Αντιστρέφει τα πυρά ο Οδυσσέας περί ανάρμοστης συμπεριφοράς
Ο Γενικός Ελεγκτής Οδυσσέας Μιχαηλίδης αντιστρέφει τα πυρά περί ανάρμοστης συμπεριφοράς. Χωρίς να κάνει ευθέως αναφορά στη σχετική ορολογία που χρησιμοποίησε ο Γενικός Εισαγγελέας στην αίτηση για παύση του, ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης επικαλείται αναφορές του κ. Γιώργου Σαββίδη, όπως αυτές περιελήφθησαν στην αίτηση που υπέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου.
Συγκεκριμένα, ο Γενικός Ελεγκτής στη σύνοψη της ένστασης του καταγράφει κοσμητικά επίθετα τα οποία χρησιμοποιεί ο Γενικός Εισαγγελέας καθώς και άλλες αναφορές για τον Οδυσσέα Μιχαηλίδη, τον οποίον χαρακτηρίζει ως «ανέντιμο», «αναξιοπρεπή», «αυθάδη» και «αλαζόνα», που η μόνη έγνοια του είναι «να αναδείξει τον εαυτό του ως δήθεν τον μόνο προστάτη της νομιμότητας», «προς δόξα άκρατου λαϊκισμού» και του οποίου «μοναδικό κίνητρο ήταν η σπίλωση άλλων ατόμωνκαι θεσμών και η ανάδειξή του ως του μόνου αδιάφθορου αξιωματούχου».
Ο Γενικός Ελεγκτής μέσω των δικηγόρων του αμφισβητεί τη δικαιοδοσία του Γενικού Εισαγγελέα να ζητήσει την παύση του, αναφέροντας:
«Εγείρεται θέμα, το οποίο θα πρέπει να απασχολήσει το Συμβούλιο, κατά ποσό ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, νομιμοποιείται να καταχωρήσει την παρούσα Αίτηση ως Αιτητής, τη στιγμή μάλιστα που η Αίτηση προφανώς δεν αποτελεί ποινική υπόθεση, και να επιζητεί την άμεση απόλυση ενός άλλου θεσμικού και ομότιμού του αξιωματούχου και συγκεκριμένα του Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας, ιδιαίτερα όταν πολλά από τα κατ’ ισχυρισμό θιγέντα δικαιώματα του Αιτητή δεν αφορούν θεσμικά, αλλά προσωπικά συμφέροντα του ίδιου και του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα».
Στην ένσταση του Γενικού Ελεγκτή, η οποία βασίζεται στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και ιδιαίτερα στα Άρθρα 1Α, 112, 113, 114, 115, 116, γίνεται επίκληση και των δηλώσεων του Προέδρου της Δημοκρατίας, ως εξής:
Σημειώνουμε και δημόσιες δηλώσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας με τις οποίες επικρότησε το έργο της Ελεγκτικής Υπηρεσίας και εξέφρασε τη διαφωνία του με καταχώρηση αίτησης ως η παρούσα.
Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο δημοσιογραφικής διακαναλικής συνέντευξής του στις 5.3.2024, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ανάφερε ότι οι σχέσεις του με τον Γενικό Ελεγκτή είναι «εξαιρετικές» και ότι ο Γενικός Ελεγκτής «κάνει μια εξαιρετική δουλειά.»
Επίσης, πριν την καταχώρηση της Αίτησης (του Γενικού Εισαγγελέα) στις 22.4.2024, μιλώντας στο κρατικό ραδιόφωνο, ο αναπληρωτής Κυβερνητικός Εκπρόσωπος Γιάννης Αντωνίου, δήλωσε ότι: «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ξεκαθάρισε πολλές φορές πως δεν θα αναλάβει πρωτοβουλία για παύση του Γενικού Ελεγκτή, αυτή είναι η θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας». Ερωτηθείς ως προς το γιατί δεν πρόκειται να αναλάβει τέτοια πρωτοβουλία και αν είναι επειδή θεωρεί πως ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης κάνει εξαιρετική δουλειά απάντησε επειδή ο Πρόεδρος θεωρεί πως δεν εγείρεται τέτοιο θέμα από τον ίδιο.
Εξάλλου, την επομένη της καταχώρησης της Αίτησης του Γενικού Εισαγγελέα (δηλαδή στις 27.4.2024), ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας χαρακτήρισε την καταχώρηση ατυχέστατη και δυσάρεστη εξέλιξη.
