Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραχώρησε στο ΚΥΠΕ η αρμόδια Διεύθυνση Αρχείου Πληθυσμού του Υπουργείου Εσωτερικών, οι εκτοπισμένοι ανέρχονται σήμερα σε 255.120. Ο αριθμός τους το 1974, αμέσως μετά την εισβολή, ήταν 160.000.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Παγκύπριας Επιτροπής Προσφύγων, που μίλησε στο ΚΥΠΕ, από τον αρχικό αριθμό των προσφύγων (που γεννήθηκαν ή έζησαν στα κατεχόμενα) έχουν πεθάνει περίπου οι μισοί. Ζουν, ακόμα, περίπου 80 με 90,000, από τους οποίους μάλιστα, μερικές χιλιάδες ήταν βρέφη τότε ή 4-5 χρόνων, χωρίς μνήμες από τα πατρογονικά τους. Οι άνω των 20 χρόνων το ’74 που ζουν σήμερα είναι – δεν είναι 30,000.
Παρόλα αυτά, το «προσφυγικό» έχει επιδεινωθεί, αφού θεωρούνται σήμερα εκτοπισμένοι 255,000 Ελληνοκύπριοι. Μέσω της κληρονομικότητας.
Ο πρόεδρος της ΠΕΠ κλήθηκε από το ΚΥΠΕ να απαντήσει «πώς θα προσδιορίζεται μελλοντικά ο πρόσφυγας και μέχρι ποιες γενιές θα φθάνει η ιδιότητα του πρόσφυγα» και απάντησε… καθησυχαστικά: με το παρόν νομικό πλαίσιο, η ιδιότητα του εκτοπισθέντα ή του πρόσφυγα, όπως έχει επικρατήσει ο όρος, στην ουσία κληρονομείται από γενιά σε γενιά και ως εκ τούτου δεν υπάρχει κάποιος περιορισμός ή κάποιο στάδιο στο οποίο θα σταματήσει.
Δηλαδή, από αυτή την άποψη είμαστε καλυμμένοι. Ελλείψει λύσης, το προσφυγικό θα υπάρχει ενόσω έχουμε το ίδιο νομικό πλαίσιο, ακόμα και αν μετά από λίγα χρόνια δεν θα ζει κανένας απ’ όσους εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους το 1974.
Το ΚΥΠΕ πρέπει όμως να είναι καχύποπτο και να ανησυχεί μπας και εκλείψει το είδος των προσφύγων, διότι ρώτησε τον πρόεδρο της ΠΕΠ «αν υπάρχει φόβος να εκλείψει η γενιά των “γνήσιων” προσφύγων»… Ο άνθρωπος απάντησε ευγενικά και διακριτικά πως «η παρέλευση 50 χρόνων από την τουρκική εισβολή αναπόφευκτα επιφέρει και τη φυσική απώλεια της μάζας των προσφύγων που είχαν εκτοπισθεί το 1974».
Τελειώνει ο χρόνος μας, δηλαδή, κι ας είπε τις προάλλες ο Αρχιεπίσκοπος ότι ο ελληνισμός μετρά αλλιώς τον χρόνο. Το θέμα είναι ο χρόνος τι κάνει με το μέτρημα, όχι εμείς, αγαπητέ Γεώργιε.
Το ζήτημα, είπε ακόμα ο αξιωματούχος της ΠΕΠ, είναι πως οι «γνήσιοι» πρόσφυγες φεύγουν, παίρνοντας μαζί τους τα βιώματα, τις αναμνήσεις τους, τον πόθο για επιστροφή, τη σύνδεση τους με την πατρώα γη – αισθήματα και σχέσεις που αδυνατίζουν και εξασθενούν δυστυχώς στις επόμενες γενιές.
Και τι μένει;
Μένει η ανάμνηση των αναμνήσεων των πεθαμένων μας, κάποια κολλαριστά από την αχρησία κοτσιάνια που αλλάζουν σπίτι και ερμάρι κάθε μερικά χρόνια, αλλά μένει και κάτι άλλο: Μένει ένα ερώτημα, με γνήσια απορία και τεράστια έκπληξη, που υπέβαλε στις πρόσφατες πολυ-εκλογές ένας νεαρός γόνος εκτοπισμένου, όταν χρησιμοποίησε το διαδικτυακό «εργαλείο» του ΥΠΕΣ «τι και πού ψηφίζεις»: «Ε παπά, μα λαλεί ότι πρέπει να πάω να ψηφίσω τζιαι για κατεχόμενη κοινότητα. Πού ξέρω γω ρε κουμπάρε;».
Θα πουν κάποιοι «φταίνε οι γονιοί που δεν “μεταλαμπάδευσαν”» και τα λοιπά. Μια χαρά τους πρήξαμε τ’ αυτιά τόσα χρόνια να λέμε και να ξαναλέμε τα ίδια. Έχουν να ζήσουν τη ζωή τους, όμως. Και στη ζωή χιλιάδων νέων -ακόμα και παιδιών ή εγγονών εκτοπισμένων- το προσφυγικό το πολύ να είναι μια προσφυγική ταυτότητα, κληρονομιά από τους γονείς, που επιτρέπει ένα κάποιο επίδομα ενοικίου ή -στις καλές περιπτώσεις- μια βοήθεια για σπίτι, αν καταφέρουν με άλλους τρόπους να κάνουν ένα κομπόδεμα.
Με την ενηλικίωση όμως, κι αυτό εμπεριέχει κάποια ελπίδα, πολλοί καταλαβαίνουν πως άλλο είναι το προσφυγικό και άλλο -πολύ μεγαλύτερο και σοβαρότερο- το Κυπριακό.
Πηγή: philenews.com