Αλεξίπτωτα για τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κατασκεύαζε η Γεροσκήπου
Εξαιρουμένων των μεγαλύτερων ηλικιακά κατοίκων της Γεροσκήπου και της επαρχίας Πάφου γενικότερα, ελάχιστοι γνωρίζουν το μεταξουργείο που λειτουργούσε στον σημερινό δήμο, στις αρχές του 20ου αιώνα.
Όλοι γνωρίζουν το παλιό ΚΕΝ Πάφου, που βρίσκεται στο κέντρο της Γεροσκήπου. Και όμως, ο λόγος γίνεται για το ίδιο πράγμα, αφού της λειτουργίας του εντυπωσιακού σε όγκο κτιριακού συγκροτήματος που λειτουργούσε μέχρι σχετικά πρόσφατα ως ΚΕΝ, προηγήθηκε η λειτουργία του ως του μοναδικού μεταξουργείου της επαρχίας Πάφου. Και, μάλιστα, ως το μοναδικό στην Κύπρο βιομηχανικό κέντρο που κατασκεύαζε αλεξίπτωτα για τις ανάγκες των συμμάχων στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σήμερα, η άγνωστη αυτή πτυχή του κατά τα άλλα πολύ γνωστού παλιού ΚΕΝ Πάφου, ξανάρχεται στην επικαιρότητα. Αφενός μεν η πώληση του χώρου από την ιδιοκτήτρια τράπεζα στον Δήμο Γεροσκήπου και αφετέρου οι επικείμενες δημοτικές και περιφερειακές εκλογές, έχουν βάλει το θέμα της ανάδειξης και αξιοποίησης του ιστορικού χώρου στην καθημερινή ατζέντα των θεμάτων της Γεροσκήπου. Πολλές φωνές που ήδη ακούγονται, ζητούν τη σύνδεση του χώρου με το παρελθόν της περιοχής και το μεταξουργείο θεωρείται ως ενδεικτικότερη περίπτωση της σύνδεσης αυτής.
Μιλώντας στον «Φ» ο δημοτικός σύμβουλος Γεροσκήπου, Ανδρέας Χριστοφίδης, επισημαίνει ότι το 1926 άρχισε τη λειτουργία του το Μεταξουργείο Γεροσκήπου («The Cyprus Silk Filature Ltd»), το οποίο ανήγειρε αγγλική εταιρεία και λειτούργησε απρόσκοπτα ως τέτοιο μέχρι το 1934. Τότε, το μεγαλύτερο μέρος του πουλήθηκε στον Κύπριο επιχειρηματία, Ν.Κ. Λανίτη και μετονομάστηκε σε «Βιομηχανίαι Πάφου Λτδ», αναφέρει. Επαναλειτούργησε ως μεταξουργείο το 1940, με την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου για κατασκευή αλεξίπτωτων, για να κλείσει οριστικά το 1952.
Για χρόνια απασχολούσε μεγάλο αριθμό εργατών και εργατριών από τη Γεροσκήπου και τα γύρω χωριά και αποτέλεσε τον βασικότερο οικονομικό πόλο ανάπτυξης της περιοχής, μαζί με το Αγρόκτημα της Γεροκηπιάς, αλλά και σταθμό στη βιομηχανική παραγωγή της Κύπρου, τονίζει.
Το 1961, σύμφωνα με τον Ανδρέα Χριστοφίδη, η κοινότητα της Γεροσκήπου ζήτησε από το κράτος τη δημιουργία Επαγγελματικής Σχολής στις εγκαταστάσεις του πρώην μεταξουργείου, με στόχο την τεχνική και επαγγελματική μόρφωση των νέων της περιφέρειας, για να έρθει τελικά η Κυπριακή Δημοκρατία να το επιτάξει και να δημιουργήσει το 1964 το ΚΕΝ Γεροσκήπου, το οποίο για τέσσερις δεκαετίες εκπαίδευσε χιλιάδες νεοσύλλεκτους στρατιώτες.
Ο κ. Χριστοφίδης αναφέρει πως μετά τη μετακίνηση του ΚΕΝ στο χωριό Αναρίτα στα τέλη του 20ου αι. και ενώ η Πολιτεία είχε την ηθική υποχρέωση να μεριμνήσει για την απόδοσή της γης στον δήμο ως αντισταθμιστικό όφελος, η έκταση ξαναπέρασε στα χέρια της ιδιοκτήτριας εταιρείας, της πρώην Λαϊκής Τράπεζας και πλέον μετά τα όσα έγιναν το 2013, στην ιδιοκτησία της Τράπεζας Κύπρου. Το 2004, τονίζει, ήταν μια χρονιά ορόσημο για τη διάσωση της αρχιτεκτονικής και πολιτιστικής κληρονομιάς του χώρου: Μετά από πρόταση του Δήμου Γεροσκήπου, όλο το τεμάχιο, συνολικής έκτασης 26757 τετραγωνικών μέτρων, ανακηρύχθηκε «διατηρητέο» (διάταγμα ΚΔΠ 75/2004).