Στην ένσταση αναφέρεται πως η αίτηση έχει μελετηθεί πολύ προσεκτικά και προστίθεται: Την θεωρούμε έκδηλα αβάσιμη κατά την έννοια της παραγράφου 4 του περί του Συμβουλίου του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 2023. Πέραν τούτου, και οι 15 ξεχωριστές κατ’ ισχυρισμό περιπτώσεις ανάρμοστης συμπεριφοράς είναι έκδηλα ανυπόστατες και καταχρηστικές και συνεπώς έκδηλα αβάσιμες.
«Κατ’ ακρίβεια», προστίθεται, «καμία από τις 15 κατ’ ισχυρισμό περιπτώσεις ανάρμοστης συμπεριφοράς δεν έχει σχέση με την ικανότητα και/ή καταλληλότητα του καθ’ ου η Αίτηση να εκτελεί τα καθήκοντα της θέσης του Γενικού Ελεγκτή, ούτε και δημιουργεί αντικειμενικά τέτοια εντύπωση. Προφανώς είναι το αντίθετο που συμβαίνει, όπως δείχνουν δημόσιες δηλώσεις κρατικών αξιωματούχων, διεθνών οργανισμών αλλά και διαχρονικές δημοσκοπήσεις σύμφωνα με τις οποίες με συνέπεια το κοινό, κατά συντριπτική πλειοψηφία, εκφράζει την εμπιστοσύνη του στον Γενικό Ελεγκτήκαι την Ελεγκτική Υπηρεσία για το επιτυχημένο έργο το οποίο επιτελούν».
Ως προς τις αναφορές του Γενικού Εισαγγελέα για τις διαφορετικές απόψεις που εξέφρασε ο Γενικός Ελεγκτής σε θέσεις της Νομικής Υπηρεσίας, στην ένσταση προστίθενται και τα ακόλουθα:
«Θεωρούμε τα πιο πάνω εξαιρετικά μεγάλης σημασίας αφού, μεταξύ άλλων, κύριο υπόβαθρο της παρούσας Αίτησης αποτελεί ο ισχυρισμός του Αιτητή, πρώτον ότι αυτός ασκεί έλεγχο επί της συμπεριφοράς του Γενικού Ελεγκτή, και δεύτερον ότι ο Γενικός Ελεγκτής οφείλει να μην εκφράζει (διαφορετική) γνώμη επί θεμάτων επί των οποίων έχει εκφράσει προηγουμένως γνώμη ο Γενικός Εισαγγελέας, ως εάν ο Γενικός Ελεγκτής να είναι ιεραρχικώς υποκείμενος στον Γενικό Εισαγγελέα. Ωστόσο, τόσο ο Γενικός Εισαγγελέας όσο και ο Γενικός Ελεγκτής αποτελούν ισότιμα, ανεξάρτητα όργανα της Δημοκρατίας, ο καθένας με τις δικές του αρμοδιότητες και εξουσίες».
«Οι Εισαγγελείς φαίνεται να διακατέχονται από προσωπικό μένος»
Στην κατάληξη της ένστασης του Γενικού Ελεγκτή εκφράζεται και η ακόλουθη θέση: «Ο Γενικός Εισαγγελέας και ο Βοηθός Γενικού Εισαγγελέα φαίνεται, δυστυχώς, να διακατέχονται από προσωπικό μένος, σε βαθμό μανίας, κατά του Γενικού Ελεγκτή. Πέραν των υποτιμητικών και προσβλητικών αναφορών τους στο πρόσωπο του Γενικού Ελεγκτή, και της διαστρέβλωσης κάθε αναφοράς και ενέργειάς του ώστε να αθροίσουν όσους περισσότερους λόγους μπορούν για να τον απομακρύνουν από τη θέση του, είναι προφανές ότι, εδώ και πολύ καιρό, συλλέγουν και επεξεργάζονται με απομαγνητοφώνησηκάθε δήλωση και συνέντευξη του ίδιου και του εκπρόσωπου τύπου της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, και συλλέγουν και αποθηκεύουν κάθε ανάρτηση στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσηςτου Γενικού Ελεγκτή, της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, του υιού και της αδελφής του Γενικού Ελεγκτή, ίσως και άλλων συγγενών του, και κάθε αρνητικού για τους ίδιους σχολίου στη «Ομάδα Στήριξης Γενικού Ελεγκτή». Συνέλεγαν επίσης κάθε επιστολή και ανακοίνωση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας και δεκάδες αποκόμματα εφημερίδων. Πρόκειται για υλικό εκατοντάδων σελίδων, ίσως και χιλιάδων, και εύλογα εγείρεται το ερώτημα ποιος συνέλεγε και επεξεργαζόταν το υλικό αυτό.
