένεια την περίοδο της αναζήτησης του αγνοούμενου (από τον κατάλογο των 126). «Τις μέρες του πολέμου, οι γονείς μας κάθε μέρα έπαιρναν ταξί και αναζητούσαν τον αδελφό μας. Υπήρχαν πληροφορίες ότι στις 19 Ιουλίου 1974, ο αδελφός μας (ο οποίος ήταν κάτοικος Αμμοχώστου) παρουσιάστηκε στο 11ο Τακτικό Συγκρότημα, όπου τον επισκέφθηκαν οι γονείς μας. Έκτοτε δεν είδαμε τον Μιχάλη. Το έτος 2000 η Επιτροπή Αγνοουμένων, μας ενημέρωσε ότι ο Μιχάλης κατατάχθηκε στον κατάλογο των 126 με το αιτιολογικό ότι δεν υπήρχε μαρτυρία ότι θεάθηκε σε περιοχή ελεγχόμενη από τους Τούρκους. Δεν το αναφέραμε στους γονείς μας και το χειριζόμαστε τα έξι αδέλφια. Κάποιος είπε ότι ο αδελφός μας θεάθηκε στους Μύλους του Καραβά. Βρισκόμαστε σε αυτή την αίθουσα σήμερα, επειδή παρ’ όλον ότι από το 2001 υπάρχει μαρτυρία ότι βρισκόταν στους Μύλους του Καραβά, ο αδελφός μας εξακολουθεί να βρίσκεται στον κατάλογο των 126 και διερωτόμαστε γιατί; Οι 126 φάκελοι δεν δόθηκαν στην ΔΕΑ διότι οι τότε σοφοί θεώρησαν ότι έπρεπε να αφαιρεθούν κάποιοι από τον κατάλογο των αγνοουμένων. Ο Ραούφ Ντεκτάς ισχυριζόταν ότι οι 126 σκοτώθηκαν στο πραξικόπημα και ότι δεν έπρεπε να τους αναζητούμε ανάμεσα στους αγνοούμενους. Το συζήτησα με τον τότε Γενικό Εισαγγελέα, Αλέκο Μαρκίδη. Είπε “τον είδαν οι γονείς σας από εδώ”, δηλαδή στις ελεύθερες περιοχές». Οι γονείς του Μιχάλη, δεν ενημερώθηκαν ποτέ για ό,τι συνέβη στο παιδί τους. Η κ. Βάσω Παγώνη, αδελφή του αγνοούμενου Μιχάλη Παγώνη υπέδειξε, πως η Πολιτεία, το λιγότερο που είχε να κάνει για κάποιον ο οποίος έδωσε τη ζωή του για την πατρίδα, ήταν να εξαντλήσει όλα τα περιθώρια διακρίβωσης της τύχης του και όχι να παραδίδει μια επιστολή στην οικογένεια του, ότι δεν μπορεί να τον αναζητήσει από την τουρκική πλευρά. Η Επίτροπος Προεδρίας επί Ανθρωπιστικών Θεμάτων, Άννα Αριστοτέλους, ανέφερε ότι στην υπόθεση Παγώνη, το 2001 προέκυψαν μαρτυρίες ότι χάνεται στην περιοχή του Καραβά. Αυτή, καθώς και άλλες υποθέσεις από τις 126 που αφαιρέθηκαν από τον κατάλογο των αγνοουμένων, προστέθηκαν στη συνέχεια.
Συνολικά 691 Ελληνοκύπριοι, οι οποίοι χάθηκαν κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής, δεν αναζητούνται από τη Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων (ΔΕΑ) και κατ’ επέκταση ούτε από την Κυπριακή Δημοκρατία.
Όσο τραγικό και αν ακούγεται, η Κυπριακή Δημοκρατία τους «έθαψε» ίσως για δύο λόγους: Ο πρώτος, αφενός, αφορά πιθανή πίεση από τουρκικής πλευράς για μείωση του αριθμού των αγνοουμένων και αφετέρου, ενδεχομένως να βρίσκεται στη σύγκληση πληροφοριών, στοιχείων ή μαρτυριών, ότι τα πρόσωπα αυτά είχαν σκοτωθεί, εκτελεστεί κ.λπ., κατά τη διάρκεια των εχθροπραξιών. Ο δεύτερος λόγος, προφανώς, σχετίζεται με την αξιοπιστία της ελληνοκυπριακής πλευράς στην προσπάθεια διακρίβωσης της τύχης των αγνοουμένων, αν τελικά αποδεικνύετο ότι ήταν όντως νεκροί.
Ωστόσο, τα άτομα αυτά (565 πεσόντες κατά τη διάρκεια της εισβολής και 126 που αφαιρέθηκαν από τον αρχικό κατάλογο των 1.619 αγνοουμένων) δεν αναζητούνται καν, έστω και για να ταφούν τα οστά τους με αξιοπρέπεια. Όσα οστά βρέθηκαν και ανήκουν στις δύο πιο πάνω κατηγορίες, εντοπίστηκαν τυχαία κατά τη διάρκεια εκσκαφών από τη ΔΕΑ για εξεύρεση αγνοουμένων.
Το θέμα των 565 πεσόντων και των 126 διαγραφέντων από την κατάλογο των αγνοουμένων ηγέρθη σε πρόσφατη συνεδρία της κοινοβουλευτικής επιτροπής Προσφύγων και Αγνοουμένων.
