Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προειδοποιεί για τα υψηλά χρέη και ελλείμματα των κυβερνήσεων στην εποχή μετά την πανδημία, τα οποία όπως αναφέρει βρίσκονται πλέον υψηλότερα από τα επίπεδα πριν το ξέσπασμα του Covid-19.
Για το λόγο αυτό ζητά δημοσιονομική εξυγίανση στις περισσότερες χώρες για την ενίσχυση της βιωσιμότητας του χρέους και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, η οποία να είναι σχεδιασμένη με τέτοιο τρόπο ώστε επιτυγχάνεται ισορροπία μεταξύ της αντιμετώπισης των δημοσιονομικών κινδύνων και τη στήριξη της ζήτησης στην οικονομία.
Το Ταμείο χτυπά επίσης καμπανάκι πως οι κυβερνήσεις επίσης νιώθουν πίεση λόγω των νέων διαταραχών του εφοδιασμού και του σοκ τιμών που συνεχίζεται στην παγκόσμια οικονομία. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται επίσης στο 2024 ως έτος εκλογών για πολλές χώρες, κάτι που επηρεάζει τη δημοσιονομική πολιτική.
Δείτε αναλυτικά την έκθεση
Η χαλαρή δημοσιονομική πολιτική και η αύξηση των επιπέδων χρέους σε συνδυασμό με τη νομισματική πολιτική υψηλών επιτοκίων από τις περισσότερες κεντρικές τράπεζες για τον έλεγχο του πληθωρισμού, συνέβαλαν στην αύξηση μακροπρόθεσμα των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ.
Για την Κίνα επισημαίνεται ότι η επιβράδυνση της ανάπτυξης και των οικονομικών θα μπορούσαν να επηρεάσουν την παγκόσμια οικονομία και το εμπόριο, προκαλώντας δημοσιονομικές προκλήσεις για χώρες με ισχυρές εμπορικές και επενδυτικές σχέσεις.
Οι ανάγκες κρατικής χρηματοδότησης από τις αγορές αναμένεται να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα σε πολλές χώρες, γεγονός που δείχνει ότι η δημοσιονομική πολιτική θα παραμείνει ιδιαίτερα ευαίσθητη στις συνθήκες ρευστότητας.
Επιπλέον, οι πιέσεις για αντιμετώπιση μακροχρόνιων προκλήσεων που προκύπτουν από την κλιματική αλλαγή κλίμα και το δημογραφικό παραμένουν μεγάλες, σημειώνεται ακόμη στην έκθεση Fiscal Monitor με αφορμή την εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Οι προτάσεις του Ταμείου
Το ΔΝΤ κάνει συγκεκριμένες προτάσεις για να επιτευχθεί μια πιο αποφασιστική, όπως τη χαρακτηρίζει, δημοσιονομική εξυγίανση. Καταρχάς ζητά να πάψουν άμεσα να εφαρμόζονται κοστοβόρες πολιτικές στήριξης που είχαν υιοθετηθεί κατά τη διάρκεια της κρίσης της πανδημίας.
Το Ταμείο καλεί επίσης τις κυβερνήσεις να αρχίσουν να εγκαταλείπουν τις επιδοτήσεις στις τιμές των καυσίμων και τις ενέργειας τις οποίες το ΔΝΤ τις χαρακτηρίζει ως αναποτελεσματικές και οπισθοδρομικές.
Αντί αυτών, ζητά να ανακατευθυνθούν πόροι σε προγράμματα κοινωνικής προστασίας που θα στηρίζουν τους πιο ευάλωτους πληθυσμούς των χωρών αυτών.
Πολλές προηγμένες οικονομίες με γήρανση του πληθυσμού καλούνται επιπλέον να επικεντρωθούν στον περιορισμό των πιέσεων στις δαπάνες για υγεία και συντάξεις μέσω μεταρρυθμίσεων.
Επίσης ζητείται από τις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες αγορές να κάνουν νέες προσπάθειες για εξορθολογισμό των μεγάλων κρατικών δαπανών ειδικά όσον αφορά μισθούς στο Δημόσιο και την περαιτέρω υποστήριξη της ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας των κοινωνικών δαπανών μέσω πολιτικών ψηφιοποίησης.
Σημειώνεται ακόμη ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει περαιτέρω να διασφαλίζουν ότι τα έσοδα είναι ανάλογα με τις δαπάνες.
Η επιβολή εταιρικού φόρου βάσει του δεύτερου πυλώνα του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ) θα μπορούσε να ενισχύσει τα παγκόσμια εταιρικά φορολογικά έσοδα κατά περισσότερο από 6% και τη μείωση της μετατόπισης κερδών σε επικράτειες άλλες από αυτές που δραστηριοποιούνται οι πολυεθνικές, όπως εκτιμάται.
Ειδικά όσον αφορά τις χώρες που έχουν ανάγκη αναδιάρθρωσης χρέους ζητείται από το ΔΝΤ η συνεχής διεθνής συνεργασία με τις χώρες του G20 και άλλες χώρες.
Το κοινό πλαίσιο για την αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων έχει αρχίσει να αποδίδει, παρουσιάζοντας ενθαρρυντικά αποτελέσματα σε χώρες όπως η Γκάνα, η οποία πρόσφατα κατέληξε σε συμφωνία με τους επίσημους πιστωτές για την αντιμετώπιση του χρέους, καταλήγει το Ταμείο.
Πηγή: ΟΤ