Πολύ χαμηλή θα ήταν η αποζημίωση την οποία θα κατέβαλλε η κυβέρνηση προς την εταιρεία που θα διαχειριζόταντο λιμάνι της Λεμεσού σε περίπτωση κατά την οποία το ετήσιο φορτίο που θα διακινείτο µέσω του λιμανιού Λάρνακας θα υπερέβαινε τους 900.000 τόνους, όπως διαβεβαίωνε το υπουργείο Μεταφορών. Στην πραγματικότητα, όμως, έχουν ήδη καταβληθεί πολλά εκατομμύρια. Μόνο για το 2023 καταβλήθηκαν €3.354.449 εκατ.
Συγκεκριμένα, το υπουργείο σε έγγραφό του ανέφερε επί λέξει: «Όποια αποζηµίωση πληρωθεί θα είναι πολύ χαµηλή και θα έχει από την άλλη πολλαπλάσια έσοδα για το κράτος».
Πέραν της διαβεβαίωσης αυτής, το υπουργείο κοίμιζε όσους εξέφραζαν προβληματισμούς και ενστάσεις για την πιο πάνω σχετική πρόνοια, που περιελήφθη στη συμφωνία παραχώρησης του λιμανιού της Λεμεσού, υποστηρίζοντας (τότε) τα εξής:
«Έχει δροµολογηθεί η κατασκευή κρηπιδώματος στο Βασιλικό στο οποίο θα µεταφερθεί όλο το οχληρό φορτίο το οποίο αναµένεται να επιλύσει αυτό το θέµα που δηµιουργήθηκε µε την µεγάλη αύξηση του όγκου εξαγωγής γύψου (αναµένεται να είναι έτοιµο το 2020)».
Βεβαίως, το κρηπίδωμα δεν κατασκευάστηκε, οπόταν το μόνο που έμεινε ήταν το πέναλτι που πλήρωσε και εξακολουθεί να πληρώνει η κυβέρνηση και κατ’ επέκταση οι φορολογούμενοι.
Αξίζει να σημειωθεί, πως στον καθορισμό των 900.000 τόνων που θα διακινούνταν στο Λιμάνι της Λάρνακας, δεν ελήφθη υπόψιν ότι το 2015 παρουσιάστηκε αύξηση των εργασιών (στη Λάρνακα), ενώ δεν ελήφθησαν υπόψιν ούτε και τα πιο πρόσφατα στοιχεία (της εποχής) . Αν δε, λαμβανόταν υπόψιν η παράμετρος αυτή, τότε το κράτος είτε δεν θα πλήρωνε αποζημιώσεις είτε θα πλήρωνε πολύ χαμηλότερο ποσόν.
Ιδού τη έγραφε τότε η Ελεγκτική Υπηρεσία επί του προκειμένου:
«Είναι η άποψη της Υπηρεσίας µας ότι σύμφωναµε τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Υπουργείου (ΥΜΕΕ) µε ηλεκτρονικό μήνυμα ηµερ. 27.10.2015 από τους Συμβούλους, καταδεικνυόταν – µε έµφαση – ότι οι τόνοι που ήδη έτυχαν χειρισµού από το Λιµάνι Λάρνακας κατά την περίοδο Ιαν-Ιουν 2015 παρουσίαζαν αύξηση 15% σε σχέση µε τις αντίστοιχες ποσότητες που έτυχαν χειρισµού την προηγούµενη χρονιά (Ιαν- Ιουν 2014) και δεν παρέχεται επαρκής δικαιολόγηση για την υιοθέτηση του αιτήματος των ενδιαφερομένων επενδυτών κατά την διάρκεια του διαγωνισμού για όριο στη βάση των ποσοτήτων που τύγχαναν χειρισμού κατά το 2014, που ήδη είχαν ξεπεραστεί κατά 15% µέσα σε ένα χρόνο, όπως ήταν γνωστό. Επίσης κατά τον καθορισµό του εν λόγω ορίουδεν χρησιµοποιηθήκαν τα, κατά το δυνατό, πιο πρόσφατα στοιχεία µε βάση τα οποία φαίνεται ότι το όριο αυτό έχει ήδη ξεπεραστεί».
