Με σακχαρώδη διαβήτη ο ένας στους δέκα παγκοσμίως – Με προβλήματα όρασης ο ένας στους τέσσερις διαβητικούς
Μια από τις σημαντικότερες επιπλοκές του σακχαρώδη διαβήτη εμφανίζεται στα μάτια και μπορεί να επηρεάσει σοβαρά την όραση του πάσχοντος από διαβήτη. Σύμφωνα με έρευνες, ένα στα δέκα άτομα στον πλανήτη μας πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη. Ένας στους 4 ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 θα παρουσιάσει βλάβες στα μάτια, λόγω της υψηλής συγκέντρωσης σακχάρου στον οργανισμό. Από αυτούς, το 50% δεν είναι ενήμερο για το πρόβλημα του, καθώς δεν υποβάλλεται σε τακτικό οφθαλμολογικό έλεγχο.
Διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια
Η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια αποτελεί μία από τις πιο σοβαρότερες εκδηλώσεις που εμφανίζονται στα μάτια εξαιτίας του σακχαρώδη διαβήτη και διακρίνεται σε δύο τύπους:
Μη παραγωγική αμφιβληστροειδοπάθεια: Αυτή η μορφή μπορεί να εμφανίζεται σε ήπιο, μέτριο ή σοβαρό βαθμό. Σε αυτόν τον τύπο, επηρεάζονται αρχικά τα μικρά αγγεία του αμφιβληστροειδούς. Καθώς η νόσος εξελίσσεται, τα τριχοειδή αποφράσσονται, προκαλώντας ισχαιμία, ενώ τα μεγαλύτερα αγγεία αποκτούν βλάβες στα τοιχώματα τους, προκαλώντας, μικροαιμορραγίες, μικροανευρύσματα και εξιδρώματα, που μπορεί να οδηγήσουν σε μείωση της όρασης λόγω συσσώρευσης υγρών στην περιοχή τη ωχράς κηλίδας. Στην περίπτωση αυτή, έχουμε το διαβητικό οίδημα ωχράς.
Παραγωγική αμφιβληστροειδοπάθεια: Σε αυτό τον τύπο, λόγω της εκτεταμένης ισχαιμίας εμφανίζονται παθολογικά αγγεία, γνωστά και ως νεοαγγεία. Εάν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα, αυτά τα νεοαγγεία μπορούν να προκαλέσουν απότομη μείωση της όρασης λόγω αιμορραγιών, ελκτικής αποκόλλησης αμφιβληστροειδούς ή ακόμα και αύξησης της ενδοφθάλμιας πίεσης (νεοαγγειακό γλαύκωμα).
Ποιοι παράγοντες συνδέονται με την εμφάνιση της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας;
Η ανάπτυξη διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας συνδέεται με τους εξής παράγοντες:
Διάρκεια του σακχαρώδη διαβήτη
Μη ικανοποιητική ρύθμιση της υπεργλυκαιμίας (HbA1c > 6,5%)
Υπέρταση
Κάπνισμα
Υπερχοληστερολαιμία
Υπερλιπιδαιμία
Πρωτεϊνουρία
Κύηση/εγκυμοσύνη
Ποια είναι τα συμπτώματα της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας;
Στα πρώιμα στάδια της νόσου, δεν παρατηρούνται συμπτώματα από την όραση. Ακόμα και όταν υπάρχουν σοβαρές αλλαγές στον αμφιβληστροειδή, λόγω μη παραγωγικής αμφιβληστροειδοπάθειας, ο ασθενής μπορεί να μην αντιλαμβάνεται κάποια συμπτώματα που θα τον οδηγήσουν στο γιατρό, επειδή δεν νιώθει κάποιο πόνο ή δεν επηρεάζεται η όραση του.
