Της συντακτικής ομάδας του Bloomberg
Προς τα τέλη της εβδομάδας, οι απεσταλμένοι του Λευκού Οίκου σκοπεύουν να συζητήσουν με τους Ευρωπαίους ομολόγους τους για το πώς θα τερματιστεί ο σχεδόν τριετής πόλεμος στην Ουκρανία. Για να καταλήξουν, ωστόσο, οι όποιες διαπραγματεύσεις σε μια βιώσιμη συμφωνία, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους πρέπει να δείξουν ότι είναι πρόθυμοι να την επιβάλουν.
Μέχρι στιγμής, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν δεν έχει επιδείξει κανένα σοβαρό ενδιαφέρον για μια ειρηνική επίλυση. Η Ρωσία ελέγχει περίπου το ένα πέμπτο της Ουκρανίας και πιστεύει ότι έχει το πάνω χέρι στο πεδίο της μάχης. Ο Πούτιν έθεσε ως στόχο να υποτάξει ολόκληρη τη χώρα – το να φύγει με τμήματα τεσσάρων ρημαγμένων από τον πόλεμο περιοχών μετά από περισσότερες από 600.000 απώλειες, δύσκολα θα αποτελούσε θρίαμβο. Έχει επανειλημμένα αρνηθεί την κυριαρχία της Ουκρανίας και έχει θέσει προϋποθέσεις για τις όποιες συνομιλίες – συμπεριλαμβανομένου του εξαναγκασμού της Ουκρανίας να αφοπλιστεί ουσιαστικά και να εγκαταλείψει τις φιλοδοξίες της για το ΝΑΤΟ – σχεδιασμένες να διευκολύνουν την επανέναρξη των μαχών.
Είναι απίθανο για το Κρεμλίνο να διαπραγματευτεί πιο σοβαρά εάν το κόστος του πολέμου δεν υπερβαίνει το κόστος της ειρήνης. Αυτό θα απαιτήσει σχεδόν σίγουρα περισσότερη δυτική οικονομική και στρατιωτική πίεση — και μια αξιόπιστη, μακροπρόθεσμη δέσμευση για την ασφάλεια της Ουκρανίας.
Οι Ουκρανοί ηγέτες, οι οποίοι είναι όλο και πιο ρεαλιστές όσον αφορά στις προοπτικές ανάκτησης των χαμένων εδαφών στο πεδίο της μάχης, πρέπει να επιτελέσουν τον δικό τους ρόλο. Εάν η κυβέρνηση του προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι θέλει να δείξει ότι αξίζει τη συνεχή υποστήριξη της Δύσης, θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις ελλείψεις στρατευμάτων επεκτείνοντας τη στρατολόγηση και μειώνοντας την ηλικία στράτευσης από τα 25 χρόνια. Η καταπολέμηση της διαφθοράς είναι εξίσου ζωτικής σημασίας. Παρά τη σημαντική πρόοδο των τελευταίων ετών, τα ζητήματα διαφάνειας και διακυβέρνησης εξακολουθούν να υπονομεύουν την υποστήριξη των συμμάχων. Η πιθανή ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η παροχή βοήθειας δισεκατομμυρίων για την ανοικοδόμηση θα εξαρτηθούν από τη λογοδοσία.
Εν τω μεταξύ, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ πρέπει να είναι έτοιμος να υλοποιήσει τις απειλές του για την επιβολή “υψηλών φόρων, δασμών και κυρώσεων” στη Ρωσία, εάν φανεί ότι ο Πούτιν κωλυσιεργεί. Η προηγούμενη κυβέρνηση εισήγαγε δυνητικά καταστροφικούς περιορισμούς στο πετρέλαιο κατά την αποχώρησή της από τον Λευκό Οίκο, στοχεύοντας στις εξαγωγές που χρηματοδοτούν περίπου το ένα τρίτο του προϋπολογισμού της Ρωσίας. Η νέα κυβέρνηση οφείλει να τους εφαρμόσει αυστηρά, συμπεριλαμβανομένης της απειλής δευτερευουσών κυρώσεων σε Ινδούς και Κινέζους αγοραστές που προμηθεύονται ρωσικό πετρέλαιο πάνω από το πλαφόν των 60 δολαρίων.

