Οι τεχνολογικές βιομηχανίες και ιδιαίτερα οι κολοσσοί όπως η Google, η Amazon, η Apple και η Meta (πρώην Facebook), έχουν αποκτήσει τεράστια επιρροή και οικονομική ισχύ.
Αυτή η δύναμη τούς επιτρέπει να επηρεάζουν τις αγορές, τις κυβερνήσεις και τις ζωές των καταναλωτών, σε παγκόσμιο επίπεδο. Ωστόσο, με την αύξηση της δύναμής τους έρχεται και η ανάγκη για αυξημένη ρύθμιση και έλεγχο.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, αναγνωρίζοντας την ανάγκη αυτή, έχει επιδείξει συνέπεια στη ρύθμιση λειτουργίας των τεχνολογικών κολοσσών μέσα στην αγορά της ΕΕ.
Η νομοθετική ρύθμιση του δικαίου του ανταγωνισμού κατά των μονοπωλιακών πρακτικών, καθώς επίσης και η νομοθετική ρύθμιση για τις Ψηφιακές Αγορές (DMA), είναι παραδείγματα νομοθετικών πρωτοβουλιών, που στοχεύουν στην αποτροπή της κατάχρησης εξουσίας από τις μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες. Ο στόχος είναι η διασφάλιση της ισότητας στον ανταγωνισμό και η προστασία των καταναλωτών.
Η απόφαση για την Apple
Βάσει αυτών των πολιτικών, τo Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) εξέδωσε δύο πολύ σημαντικές αποφάσεις στις 10/9/2024, οι οποίες αποτελούν επί της ουσίας πολύ μεγάλες νίκες της ίδιας της ΕΕ και των θεσμών της, ιδίως όσον αφορά το δίκαιο προστασίας του ανταγωνισμού, κατά των τεχνολογικών γιγάντων της Apple και της Google, σε ξεχωριστές νομικές διαμάχες στις οποίες διακυβεύονται δισεκατομμύρια ευρώ.
Ολοκληρώνοντας μια μακροχρόνια νομική διαμάχη, το επί της ουσίας Ανώτατο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισε τελεσίδικα ότι η Apple υποχρεούται πλέον και πρέπει να πληρώσει 13 δισεκατομμύρια ευρώ σε αναδρομικούς φόρους στην Ιρλανδία, τους οποίους η Ιρλανδία υποχρεούται να ανακτήσει χωρίς να μπορεί να τους αποποιηθεί!
Ουσιαστικά, η Ιρλανδία λειτουργεί ως φορολογικός παράδεισος για την Apple, ώστε αυτή να έχει κίνητρο για να έχει την έδρα της εκεί, καθότι σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το Δουβλίνο επέτρεψε στην Apple να πληρώνει φορολογικό συντελεστή μόλις ενός τοις εκατό επί των ευρωπαϊκών κερδών της το 2003, που στη συνέχεια μειώθηκε στο 0,005 τοις εκατό το 2014!
Ήταν μία από τις πολλές έρευνες την προηγούμενη δεκαετία για φορολογικές διευθετήσεις «φιλίας» μεταξύ μεγάλων εταιρειών και αρκετών χωρών της ΕΕ.
Η Apple μάλιστα είχε το πάνω χέρι στην υπόθεση της Ιρλανδίας το 2020, όταν το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ λειτουργώντας ως πρωτόδικο δικαστήριο σε αυτή την διαδικασία ακύρωσε την εντολή να πληρώσει τους οφειλόμενους φόρους και είναι αυτή την απόφαση που πρόσβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Εν τέλει, στις 10/9/2024 το Δικαστήριο, στην τελεσίδικη απόφαση επί της υπόθεσης, επιβεβαιώνει την απόφαση της Επιτροπής του 2016, ότι δηλαδή η Ιρλανδία παρείχε παράνομη ενίσχυση στην Apple, την οποία υποχρεούται να ανακτήσει.
Η απόφαση για την Google
Λίγα λεπτά μετά την απόφαση κατά της Apple, το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ εξέδωσε ακόμα μια πολύ σημαντική απόφαση, εναντίον ενός άλλου τεχνολογικού κολοσσού καθότι επικύρωσε πρόστιμο 2,4 δισεκατομμυρίων ευρώ που επέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά τηςGoogle.
Το Δικαστήριο απέρριψε την κατ’ ουσία έφεση της Google και της μητρικής της εταιρείας Alphabet κατά του προστίμου που επιβλήθηκε στη μηχανή αναζήτησης το 2017 για κατάχρηση της κυρίαρχης θέσης της, ευνοώντας τη δική της υπηρεσία σύγκρισης αγορών.
