Πάνω από τις 1.350 μονάδες επέστρεψε ο Γενικός Δείκτης του ελληνικού Χρηματιστηρίου, ο οποίος έχει πλέον συμπληρώσει πέντε συνεχόμενες ανοδικές εβδομάδες, ενώ με θετικό πρόσημο έκλεισε στις επτά τελευταίες συνεδριάσεις. Το προηγούμενο πενθήμερο σημείωσε κέρδη 3,12%, με τον τραπεζικό κλάδο να υπεραποδίδει το ίδιο διάστημα, ενισχυόμενος κατά 7,17%. Με τον τρόπο αυτόν διευρύνθηκε η άνοδος των δύο δεικτών από την αρχή του χρόνου σε 4,6% και 8,71% αντίστοιχα.
Οπως επισημαίνουν αναλυτές, αναμφίβολα τον τόνο στο πρώτο εξάμηνο της νέας χρονιάς θα δώσουν οι τραπεζικές μετοχές. Κι αυτό διότι από τον ερχόμενο μήνα θα ξεκινήσει η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της χρήσης του 2023, ώστε στη συνέχεια να προχωρήσουν οι τελικές συζητήσεις με τον επόπτη για την πρώτη διανομή μερίσματος στους μετόχους έπειτα από 16 χρόνια.
Επίσης, στα τέλη Φεβρουαρίου αναμένεται να εκκινήσει η διαδικασία για την πώληση της συμμετοχής του Δημοσίου στην Τράπεζα Πειραιώς. Αυτήν τη στιγμή το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) κατέχει το 27% των μετοχών του συστημικού ομίλου και μένει να φανεί εάν θα πουληθούν εξ ολοκλήρου ή το μεγαλύτερο μέρος τους σε επενδυτές.
Επιτόκια
Εξάλλου, μέχρι και το τέλος του α’ τριμήνου αναμένεται να διαφανούν οι προθέσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) αναφορικά με τα επιτόκια. Μπορεί ο πληθωρισμός να επιταχύνθηκε τον Δεκέμβριο, ωστόσο η πτώση της οικονομικής δραστηριότητας στις μεγαλύτερες οικονομίες της ευρωζώνης (ΖτΕ) προκαλεί προβληματισμό στους κεντρικούς τραπεζίτες.
Υπενθυμίζεται ότι το 2023 η ευρωπαϊκή οικονομία αντιμετώπισε σημαντικές προκλήσεις, όπως οι επίμονες πληθωριστικές πιέσεις, η άνευ προηγουμένου περιοριστική νομισματική πολιτική, ο αυξανόμενος κίνδυνος γεωοικονομικού κατακερματισμού και η αβεβαιότητα που προκλήθηκε, τόσο από τη συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία, όσο και από τη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή. «Το σύνολο αυτών των αβεβαιοτήτων έχει οδηγήσει την οικονομία της ΖτΕ σε οριακή επιβράδυνση τα τελευταία τρίμηνα, ενώ η ανάπτυξη το 2024 αναμένεται να παραμείνει αναιμική» σημειώνει σε ανάλυσή της η Alpha Bank.
Σύμφωνα με τις αναθεωρημένες προβλέψεις Δεκεμβρίου από την ΕΚΤ, η ΖτΕ αναμένεται να αποφύγει την ύφεση και να επιτύχει ρυθμό μεγέθυνσης της τάξεως του 0,6% το 2023 και 0,8% το 2024. Με τον αντίκτυπο της νομισματικής πολιτικής να λειτουργεί με χρονική υστέρηση, η εγχώρια ζήτηση αναμένεται να διατηρηθεί ισχνή το προσεχές διάστημα. Μάλιστα, διεθνείς οίκοι εκτιμούν ότι η ΖτΕ θα εισέλθει σε τεχνική ύφεση (δύο συνεχόμενα τρίμηνα ύφεσης), αφού ύστερα από την οριακή συρρίκνωση του ΑΕΠ (0,1%) το τρίτο τρίμηνο, αναμένουν ήπια υποχώρησή του και το τελευταίο τρίμηνο του 2023.
Σύμφωνα με έκθεση της Alpha Bank, «η πρωτοφανής αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ, κατά 450 μονάδες βάσης από τον Ιούλιο του 2022 έως και τον Σεπτέμβριο του 2023, συνέβαλε καταλυτικά στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, είχε όμως ως αποτέλεσμα τη μείωση της ζήτησης για δάνεια από τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά».
Επισημαίνεται ωστόσο ότι ο πληθωρισμός παραμένει υψηλός ακόμα, ενώ αναμένεται να προσεγγίσει τον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% στα τέλη του 2025. Πιο συγκεκριμένα, εκτιμάται σε 5,4% το 2023, 2,7% το 2024 και 2,1% το 2025, σύμφωνα με τις προβλέψεις της ΕΚΤ.