Ανδρέας Θεοφάνους: H ένταξη στην ΕΕ ήταν μια τεράστια επιτυχία που δεν αξιοποιήθηκε όπως έπρεπε…
Η ένταξη της Κύπρου στηνΕΕ ήταν μια τεράστια επιτυχία, αλλά το πιο σημαντικό είναι το πώς τη διαχειριζόμαστε, πόσο διεκδικητικοί είμαστε, δήλωσε στο ΚΥΠΕ ο Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους, σημειώνοντας πως υπήρξαν υψηλές προσδοκίες από την ένταξη που, ωστόσο, δεν υλοποιήθηκαν.
Σε συνέντευξή του στο ΚΥΠΕ, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 20 χρόνων από την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, ο κ. Θεοφάνους είπε πως, παρά το μικρό της μέγεθος, η χώρα μας έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Η Κύπρος καλείται να είναι ένα ενεργό μέλος της ΕΕ, ένας χρήσιμος εταίρος σε μια ευαίσθητη περιοχή, και ταυτόχρονα να θέτει τα ζητήματα που την απασχολούν, προσπαθώντας να κερδίσει περισσότερη στήριξη, ανέφερε.
«Ο πήχης της αποτελεσματικότητας της εκάστοτε Κυβέρνησης, του εκάστοτε κοινοβουλίου πρέπει να αναβαθμιστεί, αλλά ταυτόχρονα και ολόκληρη η κοινωνία πρέπει να αντιληφθεί ότι πρέπει να δίνει μάχες και ότι τα πράγματα δεν θα μας δοθούν χωρίς αγώνα. Όταν είσαι μέσα στην Ένωση έχεις ένα πλαίσιο για να διεκδικείς με νόμιμα μέσα, μέσα από τα θεσμικά πλαίσια, αξιοποιώντας το κάθε τι. Και είναι πολύ σημαντικό αυτό το πράγμα να το κάνουμε», σημείωσε.
«Θεωρώ ότι η Κύπρος έπρεπε να μπει στην ΕΕ, ήταν τεράστια επιτυχία που μπήκε. Υπήρξαν προσδοκίες οι οποίες δεν έχουν υλοποιηθεί, υπήρξαν πικρίες για πράγματα τα οποία περιμέναμε να γίνουν και δεν έγιναν, για το γεγονός ότι δεν είχαμε την αναμενόμενη αλληλεγγύη και στο εθνικό ζήτημα και στην κοινωνικοοικονομική κρίση, και σήμερα με το μεταναστευτικό. Αλλά πρέπει να αντιληφθούμε ότι στην ΕΕ τα πλείστα οφέλη δεν σου προσφέρονται στο πιάτο. Πρέπει να τα διεκδικήσεις με όλους τους τρόπους και σε επίπεδο κυβερνήσεων, και σε επίπεδο κοινοβουλίου, και σε επίπεδο αφηγήματος και προσπάθειας να προωθήσεις τις σκέψεις σου», ανέφερε ο κ. Θεοφάνους.
«Πρέπει να τολμούμε όταν διαφωνούμε με κάτι να το λέμε. Οτιδήποτε έρχεται το μελετάς και τοποθετείσαι ανάλογα, και δεν είναι αντιευρωπαϊσμός να πεις ότι σε κάτι διαφωνείς και θέλεις να γίνει με διαφορετικό τρόπο», πρόσθεσε.
Υπογράμμισε πως «υπάρχουν προκλήσεις» και πως πρέπει «να υπάρχει επιστράτευση της γνώσης και αξιοποίησή της στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και να μην τρέχουμε πίσω από τα γεγονότα».
Ερωτηθείς αν κρίνει πως δικαίως η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ θεωρείται ως ένα από τα σημαντικότερα ορόσημα στη σύγχρονη ιστορία της χώρας ο κ. Θεοφάνους, απάντησε: «Ασφαλώς ναι. Η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ το 2004 αποτέλεσε μια σημαντική επιτυχία, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες κάτω από τις οποίες πραγματοποιήθηκε».