Αναφέρεται επίσης, «πως το μόνο το οποίο αναδεικνύεται μέσω του υλικού που μονόπλευρα παρατίθεται στην Αίτηση, είναι μια συνεχής προσπάθεια παρεμπόδισης του συνταγματικού έργου το οποίο ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίαςεπιτελεί και περαιτέρω αναδεικνύεται η ύπαρξη και λειτουργία ενός φορέα του θεσμού ο οποίος με ζήλο, αυστηρότητα και απρόσωπα, επιτελεί τα καθήκοντά του, χωρίς να διστάζει να έρχεται και σε αντιπαράθεση με οποιονδήποτε άλλο θεσμό ή αξιωματούχο εκεί όπου αυτό καθίσταται αναγκαίο, για το σκοπό της προάσπισης της απαιτούμενης ανεξαρτησίας του ίδιου του θεσμού τον οποίο τάχθηκε να υπηρετεί».
Το χρονικό της ρήξης και αναφορές σε αντίποινα
Σχετικά με τη διασάλευση των σχέσεων του ιδίου με τους επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας, ο Γενικός Ελεγκτής παρατηρεί, πως ενόσω ήταν υπουργοί, οι σχέσεις τους ήταν καλές, και προσθέτει:
> Πολύ νωρίς μετά τον διορισμό τους, προέκυψε το θέμα της πρόσβασηςτης Ελεγκτικής Υπηρεσίας στους φακέλους του Προγράμματος των Χρυσών Διαβατηρίων. Η προσπάθεια της Υπηρεσίας για έλεγχο είχε ξεκινήσει ένα χρόνο προηγουμένως, τον Ιούλιο του 2019. Αφού πρώτα υπήρξε κωλυσιεργία της Κυβέρνησης στην παράδοση των στοιχείων, τελικά τον Νοέμβριο του 2019 το Υπουργικό Συμβούλιο, όταν Υπουργοί ήταν τόσο ο νυν Γενικός Εισαγγελέας όσο και ο νυν Βοηθός Γενικού Εισαγγελέα, αποφάσισε τον διορισμό της Επιτροπής Καλογήρου.
Η Ελεγκτική Υπηρεσία αποφάσισε να αναμένει την Επιτροπή Καλογήρου να ολοκληρώσει το έργο της. Μέχρι που το καλοκαίρι του 2020 προέκυψαν τα δημοσιεύματα του Al Jazeera. Τούτο επιδείνωσε την ήδη αρνητική εικόνα του Προγράμματος και έτσι η Ελεγκτική Υπηρεσία αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να αναμένει άλλο και στις 28.8.2020 ξεκίνησε τη διεξαγωγή σχετικού ελέγχου. Η ίδια η Κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα καλέσει τον Γενικό Εισαγγελέα να διορίσει νέα Ερευνητική Επιτροπή, όπως και έγινε.
Η Κυβέρνηση, με ισχυρό σύμμαχο τον Γενικό Εισαγγελέα, επιχείρησε να εμποδίσει τον έλεγχο που αφορούσε αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου στις οποίες μετείχαν και οι δύο επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας. Όμως η Ελεγκτική Υπηρεσία, από στοιχεία στα οποία είχε πρόσβαση μέσω άλλων αρχείων και βάσεων δεδομένων, κατάφερε να ολοκληρώσει δύο ελέγχους με πολύ σημαντικά ευρήματα.
Η Κυβέρνηση, με ισχυρό σύμμαχο τον Γενικό Εισαγγελέα, επιχείρησε να εμποδίσει τη δημοσιοποίηση των Εκθέσεων. Ούτε αυτό το κατάφερε.
