Είναι φυσιολογικό οι επιχειρήσεις του λιανεμπορίου, δηλαδή μικρές και πολύ μικρές κυρίως ατομικές επιχειρήσεις των οποίων η φορολογία μάλιστα αυξήθηκε λόγω των τεκμηρίων, να δηλώνουν από πολύ έως παρά πολύ ικανοποιημένες από τον τζίρο στην αγορά και όλοι οι υπόλοιποι να μιλάμε για κρίση; Για του λόγου το αληθές, έρευνα της Εθνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας έδειξε ότι το μερίδιο των επιχειρήσεων με υψηλότερες πωλήσεις κατά τη φετινή εορταστική περίοδο υπερβαίνει το αντίστοιχο περσινό. Οι πωλήσεις σε τρόφιμα και δώρα κατέγραψαν ισχυρότερη άνοδο από τον μέσο όρο. Το ποιοτικό στοιχείο που κατέγραψε η έρευνα είναι ότι το 34% των επιχειρήσεων εμφανίζει πολύ ή πάρα πολύ υψηλό βαθμό ικανοποίησης αναφορικά με τις πωλήσεις κατά την εορταστική περίοδο. Ενα άλλο 25% εμφανίζεται μέτρια ικανοποιημένο, ενώ μόλις το 29% δηλώνει λίγο έως καθόλου ικανοποιημένο.
Επειδή όλοι ζούμε σε αυτή τη χώρα, αν δεν έχει γίνει κάποια μετάλλαξη στο DNA των συνδικαλιστών του εμπορίου ή δεν έχει «πιάσει» όλους τους μικρομεσαίους λιανεμπόρους ο Μητσοτάκης ο οποίος επιπλέον τους φορολογεί παραπάνω, τότε αυτό που συμβαίνει δεν έχει προηγούμενο. Μια ολόκληρη γενιά, ίσως και παραπάνω, Ελλήνων έχει μεγαλώσει με την επαναλαμβανόμενη επωδό των συνδικαλιστών έπειτα από κάθε εορταστική περίοδο για μείωση της κίνησης στην αγορά. Η ίδια γκρίνια κάθε χρόνο για μειώσεις 20%-30% των πωλήσεών τους, όχι μόνο σε περίοδο κρίσης, αλλά και στις καλές εποχές. Ολο αυτό γινόταν σε βαθμό που ουδείς πίστευε πλέον τις εκτιμήσεις, καθώς αν τις έπαιρνε σοβαρά θα έπρεπε να είχε μηδενιστεί ο τζίρος εδώ και χρόνια. Αυτό έχει αλλάξει. Πλέον οι εκπρόσωποι του πιο χτυπημένου από την κρίση της προηγούμενης δεκαετίας κλάδου του λιανεμπορίου δηλώνουν περήφανα ικανοποιημένοι, παρά την αύξηση των τιμών και του κόστους λειτουργίας τους. Τονίζουν τα επιμέρους προβλήματα, ότι προτεραιότητα φέτος είχαν οι αγορές τροφίμων (πάντα είχαν) ή τα δώρα ή ότι στις επιλογές είχαν προτεραιότητα τα φτηνότερα προϊόντα, αλλά αυτό που αφήνουν να εννοηθεί είναι ότι οι περισσότεροι δούλεψαν και δούλεψαν καλά. Το ότι οι καταναλωτές στρέφονται στα φτηνότερα, τους οδηγεί προφανώς η ακρίβεια, αλλά κρύβει και μια καταναλωτική τάση, που δείχνει ότι μαθαίνουμε σιγά σιγά να συμπεριφερόμαστε αναλόγως της κατάστασης που αντιμετωπίζουμε. Και αυτό δεν είναι επίσης άσχημο. Το αντίθετο θα ήταν παράξενο και αφελές από την πλευρά των καταναλωτών.
Η ευφορία που μεταδίδεται από το λιανεμπόριο έρχεται έπειτα από την καταστροφή της προηγούμενης δεκαετίας, όπου το 25% των επιχειρήσεων εξαφανίστηκαν, ο τζίρος μειώθηκε κατά 50% και οι θέσεις εργασίας που χάθηκαν έφτασαν τις 65.000, όπως έδειξε μια μελέτη της Alpha Bank πριν από μερικούς μήνες. Τότε η σχέση λιανεμπόρων και καταναλωτών είχε διαρραγεί.
Είναι σαφές ότι τα τελευταία χρόνια και παρά τις συνεχείς αυξήσεις τιμών, η σχέση αυτή προσπαθεί να αποκατασταθεί. Η οικονομική κατάσταση της χώρας βοηθά. Οικονομία και αγορά είναι άλλωστε συγκοινωνούντα δοχεία. Αν δεν άντεχε η οικονομία στις πιέσεις που της ασκούνται, τότε το πρώτο σημάδι θα ήταν η πτώση στην αγορά. Αυτό δεν συμβαίνει. Μπορεί να συμβεί εντός του έτους, αλλά για την ώρα, το λιανεμπόριο πήρε μια ανάσα. Και αν έρθουν τα άσχημα θα βρει ξανά τον τρόπο του να τα αντιμετωπίσει.