Σημείωσε πως «υπήρχαν ψηλές προσδοκίες από την ένταξη, προσδοκίες, όμως, οι οποίες δεν έχουν υλοποιηθεί. Μπορούμε να το δούμε αυτό σε μια σειρά από θέματα και η αξιολόγηση που πρέπει να γίνει είναι γιατί αυτές οι προσδοκίες δεν υλοποιήθηκαν. Μήπως υπήρχε το στοιχείο του μη ρεαλισμού, μήπως ευθύνεται η ΕΕ, μήπως ευθύνεται και η Κύπρος διότι δεν έχει πολιτευθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο; Ενδεχομένως η απάντηση να είναι σύνθετη, να περιέχει όλα αυτά», ανέφερε.
Είπε πως «στο Κυπριακό περιμέναμε πολύ περισσότερα και θα έλεγα ότι η θέση αυτή είναι δίκαιη, είναι σωστή, αν κρίνουμε π.χ από το πως έχει αντιμετωπίσει η ΕΕ την επιθετικότητα της Ρωσίας στην Ουκρανία, και το πως αντιμετωπίζει την επιθετικότητα της Τουρκίας στην Κύπρο. Πρόκειται για δύο μέτρα και δυο σταθμά ξεκάθαρα», σημείωσε.
«Το δεύτερο θέμα είναι όταν είχαμε την οικονομική κρίση το 2013. Θεωρώ ότι στα μέτρα τα οποία πάρθηκαν, στο μνημόνιο και στον τρόπο με τον οποίον αντιμετωπίστηκε η όλη κατάσταση υπήρχε ένα στοιχείο μη ορθολογιστικό. Από την άλλη, υπήρχε και μια στάση τιμωρητική έναντι της Κύπρου. Και στη σημερινή συγκυρία, κατά την οποία αντιμετωπίζουμε το τεράστιο πρόβλημα με τους παράνομους μετανάστες, έχουμε κάθε λόγο να περιμένουμε περισσότερα. Μπορούν να γίνουν περισσότερα, αλλά δεν γίνονται», ανέφερε ο κ. Θεοφάνους.
Πρόσθεσε πως «μπορεί κάποιος να καταλογίσει ευθύνες στην ΕΕ, αλλά πρέπει να δούμε και εμείς κατά πόσον ως Κύπρος πράττουμε το καλύτερο δυνατό».
Όπως είπε, «είναι σημαντικό η εκάστοτε Κυβέρνηση να έχει τις απαιτήσεις της, να είναι τεκμηριωμένη, αλλά υπάρχει ένα τεράστιο κενό για το οποίο φέρει ευθύνη η Κύπρος, που αφορά τις δεξαμενές σκέψεις, οι οποίες στην ΕΕ διαμορφώνουν απόψεις, επηρεάζουν πολιτικές, διαδραματίζουν έναν ουσιαστικό ρόλο στα δρώμενα και στα εθνικά και στα ευρωπαϊκά».
Είπε πως «είναι αδιανόητο η Κύπρος, μια χώρα που είναι τοποθετημένη στην Ανατολική Μεσόγειο, σε αυτή την ευαίσθητη περιοχή του κόσμου, μια χώρα που έχει υποστεί εισβολή, κατοχή, που συνεχίζει να έχει τέτοια προβλήματα να μην έχει αντιληφθεί αυτή τη σημασία. Ο ρόλος των δεξαμενών σκέψης στην Κύπρο είναι υποβαθμισμένος και για αυτό φέρουν ευθύνη όλες οι Κυβερνήσεις. Σε άλλες χώρες οι Κυβερνήσεις στηρίζουν τις δεξαμενές σκέψεις όπως και ο επιχειρηματικός κόσμος», σημείωσε ο κ. Θεοφάνους.
