Λιγότερες επιστροφές, μικρότερες ποσότητες, αλλά και αυξημένες τιμές στο φρέσκο γάλα και τα τυροκομικά δείχνουν οι αριθμοί. Η μείωση του ζωικού κεφαλαίου στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, σε συνδυασμό με την αύξηση του κόστους των ζωοτροφών και του εργατικού κόστους συνολικά, επηρέασε την τιμή στα γαλακτοκομικά (γάλα και τυροκομικά) η οποία κινήθηκε ανοδικά εμφανίζοντας αύξηση της τάξεως του 4,8% μέσα σε έναν χρόνο (Νοέμβριος 2022 – Νοέμβριος 2023).
Ταυτόχρονα οι καταναλωτές εξαιτίας της ακρίβειας άλλαξαν αγοραστική συμπεριφορά επιλέγοντας σε μεγάλο ποσοστό προϊόντα από το καλάθι του νοικοκυριού, το οποίο σύμφωνα με την Επιτροπή Ανταγωνισμού είχε θετικό αντίκτυπο στη συγκράτηση των τιμών. Παράλληλα όμως μείωσαν τον όγκο των αγορών τους, ενώ η αλλαγή αυτή οδήγησε σε μια πιο ορθολογική διαχείριση και από τα σουπερμάρκετ, περιορίζοντας τις επιστροφές τους που μειώθηκαν στο 2,7%.
Αγορά υπό πίεση
Τα τελευταία χρόνια η αγορά του αγελαδινού γάλακτος στην Ελλάδα βρίσκεται υπό πίεση.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία παρατηρείται σταδιακή μείωση τόσο στον αριθμό του ανθρώπινου κεφαλαίου που ασχολείται με την παραγωγή αγελαδινού γάλακτος όσο και στον αριθμό ζωικού κεφαλαίου της χώρας και αυτό σε μια χώρα που έτσι κι αλλιώς κάλυπτε τις ανάγκες της και από εισαγωγές.
Ειδικότερα, το 2021 σημειώθηκε μείωση του αριθμού παραγωγών κατά 3,6% με αύξηση όμως της παραδοθείσας ποσότητας αγελαδινού γάλακτος κατά 2,4%, ενώ το 2022 παρατηρήθηκε μείωση του αριθμού παραγωγών κατά 5,7% και μείωση της παραδοθείσας ποσότητας κατά 3,6%.
Είναι ενδεικτικό ότι τηντελευταία 10ετία ο αριθμός των παραγωγών αγελαδινού γάλακτοςμειώθηκε κατά 1.351 παραγωγούς, ενώ ο πληθυσμός των αγελάδων για την παραγωγή γάλακτος στη χώρα κατά 49.000 ζώα. Η εξέλιξη αυτή είχε σημαντική επίπτωση στη διαμόρφωση των τιμών με την τιμή παραγωγού στην Ελλάδα, που κυμαίνονται σε υψηλότερο επίπεδο από πολλές χώρες της ΕΕ.
Είναι ενδεικτικό ότι η τιμή του αγελαδινού γάλακτος σε επίπεδο παραγωγού αυξήθηκε σύμφωνα με στοιχεία της Επιτροπής Ανταγωνισμού στο διάστημα 2021-2022 κατά 33%.
Ταυτόχρονα όμως τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και της Eurostat δείχνουν ότι ηελληνική κτηνοτροφία αντιμετώπισε και αντιμετωπίζειυψηλούς ρυθμούς αύξησης σε βασικές κατηγορίες κόστους όπως στην ενέργεια, τις ζωοτροφές και το εργατικό κόστος. Μόνο το 2022 ο δείκτης κόστους ζωοτροφών αυξήθηκε κατά 24% και ο δείκτης εργατικού κόστους κατά 17%. Τα κόστη αυτά φυσικά επηρεάζουν συνολικά την παραγωγή γάλακτος.
Πωλήσεις
Η σημαντική αύξηση των τιμών δεν θα μπορούσε λοιπόν να μην επηρεάσει την κατανάλωση όλων των γαλακτοκομικών.
Ετσι τα στοιχεία της Circana για τον Οκτώβριο του 2023 δείχνουν ότι η κατανάλωση όλων των γαλακτοκομικών προϊόντων, με εξαίρεση το γιαούρτι, έχει αρνητικό πρόσημο μεταβολής.
Ειδικότερα, η συνολική κατανάλωση του λευκού γάλακτος μειώθηκε κατά 2,1% παρά την αύξηση της αξίας των πωλήσεων κατά 7%. Στο παστεριωμένο γάλα η μείωση του όγκου του ήταν στο 1,5% με την αξία να αυξάνεται κατά 5,7%, στο γάλα υψηλής παστερίωσης η μείωση στον όγκο πωλήσεων ήταν 2,1% με αύξηση της αξίας κατά 6,6%, ενώ στο γάλα εβαπορέ οι απώλειες ήταν 3,4% στον όγκο πωλήσεων με την αξία όμως να έχει αυξηθεί κατά 11,1%.
Αντίστοιχα στα τυροκομικά ο όγκος των πωλήσεων μειώθηκε κατά 1,3% με την αξία όμως να αυξάνεται κατά 9,8%.
Μάλιστα η αύξηση στη φέτα έφτασετον περασμένο Οκτώβριο στο 15,4%.