Θα τον έκαναν αστυνομικό ενώ είχε καταδίκη για βόμβα
Άφησαν υποψήφιο αστυνομικό να περάσει όλες τις δοκιμασίες και στο τέλος τον έκοψαν, όταν τους είπε ότι είχε προηγούμενη καταδίκη για τοποθέτηση βόμβας.
Δικαστήριο στο οποίο προσέφυγε ο υποψήφιος ανέτρεψε την απόφαση, βρίσκοντας ότι το Συμβούλιο Προσλήψεων, αντί να εξετάσει πρώτα το παρελθόν του το εξέτασαν στο τέλος. Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, ο αιτητής πέρασε το 2019-2020 επιτυχώς από όλες τις εξετάσεις (γραπτές, ψυχομετρικές, αθλητικές και ιατρικές) για πρόσληψη στην Αστυνομία και Πυροσβεστική, ενώ υποβλήθηκε σε έλεγχο νάρκοτεστ, με αρνητικό αποτέλεσμα. Μετά την ολοκλήρωση όλων των διαδικασιών, το Συμβούλιο Προσλήψεων, αφού έλαβε περαιτέρω πληροφορίες για το παρελθόν του αιτητή, μεταξύ των οποίων και πληροφορίες σχετικά με προηγούμενες καταδίκες του, τον «έκοψε» από τις προσλήψεις.
Συγκεκριμένα, λήφθηκε υπόψη η καταδίκη του το 2013, από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας σε 15 μήνες φυλάκιση με 3 χρόνια αναστολή για το αδίκημα της απόπειρας καταστροφής περιουσίας με εκρηκτικές ύλες, σε 10 μήνες φυλάκιση με 3 χρόνια αναστολή για το αδίκημα της κακόβουλης ζημίας και σε 12 μήνες φυλάκιση με 3 χρόνια αναστολή, για το αδίκημα της μεταφοράς εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια (αυτοσχέδιος εκρηκτικός μηχανισμός υψηλής ισχύος). Για τα εν λόγω αδικήματα, ο αιτητής κατέστη άτομο απαγορευμένο να κατέχει πυροβόλο όπλο. Το Συμβούλιο Προσλήψεων, στη συνεδρία του ημερομηνίας 24.3.2021, έκρινε ότι, παρόλο που η ποινική καταδίκη του αιτητή είχε αποκατασταθεί, η φύση των αδικημάτων που αυτός διέπραξε, η σοβαρότητα της ποινής, αλλά και το γεγονός ότι πρόκειται για άτομο απαγορευμένο να κατέχει όπλο, είναι στοιχεία που δείχνουν το χαρακτήρα του και που επηρεάζουν αρνητικά το διορισμό του στην Αστυνομία και αποφάσισε τη μη συμπερίληψή του στον πίνακα διοριστέων.
Ο αιτητής καταχώρησε προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο με τον ισχυρισμό περί έλλειψης επαρκούς αιτιολογίας της πράξης. Το Δικαστήριο έκρινε εν πρώτοις, ότι δεν προκύπτει από τα ενώπιον του στοιχεία ότι το Συμβούλιο Προσλήψεων, είναι στη βάση μη ικανοποιητικών συστάσεων που διαμόρφωσαν άποψη για τον χαρακτήρα του αιτητή, όπως επιτάσσει ο Κανονισμός 4(1)(β). Συνεπώς, εύλογα τίθεται ζήτημα ορθής εφαρμογής και ερμηνείας της εν λόγω κανονιστικής διάταξης από τους καθ’ ων η αίτηση στην συγκεκριμένη περίπτωση.
Περαιτέρω, τονίζεται στην απόφαση, ότι ανεξάρτητα από το κατά πόσον είναι ο ίδιος ο αιτητής που εν προκειμένω παρέσχε τη σχετική πληροφόρηση, ελλείψει ρητής συμπερίληψής τους στις πρόνοιες των Κανονισμών αναφορικά με τις προϋποθέσεις διορισμού στην Αστυνομία, τίθεται το ερώτημα κατά πόσον οι προηγούμενες καταδίκες συνιστούν πράγματι κώλυμα για έναν τέτοιο διορισμό. Πόσω δε μάλλον όταν πρόκειται για ποινική καταδίκη που έχει αποκατασταθεί. «Ακόμα δε και σε περίπτωση που θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι, ως εκ της φύσεως των καθηκόντων και/ή του επαγγέλματος του αστυνομικού, η απουσία προηγούμενων καταδικών είναι απαραίτητη προϋπόθεση για διορισμό στην Αστυνομία, και πάλι, δεν μπορώ παρά να εντοπίσω κενό στη σχετική δευτερογενή νομοθεσία, η οποία δεν συνάδει με την απαιτούμενη ασφάλεια δικαίου», αναφέρει ο Φίλιππος Κωμοδρόμος.
Όφειλαν, καταλήγει το Διοικητικό Δικαστήριο, οι καθ’ ων η αίτηση, κατ’ ορθή εφαρμογή των προαναφερθεισών κανονιστικών διατάξεων, εξ’ αρχής και πριν από οποιαδήποτε άλλη ενέργεια, να προβούν στην αξιολόγηση της αίτησης του αιτητή, λαμβάνοντας υπόψη τις όποιες πληροφορίες και/ή δεδομένα σχετικά με τον χαρακτήρα του ή/και το παρελθόν του.
Μετά τη διαπίστωση αυτή το Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση για απόρριψη της αίτησης του για πρόσληψη στην Αστυνομία.