Την ίδια περίοδο, η ιδιοκτήτρια εταιρεία προγραμμάτιζε μεγάλη οικιστική και εμπορική ανάπτυξη και ο δήμος διεκδίκησε και πέτυχε, μέσα από την έκδοση της πολεοδομικής άδειας, την παραχώρηση σημαντικών αντισταθμιστικών οφελών. Η πολεοδομική άδεια εξεδόθη το 2012, αλλά ο σχεδιασμός έμεινε στα χαρτιά λόγω της οικονομικής κρίσης του 2013 και την επακόλουθη συγχώνευση της Λαϊκής με την Τράπεζα Κύπρου.
Για 20 και πλέον χρόνια, σύμφωνα με τον δημοτικό σύμβουλο Γεροσκήπου, κτήρια και ελεύθεροι χώροι του παρουσιάζουν εικόνα εγκατάλειψης και ερήμωσης. Γεγονός που ενέτεινε τις πιέσεις και οδήγησε τελικά σε συμφωνία με την Τράπεζα Κύπρου για εξαγορά του σημαντικού χώρου προς αξιοποίηση και ανάδειξη του, επισημαίνει.
Πρόταση για δημιουργία ενός Κέντρου Μεταξιού
To τότε μεταξουργείο αποτέλεσε και αντικείμενο μεταπτυχιακής διατριβής από το 2014. Η μεταπτυχιακή φοιτήτρια του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Παρασκευή Σπανούδη, συνέγραψε τη διατριβή υπό τον τίτλο: «Μελέτη αποκατάστασης και επανάχρησης του παλαιού μεταξουργείου της Γεροσκήπου στην Κύπρο».
Γράφει συγκεκριμένα στη μεταπτυχιακή της διατριβή: «Το παλαιό μεταξουργείο της Γεροσκήπου περιλαμβάνει περισσότερα από έντεκα πετρόκτιστα κτήρια βιομηχανικής αρχιτεκτονικής. Τα περισσότερα κτίστηκαν ταυτόχρονα το 1926, όταν η Κύπρος βρισκόταν κάτω από βρετανική κυριαρχία. Το μεταξουργείο, που αποτελούσε τη μεγαλύτερη βιομηχανική μονάδα στην επαρχία Πάφου και μια από τις πιο οργανωμένες που υπήρχαν στην Κύπρο κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας, λειτούργησε μέχρι το 1952.
Ως νέα χρήση προτείνεται η δημιουργία ενός Κέντρου Μεταξιού, δηλαδή ενός συγκροτήματος με πολυλειτουργικό ρόλο. Θα περιλαμβάνει χώρους παραγωγής και ταυτόχρονα θα φιλοξενεί χρήσεις που θα απευθύνονται τόσο στο δημόσιο χρήστη όσο και σε μόνιμους χρήστες. Συγκεκριμένα θα περιλαμβάνει τους εξής χώρους:
Χώρους παραγωγής και επεξεργασίας του μεταξιού με σύγχρονες μεθόδους και μηχανήματα. Χώρους διδασκαλίας της ιστορίας της μεταξουργίας και της σύγχρονης τεχνογνωσίας πάνω σ’ αυτήν. Χώρους διαμονής των φοιτητών μεταξουργίας και χώροι εστίασης. Χώρους που απευθύνονται στο δημόσιο όπως μουσείο μεταξιού, αμφιθέατρο και καφετέρια. Σκοπός είναι η δημιουργία ενός χώρου όπου θα κρατηθεί ζωντανή η παράδοση της τέχνης της μεταξουργίας, η αναβίωση και διάδοσή της. Βασική ιδέα που οργανώνει τον συνολικό χώρο του συγκροτήματος είναι η ιδέα της ύφανσης. Η ιδέα αυτή μεταφράζεται με την προβολή στην κάτοψη και όψη, την έννοια του στημονιού και του υφαδιού. Δηλαδή, κάθετων και οριζόντιων στοιχείων που τέμνονται σαν υφαντό.
Τα συνθετικά στοιχεία του πιο πάνω “υφαντού” αποτελούν εκτός από τα ίδια τα κτήρια, οι χαράξεις στο έδαφος, η εναλλαγή των υλικών, η παρουσία του υγρού στοιχείου και οι δεντροστοιχίες. Το Κέντρο Μεταξιού θα είναι προσβάσιμο από τους πολίτες. Ο εξωτερικός χώρος του συγκροτήματος θα αποτελέσει υπαίθριο σκηνικό για εκδηλώσεις και συλλογικές δράσεις. Ο δημόσιος αυτός χώρος αποτελεί το σημείο τομής και συνάντησης του δημόσιου χρήστη με τους διαμένοντες φοιτητές».