Τα πρώτα συμπτώματα μείωσης της όρασης θα παρουσιαστούν όταν θα επηρεαστεί ή ωχρά κηλίδα, η κεντρική περιοχή του αμφιβληστροειδούς, εκεί δηλαδή που βρίσκονται οι σημαντικότεροι φωτο-υποδοχείς. Το διαβητικό οίδημα της ωχράς οφείλεται σε συσσώρευση υγρών από τα αγγεία που διαρρέουν. Στην περίπτωση αυτή, η μείωση της όρασης εμφανίζεται προοδευτικά και μέσα σε μεγάλο χρονικό διάστημα. Αν, όμως, συμβεί κάποια ενδοβολβική αιμορραγία λόγω νεοαγγείωσης, τότε η πτώση της όρασης θα είναι απότομη. Σε περίπτωση νεοαγγειακού γλαυκώματος, η μείωση της όρασης μπορεί να συνοδεύεται και από πόνο. Παρ’ όλα αυτά, αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμα και σε προχωρημένες περιπτώσεις, η νόσος μπορεί να εξελίσσεται για αρκετό χρονικό διάστημα χωρίς συμπτώματα, υπογραμμίζοντας την ανάγκη τακτικής οφθαλμολογικής παρακολούθησης για άτομα με διαβήτη. Οι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη θα πρέπει να εξετάζονται μία φορά το χρόνο, αν δεν έχουν σημεία διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας. Αν εμφανίσουν σημεία, τότε η παρακολούθηση θα πρέπει να γίνεται συχνότερα, ανάλογα με την βαρύτητα της αμφιβληστροειδοπάθειας.
Πώς γίνεται η διάγνωση της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας;
Η καλύτερη προστασία κατά της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας είναι οι τακτικές οφθαλμολογικές εξετάσεις. Σύμφωνα με την Αμερικανική Ακαδημία Οφθαλμολογίας, η προτεινόμενη συχνότητα ελέγχου για ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη ορίζεται ως εξής:
-Για ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι, κάθε έτος έπειτα από 5 χρόνια από τη διάγνωση.
-Για ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ, άμεσα μετά τη διάγνωση και έπειτα από κάθε έτος.
-Για εγκύους γυναίκες με σακχαρώδη διαβήτη, ο έλεγχος προτείνεται κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της κύησης.
Ο ετήσιος οφθαλμολογικός έλεγχος βοηθά στην άμεση διάγνωση της διαβητικής οφθαλμικής νόσου και περιλαμβάνει διάφορες εξετάσεις, όπως:
-Έλεγχος οπτικής οξύτητας
-Εξέταση στη σχισμοειδή λυχνία: Ελέγχονται η παρουσία καταρράκτη και νεοαγγείωσης της ίριδας.
-Τονομέτρηση: Μέτρηση της ενδοφθάλμιας πίεσης για τυχόν ύπαρξη γλαυκώματος.
-Βυθοσκόπηση: Εξέταση του βυθού του οφθαλμού για ανίχνευση σημείων, όπως μικροανευρύσματα, εξιδρώματα, νεοαγγεία, αιμορραγία υαλώδους, αποκόλληση αμφιβληστροειδούς και αλλοιώσεις του οπτικού νεύρου.
-Φλουοροαγγειογραφία: Εξέταση με έγχυση ενδοφλέβιου σκιαγραφικού για διάγνωση ισχαιμίας ή διαρροής αγγείων του αμφιβληστροειδούς.
-OCT (Οπτική Τομογραφία Συνοχής) ωχράς: Τρισδιάστατη απεικόνιση των στρωμάτων του αμφιβληστροειδούς σε πραγματικό χρόνο.
-ΟCT Angio (Οπτική Αγγειογραφία) ωχράς: Απεικόνιση του τριχοειδικού και αγγειακού δικτύου με αναίμακτη αγγειογραφία, χωρίς έγχυση ενδοφλέβιου σκιαγραφικού.
-Έγχρωμες φωτογραφίες βυθού: Καταγραφή με ψηφιακή κάμερα βυθού για λεπτομερή ανάλυση της ανατομίας του αμφιβληστροειδούς.
-Έγχρωμες φωτογραφίες εκτεταμένου οπτικού πεδίου (wide field): Λεπτομερής αναπαράσταση της ανατομίας του αμφιβληστροειδούς.
Ποιοι είναι πιο ευάλωτοι στην ανάπτυξη διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας;
Συνήθως, τα πρώτα σημάδια του διαβήτη στο μάτι εμφανίζονται στην πλειοψηφία των ατόμων με ινσουλινοεξαρτώμενο διαβήτη (τύπος Ι) περίπου 10 με 15 χρόνια μετά την διάγνωση της νόσου. Στα άτομα με διαβήτη τύπου 2, που αναπτύχθηκε σε μεγαλύτερη ηλικία, συνήθως ανιχνεύονται κατά τη διάρκεια οφθαλμολογικών εξετάσεων. Ο χρόνος της εμφάνισης των διαβητικών αλλοιώσεων εξαρτάται άμεσα από την ρύθμιση του σακχάρου. Αν οι ασθενείς ρυθμίζουν την γλυκοζυλιομένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c) κάτω από την τιμή του 6,5%, πιθανότατα δεν θα πάθουν ποτέ διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια.
