Κλείνει το μάτι στο ελληνικό χρηματιστήριο η Τράπεζα Κύπρου, θέλοντας να επανέλθει μετά από 11 χρόνια, ώστε να ενισχύσει περαιτέρω την εμπορευσιμότητα της μετοχής της σε μια μεγαλύτερη αγορά, σε αντίθεση με το κυπριακό χρηματιστήριο, όπου δεν υπάρχει το απαιτούμενο βάθος εμπορευσιμότητας.
Το θέμα επανέφερε χθες η ελληνική ιστοσελίδα newmoney.gr και τις νέες πληροφορίες δεν τις διαψεύδουν πηγές της Τράπεζας Κύπρου. Ανέφεραν στον «Φ» ότι η ένταξη στο Χρηματιστήριο Αθηνών υπάρχει ως σκέψη αλλά ακόμη δεν έχει ληφθεί τελεσίδικη απόφαση από το διοικητικό συμβούλιο.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του «Φ», αναμένεται εντός των επόμενων μηνών να ληφθούν αποφάσεις και πριν το τέλος του 2024 να επανέλθει η διαπραγμάτευση των μετοχών της Τράπεζας Κύπρου στο ΧΑ και να σηματοδοτηθεί το τέλος εποχής της διαπραγμάτευσης των μετοχών στην Κύρια Αγορά του Χρηματιστηρίου του Λονδίνου, με τον κωδικό BOCH.
Για την ιστορία, να αναφέρουμε ότι οι μετοχές της Τράπεζας Κύπρου εισήχθησαν στο ΧΑ το 2000, ως αποτέλεσμα της φυσικής παρουσίας και επέκτασης του τραπεζικού ιδρύματος στην ελληνική αγορά. Τα δραματικά γεγονότα του 2013 σηματοδότησαν το τέλος εποχής της παρουσίας της τράπεζας στη χρηματιστηριακή αγορά της Ελλάδας και η διοίκηση της Τράπεζας Κύπρου στράφηκε στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου, θέλοντας να δώσει το μήνυμα στη διεθνή κοινότητα ότι σκοπός ήταν να καταστεί ένα πιο δυνατό πιστωτικό ίδρυμα, ικανό να δημιουργήσει αξία στους μετόχους του σε μεσοπρόθεσμο διάστημα.
Τον Ιανουάριο του 2017 και μετά την αποπληρωμή του ELA (Μηχανισμός Έκτακτης Ρευστότητας) που κληρονόμησε από τη Λαϊκή Τράπεζα, οι μετοχές διαπραγματεύονταν και στο LSE.
Για το ενδεχόμενο επαναδιαπραγμάτευσης των μετοχών της Τράπεζας Κύπρου στο ΧΑ είχε ρωτηθεί τον Φεβρουάριο του 2024, κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων, ο διευθύνων σύμβουλος Πανίκος Νικολάου. Δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο επιστροφής της μετοχής στο Χρηματιστήριο Αθηνών, αλλά είχε επισημάνει ότι λήφθηκε οποιαδήποτε απόφαση σε επίπεδο διοικητικού συμβουλίου.
Όπως επισήμανε χθες η newmoney.gr, η Τράπεζα Κύπρου είναι μια υγιής τράπεζα με σημαντικά κέρδη και ratings από μεγάλους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης, έχοντας τρία βασικά πλεονεκτήματα. Έχει απαλλαγεί από βαρίδια του παρελθόντος, το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Κύπρου είναι εύρωστο, δεν υπάρχουν οι σκιές των ρωσικών κεφαλαίων, καθώς έχουν κλείσει πάνω από 40.000 λογαριασμοί κυρίως Ρώσων και η οικονομία της χώρας έχει από τις καλύτερες μακροοικονομικές και δημοσιονομικές επιδόσεις της Ευρωζώνης.
Πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον γύρω από τις μετοχικές εξελίξεις στην Τράπεζα Κύπρου. Ο εκκαθαριστής της Λαϊκής Αυγουστίνος Παπαθωμάς προανήγγειλε, την περασμένη Τρίτη ενώπιον πιστωτών, ότι θα αναθέσει διαδικασία πώλησης σε συμβούλους του ποσοστού 4,81% που κατέχει η υπό εκκαθάριση Λαϊκή στην Τράπεζα Κύπρου και αφορά 21.467.719 μετοχές.
Μεγαλύτερος μέτοχος της τράπεζας, με ποσοστό 9,27%, παραμένει η Lamesa Investments, συμφερόντων του Ρώσου επιχειρηματία Victor Vekselberg και η μετοχική του παρουσία προήλθε από το bail-in του 2013 (κούρεμα καταθέσεων και ανταλλαγή με μετοχές).
Το επενδυτικό ταμείο Senvest κατέχει το 8,59% της Τράπεζας Κύπρου και πρόσφατα, με υψηλά κέρδη από τη μετοχή της Ελληνικής Τράπεζας, πούλησε το ποσοστό της στη Eurobank. Η newmoney.gr έγραψε επίσης χθες και για το πρόσφατο δημοσίευμα του Bloomberg, το οποίο επανέφερε στη δημοσιότητα τις πληροφορίες για πρόθεση δύο funds μετόχων της Τράπεζας Κύπρου να ρευστοποιήσουν τη συμμετοχή τους. Η CarVal, private equity (ταμείο με ιδιωτικά κεφάλαια) με έμφαση σε εναλλακτικές επενδύσεις, ελέγχει το 9,07% της τράπεζας και το fund Caius Capital, με ποσοστό 5,58%, φέρεται να έχουν αναθέσει στην αμερικανική επενδυτική τράπεζα Jefferies τη διερεύνηση αγοραστικού ενδιαφέροντος.
Πηγή: philenews.com