Μέχρι σήμερα η Ουάσιγκτον και οι στενοί της σύμμαχοι στην Ευρώπη έχουν παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία αξίας τουλάχιστον 300 δισ. δολαρίων. Για πολλούς αναλυτές όμως, εάν επιχειρήσουν το αμέσως επόμενο βήμα, θα τους γυρίσει μπούμερανγκ.
Αμέσως μετά τη ρωσική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Δύση συμπεριέλαβε στις μαζικές κυρώσεις της στο Κρεμλίνο και το πάγωμα των ρωσικών κεφαλαίων.
Το ερώτημα αυτή τη στιγμή είναι εάν τα κράτη της G7 θα κάνουν την κρίσιμη μετάβαση από το «πάγωμα» στην «κατάσχεση», δηλαδή να ρευστοποιήσουν τα κεφάλαια και στη συνέχεια να τα ανακατανείμουν για να βοηθήσουν την Ουκρανία.
Ήδη στις ΗΠΑ, η διακομματική νομοθεσία REPO for Ukrainians Act (Νομοσχέδιο για την Ανοικοδόμηση της Οικονομικής Ευημερίας και των Ευκαιριών για τους Ουκρανούς) που εγκρίθηκε από την Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας εξουσιοδοτεί τον Πρόεδρο να «δημεύσει ρωσικά κρατικά περιουσιακά στοιχεία» και στη συνέχεια να τα καταθέσει σε ένα «Ταμείο Υποστήριξης Ουκρανίας» που θα βοηθούσε στην ανοικοδόμηση της χώρας.
Σύμφωνα με τον Ράιν Μαρτίνεζ Μίτσελ επίκουρο καθηγητή στο Τμήμα Νομικής στο Κινεζικό Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ, εάν τολμήσει η G7 να εκτοξεύσει αυτή την ύστατη οικονομική «επίθεση» στη Ρωσία θα ωφεληθεί η… Κίνα.
«Σίγουρα, το Πεκίνο είναι πιθανό να αποκομίσει διπλωματικά μερίσματα από τις αντιλήψεις ότι ο δυτικός οικονομικός πόλεμος έχει γίνει πολύ ακραίος» αναφέρει ο ίδιος σε ανάλυσή του στο Responsible Statecraft.
Το κινεζικό κομμουνιστικό κόμμα έχει υπογραμμίσει την εμφάνιση της Κίνας ως «νομοταγούς» παγκόσμιας δύναμης, ειδικά με το να αγκαλιάζει τους θεσμούς του ΟΗΕ (όπου, φυσικά, ασκεί μεγάλη επιρροή με μικρό κόστος). Η αντίθεση με μια G7 που κάνει ελιγμούς γύρω από τον ΟΗΕ σε κάθε στροφή προκαλεί αλγεϊνή εντύπωση στον Παγκόσμιο Νότο, προειδοποιεί ο Μίτσελ.
Ένα ξεχωριστό ερώτημα είναι εάν το όραμα της Κίνας για έναν κόσμο «από-δολαριοποιημένο» θα μπορούσε να βοηθηθεί από τις προσπάθειες της Δύσης για κατάσχεση των ρωσικών κεφαλαίων.
Ο ειδικός είναι πεπεισμένος για αυτό καθώς, όπως εξηγεί, το Πεκίνο επιδιώκει εδώ και καιρό να αυξήσει το μερίδιο του γουάν στα παγκόσμια αποθέματα ξένου συναλλάγματος και στη διασυνοριακή χρήση, και έχει σημειώσει κάποια πρόσφατη πρόοδο.
Το κινεζικό γουάν θα γινόταν πράγματι πιο ελκυστικό καθώς οι λογαριασμοί σε δολάρια και ευρώ άρχισαν να φαίνονται όλο και πιο ευάλωτοι σε κατασχέσεις.
Δεν είναι και τόσο εύκολο
Ωστόσο για τον Μίτσελ υπάρχει δρόμος ακόμα μπροστά καθώς επί του παρόντος, το γουάν είναι μόνο το πέμπτο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, που εξακολουθεί να ακολουθεί στενά το γεν και τη λίρα.
Περιορίζεται επίσης από εγχώρια οικονομικά ζητήματα και, ιδιαίτερα από τους αυστηρούς ελέγχους κεφαλαίων της Κίνας και τις βαριά διαχειριζόμενες συναλλαγματικές ισοτιμίες. Δεδομένων όλων των σημερινών εμποδίων στη διεθνή χρήση του γουάν, ακόμη και για την ίδια τη Ρωσία, «η αποδολαριοποίηση δεν μπορεί να σημαίνει μια πλήρης αντικατάστασή του από του γουάν».
Ωστόσο, η εντατικοποίηση του νομισματικού πολέμου της Δύσης θα μπορούσε πράγματι να ενισχύσει τις προσπάθειες του κινεζικού νομίσματος και, το πιο σημαντικό, να παράσχει ένα σημαντικό κίνητρο στα σχέδια για ένα καλάθι αποθεματικού νομίσματος των BRICS. Η κίνηση θα βελτίωνε ταυτόχρονα τη φήμη του Πεκίνου ως φαινομενικά πιο υπεύθυνου παράγοντα σε σχέση με τα ξένα περιουσιακά στοιχεία, ενώ θα το ωθούσε επίσης να πειραματιστεί περαιτέρω με το δικό του καθεστώς μονομερών κυρώσεων.
Ο Μίτσελ προειδοποιεί ότι μια διαχειριζόμενη διαδικασία αποδολαριοποίησης στα μέλη των BRICS θα μπορούσε να είναι κάτι θετικό, «αλλά μια χαοτική μετάβαση που πυροδοτείται από τη δυτική ύβρις, που προκαλεί παρόμοια εγχειρήματα από αντιπάλους μεγάλων δυνάμεων, δεν θα ήταν» λέει.
Όπως ο «συνασπισμός των πρόθυμων» που υποστήριξε τον παράνομο πόλεμο στο Ιράκ το 2003, βοηθώντας αναμφισβήτητα στην εξομάλυνση συμπεριφορών όπως αυτές της Ρωσίας σήμερα, ο συνασπισμός που ευθυγραμμίζεται τώρα για διαρκώς κλιμακούμενο οικονομικό πόλεμο μπορεί τελικά να αποδυναμώσει την προστασία του διεθνούς δικαίου για όλους, όχι μόνο τους επιδιωκόμενους στόχους.
Γι΄αυτό και ο νομικός εμπειρογνώμονας θεωρεί πως είναι πλέον καιρός να μην πραγματοποιηθούν οι κατασχέσεις.