Τα ζητήματα του κατώτατου μισθού και των εισοδημάτων σε μια οικονομία, γενικότερα είναι απλά και περίπλοκα ταυτόχρονα. Η εικόνα είναι διαφορετική, ανάλογα από τη γωνία ή την οικονομική θεωρία ή σχολή που τη βλέπει κάποιος. Η απλή εξήγηση είναι ότι ο κατώτατος μισθός και τα εισοδήματα είναι αντίστοιχα με τα έσοδα που παράγει μια οικονομία. Δηλαδή παίρνουμε ό,τι παράγουμε. Δεν μπορεί μια επιχείρηση να δώσει περισσότερα από τα έσοδά της. Το ίδιο ισχύει με την οικονομία. Δεν μπορεί να δώσει περισσότερα από ό,τι παράγει. Διαφορετικά, δημιουργούνται ελλείμματα, χρέος και, στη συνέχεια, πληθωρισμός που λειτουργεί εις βάρος της αγοραστικής δύναμης, δηλαδή μειώνει το εισόδημα.
Η συζήτηση γίνεται πιο περίπλοκη εάν σε όλα αυτά ληφθούν υπόψη άλλοι παράγοντες, όπως η εισοδηματική ανισότητα, η δίκαιη κατανομή, το φορολογικό και ασφαλιστικό σύστημα, ο υγιής ανταγωνισμός (τιμές), η παραγωγικότητα και η ανταγωνιστικότητα. Ολα αυτά επιδρούν με διαφορετικό τρόπο, αρνητικά ή θετικά, στη δημιουργία εισοδημάτων και πλούτου, χωρίς τον κίνδυνο πληθωρισμού ή ελλειμμάτων. Το δίκαιο φορολογικό σύστημα και το ενθαρρυντικό ασφαλιστικό για προσλήψεις και μικρότερο εργασιακό κόστος συμβάλλουν στην ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση και, τελικά, στην αύξηση των εισοδημάτων. Η αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας απορροφά πληθωριστικές πιέσεις. Ολα μαζί αμβλύνουν τις εισοδηματικές ανισότητες.
Ωστόσο, έκθεση της ΕΚΤ διαπιστώνει και άλλο ένα ακόμα πιο περίπλοκο ζήτημα. Η νέα γενιά, σε αντίθεση με εκείνη των boomers, αντιμετωπίζει ένα δομικό πρόβλημα. Οι μισθοί και η επαγγελματική ανέλιξη ακολουθούν πιο αργούς ρυθμούς από ό,τι η αύξηση των τιμών και του κόστους ζωής. Και παλαιότερα ξεκινούσαν οι μισθωτοί με μικρό μισθό, αλλά και αυτός αυξανόταν σύντομα και η επαγγελματική ανέλιξη γινόταν ταχύτερα, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για αποταμίευση, αγορά ακινήτου και δημιουργία πλούτου.