Η μεγαλύτερη πρόκληση, ωστόσο, θα είναι να πεισθεί ο Πούτιν ότι η Δύση έχει την πρόθεση να υποστηρίξει οποιαδήποτε συμφωνία, ώστε να μην μπορεί απλώς να επανεξοπλιστεί και να επαναλάβει την επίθεσή του σε λίγα χρόνια. Όπως τόνισε ο Ζελένσκι σε συνέντευξή του στο Bloomberg News από το Νταβός, δεν μπορούν να υπάρξουν ρεαλιστικές συνομιλίες χωρίς αδιάσειστες δυτικές εγγυήσεις ασφαλείας. Ο ίδιος πίεσε για την παρουσία αμερικανικών στρατευμάτων στο [σσ. ουκρανικό] έδαφος.
Στην πραγματικότητα όμως το βάρος θα πέσει στους Ευρωπαίους ειρηνευτές, υποστηριζόμενους από την αμερικανική υλικοτεχνική υποδομή, καθώς και τις δυνατότητες συλλογής πληροφοριών, επιτήρησης και αναγνώρισης. Όσο πολιτικά δύσκολο και αν είναι, οι χώρες που είναι πιο πιθανό να συμμετάσχουν -μεταξύ αυτών το Ηνωμένο Βασίλειο, η Πολωνία, η Γαλλία και η Γερμανία- πρέπει να αρχίσουν να εδραιώνουν τις δεσμεύσεις τους για τα στρατεύματα, έστω και μόνο για να πείσουν τον Πούτιν ότι το εννοούν σοβαρά. Η εξασφάλιση της έγκρισης του ΝΑΤΟ για την αεράμυνα της Πολωνίας, ώστε να μπορεί να καταρρίπτει τους ρωσικούς πυραύλους πάνω από την Ουκρανία, εάν κατευθύνονται προς το πολωνικό έδαφος, θα αποδείκνυε επίσης τη δέσμευση της Δύσης. Εν τω μεταξύ, οι ουκρανικές δυνάμεις εξακολουθούν να χρειάζονται περισσότερα και καλύτερα όπλα – και λιγότερους περιορισμούς στη χρήση τους.
Η ΕΕ οφείλει να δείξει προθυμία να επιταχύνει την ένταξη της Ουκρανίας, τόσο για να ενισχύσει τη δημοκρατία της όσο και για να προσελκύσει επενδυτές για την ανοικοδόμησή της. Η Ευρώπη πρέπει επίσης να κινηθεί πολύ ταχύτερα για να ενισχύσει τη δική της άμυνα. Θα χρειαστεί κάποιος μηχανισμός για κοινή χρηματοδότηση προκειμένου να υποστηριχθούν οι τεράστιες αυξήσεις των στρατιωτικών δαπανών. Οι κατακερματισμένες διαδικασίες προμηθειών πρέπει να εξορθολογιστούν και να ενισχυθεί η αμυντική βιομηχανία της ηπείρου.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Τραμπ θα ήθελε μια γρήγορη νίκη στην Ουκρανία, παρόμοια με την κατάπαυση του πυρός μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς που επετεύχθη λίγο πριν από την ορκωμοσία του. Αλλά μια αδύναμη συμφωνία που αφήνει τον Πούτιν έτοιμο να συνεχίσει τον πόλεμό του δεν θα απομάκρυνε τον κίνδυνο ενός ακόμη κύκλου συγκρούσεων και αστάθειας, ενώ θα διασπούσε τη Δύση και θα αναδιαμόρφωνε τις γεωπολιτικές ισορροπίες. Μέχρι και ο Τραμπ, αυτό δεν θα μπορούσε να το παρουσιάσει ως νίκη.
Απόδοση – Επιμέλεια: Λυδία Ρουμποπούλου
BloombergOpinion
Πηγή: philenews.com