Ερωτηθείς αν υπήρξαν και κάποια αρνητικά από την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, ανέφερε πως «ασφαλώς υπήρξαν και αρκετά αρνητικά. Έχουμε τραπεζικό σύστημα σήμερα; Έχουμε αεροπορική εταιρεία σήμερα; Το κόστος της οικονομικής κρίσης και το πως έτυχε διαχείρισης ήταν τεράστιο. Έχει αυξηθεί η ανισότητα, υπάρχει ένα σκληρό νεοφιλελεύθερο μοντέλο, το οποίο δεν οδηγεί στην ισοζυγισμένη ανάπτυξη. Ενώ οι παλαιότερες γενιές είχαν το όνειρο να αποκτήσουν τη δική τους στέγη σήμερα ένας νέος από μόνος του χωρίς τη στήριξη των γονιών του δεν μπορεί να αποκτήσει στέγη», επεσήμανε.
Όπως είπε, «η ένταξη ήταν μια επιτυχία αλλά είναι πολύ σημαντικό το πώς εμείς πρέπει να διαχειριστούμε τη συμμετοχή μας στην ΕΕ, πόσο διεκδικητικοί είμαστε. Θεωρώ ότι η κάθε χώρα οφείλει να προασπίζεται τα εθνικά της συμφέροντα. Και στο πεδίο της οικονομίας, και στο πεδίο του εθνικού ζητήματος, και σε άλλα πρέπει να έχουμε μεγαλύτερη πειστικότητα», ανέφερε.
«Επίσης αρκετά θέματα τα οποία υλοποιούνται ως πολιτική δεν έχουν να κάνουν μόνο με το αποτέλεσμα των συναντήσεων στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Οι δεξαμενές σκέψεις δημιουργούν ένα πλαίσιο σκέψης, δημιουργούν κάποια ροπή για συγκεκριμένα ζητήματα. Άλλες χώρες το κάνουν. Εμείς σε αυτό τον τομέα είμαστε σχεδόν ανύπαρκτοι», σημείωσε ο κ. Θεοφάνους.
Ανέφερε πως, ωστόσο, «παρά τις αδυναμίες της, η ΕΕ είναι ένα ίσως από τα καλύτερα μέρη στον κόσμο που κάποιος επιθυμεί να ζήσει. Υπάρχει ένα αξιακό σύστημα, υπάρχουν κάποιοι θεσμοί που μπορεί να έχουν τα ελλείμματά τους, αλλά είναι εκεί όπου μπορείς να εκφραστείς ελεύθερα. Υπάρχουν πράγματα που σου δίνονται, αλλά υπάρχουν και πράγματα που κερδίζονται. Και είναι καλύτερα να είσαι μέσα, παρά να είσαι εκτός. Δεν είχαμε την πολυτέλεια να είμαστε εκτός, λαμβάνοντας υπόψη ότι η Κύπρος είναι στην καρδιά της Ανατολικής Μεσογείου που γειτνιάζει με μία εύφλεκτη περιοχή όπως η Μέση Ανατολή, ενώ ταυτόχρονα η Τουρκία βρίσκεται εντός της Κύπρου. Δεν έχεις την επιλογή να είσαι εκτός», υπογράμμισε.
Παρά το μικρό της μέγεθος, συνέχισε ο κ. Θεοφάνους, «η Κύπρος καλείται να κάνει αγώνα, όχι μόνο για τα εθνικά της συμφέροντα, αλλά και για να γίνει η Ένωση καλύτερη, πιο αξιόπιστη και πιο αποτελεσματική. Η ΕΕ είναι σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι σήμερα. Και ο ευρωσκεπτικισμός είναι αποτέλεσμα αρκετών παραγόντων. Για παράδειγμα είναι αποτυχία της Ευρώπης το γεγονός ότι δεν έχει αποφευχθεί ο πόλεμος στην Ουκρανία. Διότι ο πόλεμος αυτός έχει οδηγήσει σε μια κατάσταση πραγμάτων στην οποία η Ευρώπη έχει λιγότερη ασφάλεια και λιγότερη ευημερία από ότι είχε προηγουμένως», ανέφερε.
