«Θα ξέρουμε πολύ περισσότερα τον Ιούνιο». Αφού διατήρησε αμετάβλητα τα επιτόκια πολιτικής της, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα άφησε έντονα να εννοηθεί ότι θα περίμενε μέχρι τον Ιούνιο πριν μειώσει τα επιτόκια. Στη συνέντευξη Τύπου, η πρόεδρος Κριστίν Λαγκάρντ επανέλαβε τη σημασία των στοιχείων των μισθών που θα ανακοινωθούν τους επόμενους μήνες για τις προοπτικές του πληθωρισμού, δηλώνοντας ότι η ΕΚΤ θα γνωρίζει λίγα περισσότερα τον Απρίλιο, αλλά πολύ περισσότερα τον Ιούνιο. Μόλις αισθανθεί σίγουρη για την επιτυχία της στον αγώνα κατά του πληθωρισμού, αναμένουμε ότι η ΕΚΤ θα μειώσει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης τον Ιούνιο, ακολουθούμενη από δύο ακόμη τέτοιες κινήσεις το δεύτερο εξάμηνο του 2024 και μια τελική το πρώτο τρίμηνο του 2025.
Η τριμηνιαία ενημέρωση για τις μακροοικονομικές προβολές της ΕΚΤ είχε λίγες εκπλήξεις. Οι αναθεωρήσεις προς τα κάτω του πληθωρισμού (σε 2,3% από 2,7%) και της αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ (σε 0,6% από 0,8%) για το 2024 είναι πολύ λογικές, δεδομένης της ροής πληροφοριών από τις προηγούμενες προβλέψεις τον Δεκέμβριο. Οι απαιτήσεις για τον πληθωρισμό για το 2025 και το 2026 άλλαξαν ελάχιστα σε σύγκριση (2,0% και 1,9%, αντίστοιχα, μετά από 2,1% και 1,9%). Σε κάθε περίπτωση, οι νέες προβλέψεις πιθανότατα θα καλύψουν μόνο έναν ενδιάμεσο ρόλο ενόψει της πιο σημαντικής αξιολόγησης τον Ιούνιο – η οποία θα ενσωματώσει τα μισθολογικά δεδομένα στα οποία η ΕΚΤ δίνει τόσο μεγάλη βαρύτητα.
Η ΕΚΤ επανεξετάζει επί του παρόντος την εργαλειοθήκη της νομισματικής πολιτικής. Δεν αναμένουμε άμεσο αντίκτυπο πιθανών αλλαγών στρατηγικής στη στάση της νομισματικής πολιτικής. Είναι κρίσιμο ότι, καθώς η ΕΚΤ σταματά τα προγράμματα αγοράς περιουσιακών στοιχείων της πολύ σταδιακά, η ευρωζώνη πιθανότατα θα έχει τέτοια πλεονάζοντα αποθέματα για τα επόμενα χρόνια.
Η ΕΚΤ κατέχει περιουσιακά στοιχεία συνολικής αξίας 4,6 τρισεκατομμυρίων ευρώ στο πλαίσιο του Προγράμματος Αγοράς Περιουσιακών Στοιχείων (APP) και του Προγράμματος Αγορών Εκτακτης Ανάγκης αντιμετώπισης της πανδημίας (PEPP). Το χαρτοφυλάκιο θα συρρικνωθεί, αν και με αργό ρυθμό (κατά περίπου 0,3 τρισ. ευρώ έως το τέλος του έτους): Το Ευρωσύστημα δεν επανεπενδύει ομόλογα λήξεως στο πλαίσιο του APP. Θα συνεχίσει να επανεπενδύει τις πληρωμές κεφαλαίου στο πλαίσιο του PEPP κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους, αλλά σκοπεύει να αρχίσει να μειώνει τον όγκο του PEPP κατά 7,5 δισ. ευρώ το μήνα το δεύτερο εξάμηνο του 2024 και στη συνέχεια να σταματήσει εντελώς την επανεπένδυση.
Οι τράπεζες πρόκειται να αποπληρώσουν τα υπόλοιπα μακροπρόθεσμα δάνεια ύψους περίπου 390 δισ. ευρώ φέτος, με τα 215 δισ. ευρώ από αυτά να λήγουν ήδη στις 27 Μαρτίου.
Ο Salomon Fiedler είναι οικονομολόγος της Berenberg