Γυναίκες θύματα βίαιων συμπεριφορών πρόσφυγες στην Κύπρο
Με τις συγκλονιστικές μαρτυρίες δύο Αφρικανώνγυναικών από το Καμερούν και τη Σομαλία, θύματα βάναυσης έμφυλης ενδοοικογενειακής βίας που έχουν αναγνωρισθεί ως πρόσφυγες στην Κυπριακή Δημοκρατία, αφού κατέφυγαν στο νησί μας για να γλιτώσουν κυριολεκτικά τη ζωή τους, σημαδεύτηκε η ανοιχτή συζήτηση για τα προβλήματα των γυναικών προσφύγων και αιτητριών ασύλου στην Κύπρο που συνδιοργανώθηκε από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Κύπρο (UNHCR Cyprus) και την Αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Κύπρο (EC Representation in Cyprus) την περασμένη βδομάδα με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας. Τονίσθηκε ότι υπάρχει αυτή τη στιγμή περιορισμένη ικανότητα υποδοχής και ένταξης στην Κύπρο, μια κατάσταση που θέτει τις γυναίκες πρόσφυγες και τα κορίτσια που ζητούν άσυλο, σε αυξημένο κίνδυνο έλλειψης στέγης, εκμετάλλευσης και κακοποίησης.
Στη συζήτηση που έγινε στο Σπίτι της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Λευκωσία και συντόνισε η δημοσιογράφος του «Φ» Ξένια Τούρκη, ακούστηκαν συστάσεις για την αντιμετώπιση και τον μετριασμό αυτών των προκλήσεων. Συζητητές στο πάνελ ήταν ο γενικός διευθυντής του υφυπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας Γιάννης Νικολαϊδης, ο πρόεδρος του Εθνικού Συντονιστικού Φορέα Πρόληψης και Καταπολέμησης της Βίας κατά των Γυναικών στο υπουργείο Δικαιοσύνης Άριστος Τσιάρτας, η εκτελεστική διευθύντρια του φιλανθρωπικού οργανισμού Caritas Κύπρου Elizabeth Kassinis και η διευθύντρια του Μεσογειακού Ινστιτούτου Μελετών Κοινωνικού Φύλου (MIGS) Σουσάνα Παύλου. Την εκδήλωση άνοιξαν με σύντομες προσφωνήσεις ο αναπληρωτής επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Κύπρο Νίκος Ίσαρης και η αντιπρόσωπος της UNHCR στην Κύπρο Katja Saha. Στην εκδήλωση παρευρέθηκαν η πρόεδρος, η αντιπρόεδρος, η γραμματέας και η β. γραμματέας του ιδρύματος «ΖΩΗ κατά της Εμπόλεμης Βίας» («ZOE v War Violence») Αλίκη Χατζηγεωργίου, Νατάσα Φρειδερίκου, Ρίτα Καρατζιά και Ζωή Μαυρογένους. Η κυρία Χατζηγεωργίου με παρέμβαση της στη διάρκεια της συζήτησης είπε ότι «η χειρότερη μορφή βίας είναι αυτή που βιώνουν οι γυναίκες καθημερινά στις εμπόλεμες ζώνες. Θέλω σήμερα – πρόσθεσε – να θυμηθούμε τις δικές μας γυναίκες που το 1974 ήταν θύματα βιασμών από Τούρκους στρατιώτες και δυστυχώς στη συνέχεια έμειναν αβοήθητες και εγκαταλελειμμένες από το κράτος και την κοινωνία. Το ίδρυμα αναγνωρίζει ότι πολλές από τις γυναίκες μετανάστριες, προέρχονται από εμπόλεμες ζώνες ή από χώρες με αναχρονιστικά καθεστώτα και καλεί τη διεθνή κοινωνία να στηρίξει τα ανθρώπινα δικαιώματα τους, προσφέροντας τους ασφάλεια και προστασία για μια νέα ζωή».