Το 2017, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέβαλε στην Google πρόστιμο περίπου 2,4 δισεκατομμυρίων ευρώ λόγω του ότι αυτή, ευνοώντας τη δική της υπηρεσία σύγκρισης προϊόντων έναντι ανταγωνιστικών υπηρεσιών, είχε καταχραστεί τη δεσπόζουσα θέση της σε διάφορες εθνικές αγορές αναζήτησης στο διαδίκτυο.
Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Google είχε καταχραστεί τη δεσπόζουσα θέση της στην αγορά των υπηρεσιών γενικής αναζήτησης στο διαδίκτυο καθώς και στην αγορά των υπηρεσιών εξειδικευμένης αναζήτησης προϊόντων και της επέβαλε πρόστιμο ύψους 2 424 495 000 ευρώ, η δε Alphabet θεωρήθηκε αλληλεγγύως και εις ολόκληρον υπεύθυνη, ως μοναδικός μέτοχος της Google, για την καταβολή 523 518 000 ευρώ εκ του ως άνω ποσού. Η Google και η Alphabet προσέβαλαν την απόφαση της Επιτροπής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με απόφαση στις 10 Νοεμβρίου 2021, το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ απέρριψε, κατά το κύριο μέρος της, την προσφυγή και, ειδικότερα, επικύρωσε το πρόστιμο.
Αντιθέτως, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι δεν είχε αποδειχθεί ότι η πρακτική της Google είχε αντίθετα προς τους κανόνες του ανταγωνισμού αποτελέσματα, έστω δυνητικά, στην αγορά γενικής αναζήτησης.
Κατά συνέπεια, ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής κατά το μέρος που με αυτή είχε διαπιστωθεί παράβαση της απαγόρευσης καταχρηστικής εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης και ως προς την εν λόγω αγορά.
Κατόπιν τούτου, η Google και η Alphabet άσκησαν ενώπιον του Δικαστηρίου αίτηση αναιρέσεως, με την οποία ζητούν την αναίρεση της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου, κατά το μέρος που απέρριψε την προσφυγή τους, και την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής.
Το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ, με την απόφασή του στις 10/9/2024, απέρριψε την αίτηση αναιρέσεως και, συνακόλουθα, επικύρωσε την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου.
Δεσπόζουσα θέση και κατάχρηση
Είναι όμως σημαντικό να τονιστεί ότι το Δικαστήριο της ΕΕ αποφάσισε ότι το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβλέπει κυρώσεις όχι για την ίδια την ύπαρξη δεσπόζουσας θέσεως, αλλά αποκλειστικώς για την καταχρηστική εκμετάλλευσή της και ειδικότερα για συμπεριφορές επιχειρήσεων που κατέχουν δεσπόζουσα θέση οι οποίες περιορίζουν τον υγιή ανταγωνισμό και οι οποίες δύνανται, ως εκ τούτου, να προκαλέσουν ζημία στις επιμέρους επιχειρήσεις και τους καταναλωτές.
Μεταξύ των συμπεριφορών αυτών περιλαμβάνονται εκείνες οι οποίες, διά της χρήσεως διαφορετικών μέσων από εκείνα που διέπουν τον υγιή ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων, έχουν ως αποτέλεσμα να κωλύεται η διατήρηση του υφισταμένου ανταγωνισμού ή η ανάπτυξή του σε μια αγορά όπου, ακριβώς λόγω της παρουσίας μίας ή πλειόνων επιχειρήσεων που κατέχουν δεσπόζουσα θέση, ο ανταγωνισμός είναι ήδη εξασθενημένος.
Το Δικαστήριο διευκρινίζει ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί, γενικώς, ότι μια κατέχουσα δεσπόζουσα θέση επιχείρηση η οποία επιφυλάσσει στα προϊόντα της ή στις υπηρεσίες της ευνοϊκότερη μεταχείριση σε σχέση με εκείνη την οποία επιφυλάσσει στα προϊόντα ή τις υπηρεσίες των ανταγωνιστών της υιοθετεί, ανεξαρτήτως των περιστάσεων της συγκεκριμένης περίπτωσης, συμπεριφορά η οποία αποκλίνει από τον υγιή ανταγωνισμό.
Εντούτοις, το Δικαστήριο διαπιστώνει, ότι εν προκειμένω, το Γενικό Δικαστήριο ορθώς διαπίστωσε ότι, λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών της αγοράς και των ειδικών περιστάσεων που προαναφέρθηκαν, η συμπεριφορά της Google ενείχε δυσμενή διάκριση και δεν ενέπιπτε στο πλαίσιο του υγιούς ανταγωνισμού.
Το πρόστιμο στην Google και η επιβολή προς την Apple να καταβάλει δισεκατομμύρια ως φόρους στην Ιρλανδία, αποτελεί ένα ισχυρό μήνυμα ότι οι εταιρείες που παραβιάζουν τους κανόνες του ανταγωνισμού θα αντιμετωπίσουν σοβαρές συνέπειες.
* Advocates-Legal Consultants
Πηγή: philenews.com