Σε έγγραφο το οποίο κατατέθηκε και το οποίο είχε αποστείλει το γραφείο του Επιτρόπου Προεδρίας επί Ανθρωπιστικών Θεμάτων το έτος 2000 στους συγγενείς αγνοουμένων, αναφερόταν πως:
«Σύμφωνα με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 4/5/2000 και με θέμα το ζήτημα αγνοουμένων/πεσόντων 1974, κατά την οποίαν μεταξύ άλλων αποφασίστηκε η ενημέρωση για το θέμα των 126 προσώπων των οποίων οι υποθέσεις ενώ εβρίσκονταν στον κατάλογο των αγνοουμένων, δεν κατατέθηκαν για έρευνα στη ΔΕΑ».
«Πληροφορείστε», συνέχιζε το ενημερωτικό «ότι κατόπιν μελέτης του περιεχομένου του φακέλου του αγνοουμένου (…) από την ειδική επιτροπή στην οποία συμμετείχαν δύο επιτροπές συγγενών αγνοουμένων, υπό την προεδρία του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας τον Σεπτέμβριο του 1995, λήφθηκε απόφαση, η υπόθεση να μην κατατεθεί για διερεύνηση στην ΔΕΑ. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η μαρτυρία που εξασφαλίστηκε είναι τέτοια ώστε να μην δικαιολογεί την αναζήτηση του από την τουρκική πλευρά», κατέληγε το ενημερωτικό το οποίο ήταν πανομοιότυπο για όλες τις περιπτώσεις.
Συγκλονιστική ήταν η περιγραφή του κ. Μάριου Παγώνη, αδελφού του Μιχάλη Παγώνη, ο οποίος περιλαμβανόταν στον κατάλογο των 126. Ανάμεσα σε άλλα, ανέφερε και τα ακόλουθα τα οποία δίνουν μια εικόνα της κόλασης που έζησε η οικογένεια την περίοδο της αναζήτησης του αγνοούμενου (από τον κατάλογο των 126).
«Τις μέρες του πολέμου, οι γονείς μας κάθε μέρα έπαιρναν ταξί και αναζητούσαν τον αδελφό μας. Υπήρχαν πληροφορίες ότι στις 19 Ιουλίου 1974, ο αδελφός μας (ο οποίος ήταν κάτοικος Αμμοχώστου) παρουσιάστηκε στο 11ο Τακτικό Συγκρότημα, όπου τον επισκέφθηκαν οι γονείς μας. Έκτοτε δεν είδαμε τον Μιχάλη. Το έτος 2000 η Επιτροπή Αγνοουμένων, μας ενημέρωσε ότι ο Μιχάλης κατατάχθηκε στον κατάλογο των 126 με το αιτιολογικό ότι δεν υπήρχε μαρτυρία ότι θεάθηκε σε περιοχή ελεγχόμενη από τους Τούρκους. Δεν το αναφέραμε στους γονείς μας και το χειριζόμαστε τα έξι αδέλφια. Κάποιος είπε ότι ο αδελφός μας θεάθηκε στους Μύλους του Καραβά. Βρισκόμαστε σε αυτή την αίθουσα σήμερα, επειδή παρ’ όλον ότι από το 2001 υπάρχει μαρτυρία ότι βρισκόταν στους Μύλους του Καραβά, ο αδελφός μας εξακολουθεί να βρίσκεται στον κατάλογο των 126 και διερωτόμαστε γιατί; Οι 126 φάκελοι δεν δόθηκαν στην ΔΕΑ διότι οι τότε σοφοί θεώρησαν ότι έπρεπε να αφαιρεθούν κάποιοι από τον κατάλογο των αγνοουμένων. Ο Ραούφ Ντεκτάς ισχυριζόταν ότι οι 126 σκοτώθηκαν στο πραξικόπημα και ότι δεν έπρεπε να τους αναζητούμε ανάμεσα στους αγνοούμενους. Το συζήτησα με τον τότε Γενικό Εισαγγελέα, Αλέκο Μαρκίδη. Είπε “τον είδαν οι γονείς σας από εδώ”, δηλαδή στις ελεύθερες περιοχές».
Οι γονείς του Μιχάλη, δεν ενημερώθηκαν ποτέ για ό,τι συνέβη στο παιδί τους.
Η κ. Βάσω Παγώνη, αδελφή του αγνοούμενου Μιχάλη Παγώνη υπέδειξε, πως η Πολιτεία, το λιγότερο που είχε να κάνει για κάποιον ο οποίος έδωσε τη ζωή του για την πατρίδα, ήταν να εξαντλήσει όλα τα περιθώρια διακρίβωσης της τύχης του και όχι να παραδίδει μια επιστολή στην οικογένεια του, ότι δεν μπορεί να τον αναζητήσει από την τουρκική πλευρά.
Η Επίτροπος Προεδρίας επί Ανθρωπιστικών Θεμάτων, Άννα Αριστοτέλους, ανέφερε ότι στην υπόθεση Παγώνη, το 2001 προέκυψαν μαρτυρίες ότι χάνεται στην περιοχή του Καραβά. Αυτή, καθώς και άλλες υποθέσεις από τις 126 που αφαιρέθηκαν από τον κατάλογο των αγνοουμένων, προστέθηκαν στη συνέχεια.