Έφυγε για να σώσει τη ζωή της
Η 40χρονη Nde από το Καμερούν, μητέρα μιας 12χρονης κόρης, ανέφερε μεταξύ άλλων από το βήμα της εκδήλωσης ότι μεγάλωσε και σπούδασε σχεδιάστρια μόδας στο Bafoussam (Δυτικό Καμερούν), ότι μετακόμισε αργότερα στην πρωτεύουσα της χώρας Yaounde όπου διατηρούσε ατελιέ για 14 χρόνια. «Όλα πήγαιναν καλά – είπε – μέχρι που ο πρώην σύντροφός μου αποφάσισε να γίνει ο βασανιστής μου. Υπέμεινα για δύο χρόνια τη βίαιη συμπεριφορά του, μέχρι τη στιγμή που έπρεπε να εγκαταλείψω τη χώρα μου, αφήνοντας πίσω την 6χρονη κόρη μου, για να σώσω τη ζωή μου». Η Nde πρόσθεσε ότι το 2018 κατέφυγε στην Κύπρο ως αιτήτρια ασύλου, όπου έτυχε πολύ σημαντικής βοήθειας από την Caritas Κύπρου. Και συνέχισε: «Πέρασα πολλά που δεν μπορώ να τα πω όλα με λεπτομέρειες, γιατί μπορεί να χρειαστούν μέρες! Στην Κύπρο αντιμετώπισα διακρίσεις στη δουλειά, στη διαδικασία ενοικίασης σπιτιού, στο αστυνομικό τμήμα, στην αγορά, αλλά πάντα υπήρχαν καλοί άνθρωποι πρόθυμοι να με βοηθήσουν ή να με κάνουν να νιώσω δυνατή. Τον Αύγουστο 2019 βρήκα δουλειά σε ένα σούπερ μάρκετ και έγινα μέλος της διαδικτυακής ομάδας Arte Migrante, όπου γνώρισα τον άντρα που είναι σήμερα ο σύζυγός μου. Το 2021 παντρευτήκαμε στη Λευκωσία, το 2022 φέραμε την κόρη μου εδώ από το Καμερούν και το 2023 αναγνωρίσθηκα ως πρόσφυγας στην Κύπρο. Και έχω ένα μεγάλο όνειρο: Ως θύμα κακοποίησης, ως γυναίκα μονογονιός για πολλά χρόνια και ως επαγγελματίας με πολυετή εμπειρία στον χώρο της μόδας, θα ήθελα να δημιουργήσω έναν δικό μου χώρο, για να προσφέρω δωρεάν εκπαίδευση για γυναίκες μονογονιούς και θύματα βίας, όπου θα μπορούν να μοιράζονται αγάπη και δεξιότητες και να ενδυναμώνουν άλλα άτομα. Θα είμαι ευγνώμων, αν κάποιος μπορούσε να με βοηθήσει να πραγματοποιήσω αυτό το όνειρο! Σε όσους αντιμετωπίζουν δυσκολίες, λέω πάντα να αναζητήσουν βοήθεια και να μη ξεχνούν ποτέ, ότι δεν είναι μόνοι».«Για πρώτη φορά είμαι ο εαυτός μου»
Η 25χρονη Maryam Dahir Ilmi γεννήθηκε στη Σομαλία, αλλά μεγάλωσε στην Κένυα από Σομαλούς πρόσφυγες που είχαν καταφύγει στη γειτονική χώρα, λόγω του εμφυλίου πολέμου που είχε ξεσπάσει το 1991 – και που ακόμα συνεχίζεται – στη Σομαλία. Η οικογένεια της διέμενε αρχικά στον προσφυγικό καταυλισμό Dadaab, όπου φιλοξενούνται εκατοντάδες χιλιάδες Σομαλοί πρόσφυγες και αργότερα στην πρωτεύουσα της Κένυας Ναϊρόμπι, όπου εξακολουθούν να ζουν οι γονείς της, οι οποίοι στο μεταξύ έχουν χωρίσει. Τόσο η ίδια, όσο και η μητέρα της που τώρα ζει μόνη της στην Κένυα, υπήρξαν θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Η Maryam εγκατέλειψε την οικογένεια της και τη χώρα και ήρθε στην Κύπρο όπου ζήτησε άσυλο πριν δύο χρόνια, για να αποφύγει να υποστεί κλειτοριδεκτομή, μια επώδυνη παραδοσιακή πρακτική που επιβάλλεται σε όλα τα νεαρά κορίτσια της πατρίδας της. Η Σομαλία έχει το μεγαλύτερο ποσοστό κλειτοριδεκτομών στον κόσμο. Ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων (FGM – Female Genital Mutilation), αποτελεί μία σοβαρή μορφή βίας με βάση το φύλο και συνιστά παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της γυναίκας. Έχει μόνιμες και σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία των γυναικών θυμάτων, σωματικές και ψυχολογικές, ενώ μπορεί να οδηγήσει ακόμη και στο θάνατο. Η Maryam μας είπε ότι η κατά δυο χρόνια μεγαλύτερη αδελφή της Hafsa, πέθανε στα 16 της, μετά από κλειτοριδεκτομή που της έκαναν ηλικιωμένες γυναίκες της κοινότητας. Πριν ένα χρόνο περίπου η Maryam αναγνωρίσθηκε ως πρόσφυγας στην Κύπρο και τώρα εργάζεται ως μεταφράστρια στην Υπηρεσία Ασύλου του υπουργείου Εσωτερικών. «Είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου – μας είπε – που νιώθω ανεξάρτητη, που είμαι ο εαυτός μου, που απολαμβάνω την ελευθερία μου και που αποφασίζω εγώ για μένα και όχι άλλοι. Στη χώρα μου, η γυναίκα δεν έχει φωνή, δεν έχει τίποτε, ανήκει στον πατέρα και μετά στον άντρα της. Όταν ήρθα εδώ, συνάντησα άτομα που με βοήθησαν, έχω Κύπριους φίλους που τους αγαπώ πολύ. Θέλω να βοηθήσω άλλα κορίτσια και γυναίκες, ώστε να ενδυναμωθούν, να αρνούνται την πρακτική του FGM και να υπερασπίζονται τον εαυτό τους. Θέλω να ανοίξω εστιατόριο στη Λευκωσία με παραδοσιακά φαγητά της πατρίδας μου, όπου θα γνωρίζω και θα μπορώ να βοηθώ κορίτσια σαν εμένα. Το όνειρο μου είναι να κάνω σπουδές διεθνών σχέσεων και να ταξιδεύω στον κόσμο, έχοντας πάντα τον ίδιο στόχο – να βοηθώ άλλες νεαρές γυναίκες. Για τα κορίτσια που βιώνουν άσχημες καταστάσεις, έχω να πω ότι όταν ξεπεράσουν το φόβο τους και υψώσουν τη φωνή τους, θα ενθουσιαστούν γιατί θα βρουν στήριξη από πολλούς, έτσι που να γίνουν πρότυπα για αλλαγή – για ν’ αλλάξουν προς το καλύτερο τη ζωή κάποιου άλλου».