Επεσήμανε πως «στο σύγχρονο κόσμο, το τι λαμβάνει μια χώρα στην πολιτική δεν έχει να κάνει μόνο με τις διαβουλεύσεις σε επίπεδο Κυβερνήσεων ή κοινοβουλίων. Έχει να κάνει και με τη ζωντανή κοινωνία, έχει να κάνει και με το αφήγημα το οποίο περνάς, έχει να κάνει με το τι μηνύματα στέλνεις σε διάφορα επίπεδα. Και πρέπει να είμαστε ενήμεροι για το γίγνεσθαι, τον τρόπο σκέψης στην ΕΕ και να δούμε πως το επηρεάζουμε. Και η Κύπρος μπορεί να είναι μικρή χώρα, αλλά έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι», πρόσθεσε ο κ. Θεοφάνους.
Η Κύπρος, συνέχισε, «καλείται να αναβαθμίσει αυτό που αποκαλώ το sophistication της και να προσπαθήσει να προωθήσει τους στόχους της και τα συμφέροντά της σε όλα τα πλαίσια που προσφέρονται στην ΕΕ».
Ερωτηθείς για το πόσο Ευρωπαίοι νιώθουν οι Κύπριοι, ο κ. Θεοφάνους είπε πως «σε καμία χώρα της ΕΕ δεν υπάρχει η αίσθηση στους πολίτες της ότι είναι πρώτα Ευρωπαίοι. Ο Γερμανός νιώθει πρώτα Γερμανός, ο Ιταλός νιώθει πρώτα Ιταλός, ο Έλληνας πρώτα Έλληνας κλπ. Στο τέλος της δεκαετίας του ’90, η Κύπρος, όταν γίνονταν οι ενταξιακές της συνομιλίες ήταν η χώρα με τη μεγαλύτερη φιλοευρωπαϊκή τάση από τις άλλες υπό ένταξη χώρες, με ένα κλίμα θετικών προσδοκιών. Στην πορεία υπήρξε κάποια πικρία αναμενόμενη, υπήρξε απογοήτευση. Η ευρωπαϊκή ταυτότητα δεν είναι η πιο ισχυρή μέσα μας και πιστεύω αυτό δεν είναι κακό», ανέφερε.
Είπε, επίσης, πως «η ίδια η ΕΕ πρέπει να σκεφτεί γιατί υπάρχει ευρωσκεπτικισμός και δυσαρέσκεια. Πρέπει η ίδια η ΕΕ να έχει δράσεις και τρόπους ώστε να αναστρέψει κάποιο κλίμα. Δηλαδή να μειωθούν τα δημοκρατικά ελλείμματα, να υπάρχει καλύτερη λογοδοσία, να υπάρχουν πολιτικές που να ευθυγραμμίζονται με την ευημερία των πολλών. Η Ένωση σήμερα βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι και έχει προκλήσεις να αντιμετωπίσει, υπάρχει το θέμα της ακρίβειας, το οποίο έχει να κάμει και με τις κυρώσεις, υπάρχει η μαζική παράτυπη μετανάστευση από την Αφρική κλπ», σημείωσε.
Υπογράμμισε πως «η ΕΕ πρέπει να είναι προορατική για να μην πληρώνει το τίμημα της απραξίας και της απρονοησίας».
«Και η Ευρώπη έχει ευθύνες. Πχ. τι έκαμε στη Μέση Ανατολή για να υπάρχουν λιγότερες ροές; Πρέπει να υπάρχει μια στρατηγική σκέψη. Η Ευρώπη δεν είναι αλάνθαστη. Έχει λάθη. Αυτά τα λάθη επηρεάζουν τους πολίτες της. Όμως αυτό έχεις και πρέπει να δουλέψεις για να το κάνεις καλύτερο», κατέληξε ο κ. Θεοφάνους.