Μία άλλη παράμετρος στους χειρισμούς του υπουργείου Μεταφορών, αφορά το γεγονός ότι η Νομική Υπηρεσία είχε εκφράσει διαφωνία με κάποιες πρόνοιες της προωθούμενης συμφωνίας, αλλά το υπουργείοαγνόησε το νομικό σύμβουλο του κράτους.
Στην έκθεση του Γενικού Ελεγκτή σχετικά με το προσχέδιο συμφωνίας παραχώρησης που προωθείτο (στο πλαίσιο της τότε συζήτησης) καταγράφεται ότι ως γενικό σχόλιο της Νομικής Υπηρεσίας (σε επιστολή ηµερ. 31.3.2016) «περιλαµβάνεται επισήµανση υπό µορφή γενικής διαπίστωσης, ότι «κάποιες από τις πρόνοιες της ΣυµφωνίαςΠαραχώρησης φαίνεται να ευνοούν τις αντισυµβαλλόµενες µε το Κράτος εταιρείες».
Με άλλο λόγια, κάποιες πρόνοιες που προωθούνταν, αντί να ευνοούν το κράτος, ευνοούσαν τις εταιρείες που διεκδικούσαν το λιμάνι.
Σύμφωνα πάντα με τον Γενικό Ελεγκτή, «οι πρόνοιες αυτές αφορούσαν ανάληψη σοβαρότατων υποχρεώσεων και δεσµεύσεων του Κράτους, εις όφελος των εταιρειών, για ενέργειες τρίτων, οι οποίες ουσιαστικά βρίσκονται εκτός του ελέγχου του Κράτους και, ενδεχόµενη παραβίαση τους αναπόφευκτα θα έχει δυσµενέστατες συνέπειες για το Κράτος µε ορατό τον κίνδυνο διεκδίκησης, εκ µέρους των αναδόχων διαχειριστών, σηµαντικών αποζηµιώσεων από το Κράτος».
Τι απάντησε το υπουργείο, απαντώντας στη Νομική Υπηρεσία
Το υπουργείο σχολιάζοντας τις σχετικές επισημάνσεις της Νομικής Υπηρεσίας, υποστήριξε τα ακόλουθα:
«Ωστόσο, υπάρχουν κάποια από τα σχόλια σας που το Υπουργείο θεωρεί ότι δεν θα ήταν φρόνιµο να υιοθετηθούν τη συγκεκριµένη χρονική στιγµή και ευελπιστούµε ότι θα κατανοήσετε τους λόγους που περιγράφονται πιο κάτω, για την απόφαση µας αυτή».
Ο Γενικός Ελεγκτής ( ο οποίος σήμερα κατηγορείται ότι δεν λαμβάνει υπόψιν τον Γενικο Εισαγγελέα) σχολίασε, τότε:
«…η Ελεγκτική Υπηρεσία έχει ενηµερωθεί ότι η Νοµική Υπηρεσία εξακολουθεί να έχει παρατηρήσεις ως προς το κείµενο των Συµφωνιών Παραχώρησης. Υπενθυµίζεται πρώτα ότι ο Γενικός Εισαγγελέας της ∆ηµοκρατίας είναι ο νοµικός σύµβουλος της ∆ηµοκρατίας και σε αυτόν προσφεύγει η Ελεγκτική Υπηρεσία όταν έχει αµφιβολίες κατά τον έλεγχο νοµιµότητας οποιασδήποτε πράξης ή απόφασης των ελεγχόµενων οργανισµών. Συνεπώς, για λόγους αρχής, η Ελεγκτική Υπηρεσία δεν συµφωνεί µε την υπογραφή οποιασδήποτε συµφωνίας µε κείµενο επί του οποίου η Νοµική Υπηρεσία έχει παρατηρήσεις».
Πηγή: philenews.com