*Αξίζει να υπογραμμισθεί στο σημείο αυτό η παρατήρηση του Άριστου Τσιάρτα, που παίρνοντας τον λόγο μετά τις ομιλίες των δύο γυναικών, ανέφερε ότι «οι εξιστορήσεις των προσφύγων για τη μεταναστευτική τους εμπειρία, εμπεριέχει συχνά το στοιχείο της ελπίδας και του ονείρου, αλλά και πολλές σιωπές… εκκωφαντικές σιωπές και λυγμούς που δεν εκδηλώνονται…».
Yπηρεσίες με έμφυλη ευαισθησία
«Οι κρατικές αρχές θα πρέπει να διασφαλίζουν τη συστηματική συλλογή δεδομένων κατά την πρώτη άφιξη στην Κύπρο, γυναικών αιτητριών ασύλου, για τη σεξουαλική και έμφυλη βία που έζησαν, για να είναι σε θέση να προγραμματίζουν και αναπτύσσουν πολιτικές και μέτρα που ανταποκρίνονται στις ειδικές ανάγκες των επιζώντων», είπε μεταξύ άλλων στην παρέμβασή της στη συζήτηση η διευθύντρια του MIGS Σουσάνα Παύλου. Πρόσθεσε τα ακόλουθα: «Οι κρατικές αρχές θα πρέπει να παρέχουν υπηρεσίες υποστήριξης με ευαισθησία ως προς το φύλο στα κέντρα υποδοχής, προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος βίας σε βάρος των γυναικών προσφύγων ή/και να παρέχουν εξειδικευμένη υποστήριξη σε γυναίκες επιζήσασες σεξουαλικής βίας.
Αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει την παροχή χώρων «μόνο για γυναίκες», πληροφοριών σε σχετικές γλώσσες, χωριστή στέγαση, εξειδικευμένη υγειονομική περίθαλψη με ιδιαίτερη προσοχή στα ασυνόδευτα κορίτσια και τις ανύπαντρες γυναίκες, τις εγκύους και τις γυναίκες με παιδιά. Τα δημόσια ιδρύματα θα πρέπει να βελτιώσουν τα μέτρα για κατάλληλες λύσεις στέγασης, που επιτρέπουν στις γυναίκες πρόσφυγες να είναι ανεξάρτητες και να έχουν βασικές κοινωνικές υπηρεσίες και δραστηριότητες, όπως δημόσια συγκοινωνία, σχολεία παιδιών, ευκαιρίες εργασίας και εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης. Πρέπει να αρθούν οι φραγμοί στην αγορά εργασίας και σε ασφαλείς επιλογές απασχόλησης, για τις γυναίκες πρόσφυγες και τις αιτήτριες ασύλου, που δεν τις θέτουν σε περαιτέρω κίνδυνο έμφυλης βίας. Και πρέπει να παρέχεται οικονομική βοήθεια ή να επιδοτείται η παιδική μέριμνα για γυναίκες με παιδιά, ώστε να επιτρέπεται η πρόσβαση σε ευκαιρίες απασχόλησης και κατάρτισης».
Στο ίδιο πνεύμα μίλησε και η εκτελεστική διευθύντρια του Caritas Κύπρου Elizabeth Kassinis, επισημαίνοντας ότι «ως οργανισμός πρώτης γραμμής στην υπηρεσία ευάλωτων και περιθωριοποιημένων ανθρώπων, διαπιστώνουμε ότι οι γυναίκες μετανάστριες είναι πιθανό να υποστούν βία, ή να κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν την εκμετάλλευση, με αποτέλεσμα να διακυβεύεται η σωματική ή ψυχολογική τους ευεξία και να χρειάζονται ιατρική περίθαλψη. Επίσης είναι πιθανό να έχουν άλλα εξαρτώμενα άτομα, ή πρακτικά – και συχνά αθέατα – εμπόδια, στην ένταξη στην αγορά εργασίας, στην πρόσβαση σε υπηρεσίες, εκπαιδευτικές και άλλες, με αποτέλεσμα τον κοινωνικό αποκλεισμό και την περιθωριοποίηση τους».