> Ακολούθησε η υπόθεση τουΕπιτρόπου Εθελοντισμού (Γιαννάκη Γιαννάκη), ενός ισχυρού στελέχους της Κυβέρνησης. Η Ελεγκτική Υπηρεσία ολοκλήρωσε τη διερεύνηση καταγγελίας που είχε ενώπιον της και διαβίβασε την υπόθεση στην Αστυνομία. Λόγω κοινοποίησης του θέματος στην αρμόδια Αρχή του κ. Γιάννη Γιαννάκη, που ήταν ο Οργανισμός Νεολαίας, το θέμα έλαβε δημοσιότητα. Ο Βοηθός Γενικού Εισαγγελέα επιχείρησε με αυστηρό ύφος να επιπλήξει τον Γενικό Ελεγκτή που ανέδειξε τέτοιο θέμα και να τον εκφοβίσει για το μέλλον.
> Ακολούθησαν και διάφορα άλλα θέματα, πολιτικά πολύ ευαίσθητα, στα οποία η Κυβέρνηση, και σε ορισμένες περιπτώσεις και η ίδια η ηγεσία της Νομικής Υπηρεσίας, δεν επιθυμούσε τον έλεγχο. Οι οπλίτες σε ευνοϊκές θέσεις στο Υπουργείο Άμυνας και στο ΓΕΕΦ, τα εξώδικα πρόστιμα, ο οπλισμός που παραχωρείται σε ιδιώτες, και διάφοροι περιβαλλοντικοί έλεγχοι. Η Κυβέρνηση, με ισχυρό σύμμαχο τον Γενικό Εισαγγελέα, κατάφερε να παρεμποδίσει την Ελεγκτική Υπηρεσία από του να έχει πρόσβαση στα στοιχεία που ήταν αναγκαία για τον έλεγχο.
> Υπήρξε επίσης η περίπτωση της επέκτασης κατά 5,5 χρόνια της συμφωνίας διαχείρισης των αεροδρομίων που συμφώνησε προκαταρκτικά το Υπουργείο Οικονομικών.
Αίφνης, προέκυψε ο έλεγχος της Ελεγκτικής Υπηρεσίας που ζήτησε τη διερεύνηση τυχόν ευθυνών του Υπουργείου Οικονομικών για δύο συμβάσεις με Συμβούλους που παρανόμως είχε συνάψει με τη σύμφωνο γνώμη της Νομικής Υπηρεσίας. Και πάλιν υπήρξε σωτήρια παρέμβαση του Γενικού Εισαγγελέα.
> Ακολούθησε το μείζον θέμα των φυλακών. Η Διεύθυνση των Φυλακών βρέθηκε σε ευθεία αντιπαράθεση με αξιωματικό της Αστυνομίας που ήταν ευνοούμενος της Νομικής Υπηρεσίας. Η Ελεγκτική Υπηρεσία, θεωρώντας ότι θα μπορούσε να προσφέρει διέξοδο σε δύο λειτουργούς που είχαν καταγγείλει αδικήματα διαφθοράς και κινδύνευαν με θυματοποίηση, προσφέρθηκε να αποτελέσει το χώρο απόσπασής τους αν αποφασιζόταν η μετακίνησή τους από τις Φυλακές. Καμία άλλη εμπλοκή της. Αλλά αυτό ενέτεινε το μένος κατά του Καθ’ ου η Αίτηση.
> Και μετά, ήρθαν ξαφνικά οι καταγγελίες του Γενικού Ελεγκτή στην Αρχή κατά της Διαφθοράς για αναστολές ποινικών διώξεων που αποφάσισε ο Βοηθός Γενικού Εισαγγελέα, η μία και πάλιν με πρωταγωνιστή το ίδιο πρόσωπο που προστάτευσαν στην υπόθεση των Φυλακών. Αυτό ξεχείλισε το ποτήρι. Οι δύο επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας, μόλις το θέμα δημοσιοποιήθηκε, προανήγγειλαν τη λήψη αντιποίνων.
Εν κατακλείδι, ο Γενικός Ελεγκτής θεωρεί, πως και οι 15 λόγοι (και ολόκληρη η Αίτηση) για παύση του είναι πρόδηλα αβάσιμοι και καταχρηστικοί. Η δε ενέργεια του Γενικού Εισαγγελέα, συνιστά, κατά τον Γενικό Ελεγκτή, αντίποινο και εκδικητικό μέτρο επειδή τόλμησε να διαβιβάσει καταγγελίες προς την Αρχή κατά της Διαφθοράς, καθώς επίσης και μέτρο που ξεκάθαρα παραβιάζει το συνταγματικό δικαίωμα για την ελευθερία έκφρασης.