Σε νέα υψηλά 13 ετών βρέθηκε το ελληνικό Χρηματιστήριο μετά το κλείσιμο της περασμένης Παρασκευής, με το ενδιαφέρον από το εξωτερικό για επενδύσεις σε εγχώριους τίτλους να διατηρείται ισχυρό. Αυτό καταδεικνύει η προσφορά κεφαλαίων άνω των 43 δισ. ευρώ που εκδηλώθηκε αθροιστικά για τις μετοχές του Διεθνούς Αερολιμένα της Αθήνας και το νέο 10ετές ομόλογο του Δημοσίου, ενώ επίκειται το placement για το 27% των μετοχών που κατέχει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) στην Τράπεζα Πειραιώς.
Η διοίκηση του συστημικού ομίλου αποφάσισε να φέρει νωρίτερα την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της περσινής χρήσης, που αποτελεί προαπαιτούμενο για την έναρξη της διαδικασίας πώλησης της συμμετοχής του κράτους στο μετοχικό της κεφάλαιο. Πηγές από την τράπεζα σχολίαζαν πως η εξέλιξη αυτή δεν θα αλλάξει ουσιαστικά το χρονοδιάγραμμα διάθεσης των τίτλων από το ΤΧΣ, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί έως τις αρχές Μαρτίου.
Στην αγορά πάντως αναμένουν με ενδιαφέρον την απόφαση που θα ληφθεί για το ποσοστό που τελικά θα πουληθεί σε αυτή τη φάση, καθώς δεν έχει προς το παρόν αποκλειστεί το σενάριο να μη διατεθεί το σύνολο των μετοχών που κατέχει το Δημόσιο.
Σε αυτό το κλίμα, ο γενικός δείκτης του ΧΑ σημείωσε το προηγούμενο πενθήμερο κέρδη 1,77%, ενώ ο τραπεζικός κλάδος ενισχύθηκε κατά 5,57%. Με τον τρόπο αυτόν οι δύο δείκτες διεύρυναν την άνοδό τους από την αρχή του έτους σε 7,10% και 14,04% αντίστοιχα, με τους αναλυτές να εμφανίζονται αισιόδοξοι για τη συνέχεια. Ενδεικτικό αυτών των προβλέψεων είναι το τελευταίο report της Goldman Sachs, που βλέπει ότι το ΧΑ θα μπορούσε να φτάσει φέτος στη ζώνη των 1.550 μονάδων.
Προβλέψεις
Αναμφίβολα σημαντικό ρόλο για την ενίσχυση των τιμών των μετοχών, πέραν της επιστροφής της χώρας στην επενδυτική βαθμίδα που διευρύνει την επενδυτική βάση για τα ελληνικά assets, παίζουν οι θετικές μακροοικονομικές της προοπτικές. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του υποδείγματος παραγόντων του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής του πραγματικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) της Ελλάδας εκτιμάται στο 2,2% για το έτος 2023. Στο ίδιο επίπεδο του 2,2% προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί και το 2024, εκτίμηση που υποδηλώνει ότι η ελληνική οικονομία θα παραμείνει σε ανοδική τροχιά, διατηρώντας έναν ικανοποιητικό ρυθμό ανάπτυξης.
Σύμφωνα με την έκθεση του ΚΕΠΕ, εισερχόμενη στη νέα χρονιά η ευρωπαϊκή οικονομία συνεχίζει να βρίσκεται αντιμέτωπη με σημαντικές προκλήσεις σε σχέση με τον πληθωρισμό και τα επιτόκια, ενώ παράλληλα σοβαροί εμφανίζονται και οι κίνδυνοι που απορρέουν από τις γεωπολιτικές εντάσεις και την κλιματική κρίση.
Ωστόσο, επισημαίνεται πως ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης στην ΕΕ αναμένεται να ενισχυθεί σταδιακά, προοπτική η οποία ευνοεί την ελληνική οικονομία και μπορεί να συμβάλει, μεταξύ άλλων, στην ανάκαμψη των ελληνικών εξαγωγών αγαθών.
Επιπλέον, στην παρούσα συγκυρία η Ελλάδα ναι μεν επηρεάζεται σημαντικά από τις αβεβαιότητες και την αστάθεια στο διεθνές περιβάλλον, αλλά παρουσιάζει συνεχόμενα θετικές προοπτικές σε βασικούς κλάδους δραστηριότητας (π.χ. κατασκευές, τουρισμός), ενώ έχει επίσης στη διάθεσή της σημαντικά εργαλεία για την διατήρηση μιας σταθερά θετικής πορείας.
«Η προσδοκώμενη εισροή χρηματοδοτικών πόρων μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και η πρόσφατη αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας αποτελούν κρίσιμες ευκαιρίες για την ενδυνάμωση των επενδύσεων και τη βελτίωση των προοπτικών σε καίριους κλάδους της οικονομίας» τονίζουν οι οικονομολόγοι του ΚΕΠΕ.