Σε ασθενείς με αρρύθμιστο σάκχαρο, τα πρώτα σημεία εμφανίζονται μετά από μια δεκαετία. Επιπλέον, οι γενετικοί παράγοντες φαίνεται να επηρεάζουν το βαθμό με τον οποίο η νόσος επηρεάζει τον οφθαλμό, ενώ στα παιδιά που πάσχουν από νεανικό διαβήτη, οι διαβητικές αλλοιώσεις εμφανίζονται συνήθως κατά την εφηβεία.
Κάθε πότε θα πρέπει να κάνει οφθαλμολογικές εξετάσεις ο διαβητικός ασθενής;
Οι ασθενείς που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη πρέπει να υποβάλλονται σε ετήσιες εξετάσεις, αν δεν εμφανίζουν σημάδια διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας. Στην περίπτωση που αντιμετωπίζουν διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια ή ξεκινούν θεραπεία με ινσουλίνη, οι εξετάσεις θα πρέπει να διενεργούνται κάθε 4-6 μήνες, ή συχνότερα, σύμφωνα με τις οδηγίες του οφθαλμίατρου. Σε κάθε διαβητικό ασθενή, αρχικά θα πρέπει να πραγματοποιείται μια πλήρης οφθαλμολογική εξέταση, συμπεριλαμβανομένης της βυθοσκόπησης. Επιπλέον, η εκτέλεση οπτικής τομογραφίας συνοχής (OCT) είναι απαραίτητη για λεπτομερή έλεγχο του βυθού, ιδίως σε άτομα με αρχική ή πιθανή διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια.
Παράλληλα, η ψηφιακή φωτογράφηση του βυθού σε τακτά χρονικά διαστήματα, βοηθά τον οφθαλμίατρο να εντοπίζει μικρές διαφορές στην εικόνα του βυθού. Σε περίπτωση που υπάρχουν αλλοιώσεις που επηρεάζουν την όραση, η κατάσταση των αγγείων του βυθού θα πρέπει να εξεταστεί και με χρήση φλουοροαγγειογραφίας. Αυτή η εξέταση πραγματοποιείται μετά από ενδοφλέβια έγχυση χρωστικής και απεικονίζει τα παθολογικά σημεία στα αγγεία και το οίδημα που προκαλείται από αυτά. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτή είναι αναγκαία για τη θεραπεία με Laser.
Πώς αντιμετωπίζεται η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια;
Η καλύτερη προσέγγιση για τη θεραπεία της νόσου είναι η ρύθμιση του διαβήτη. Η θεραπευτική προσέγγιση ποικίλλει, ανάλογα με τον τύπο και τη σοβαρότητα της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας, με τον οφθαλμίατρο να επιλέγει την κατάλληλη προσέγγιση για τον κάθε ασθενή:
Φωτοπηξία με Argon Laser: Πρόκειται για εστιακή φωτοπηξία που χρησιμοποιεί Laser για την καυτηρίαση αμφιβληστροειδικών αγγείων που αιμορραγούν, με στόχο τη σταθεροποίηση της όρασης και τη μείωση των εξιδρωμάτων.
Ενδοϋαλοειδικές εγχύσεις anti-VEGF παραγόντων: Χρησιμοποιούνται αντι- αγγειογενετικά φάρμακα για την καταπολέμηση της παθολογικής νεοαγγείωσης και του οιδήματος του αμφιβληστροειδούς.
Υαλοειδεκτομή ή βιτρεκτομή: Είναι μια μικροχειρουργική επέμβαση που περιλαμβάνει την αφαίρεση του υαλοειδούς σώματος, κυρίως σε περιπτώσεις αιμορραγίας ή αποκόλλησης του αμφιβληστροειδούς.
Ένθεση βαλβίδας σε περίπτωση νεοαγγειακού γλαυκώματος: Είναι μια αντιγλαυκωματική επέμβαση για να μειώσει την ενδοφθάλμια πίεση «Αυτές οι θεραπείες εφαρμόζονται ανάλογα με το στάδιο της νόσου και μπορούν να σταθεροποιήσουν ή ακόμη και να βελτιώσουν την όραση των ασθενών που πάσχουν από διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, οίδημα της ωχράς κηλίδας και άλλες σχετικές καταστάσεις», καταλήγει ο κ. Παπαδόπουλος.
ygeiamou.gr