Friday, November 22, 2024
Home » Μιχάλης Περσιάνης: Σπάταλη η Κυβέρνηση για τον φορολογούμενο

Μιχάλης Περσιάνης: Σπάταλη η Κυβέρνηση για τον φορολογούμενο

0 comments

Έδωσε χωρίς να πάρει ανταλλάγματα η Κυβέρνηση, υποστηρίζει ο πρόεδρος του Δημοσιονομικού Συμβουλίου Μιχάλης Περσιάνης, σχολιάζοντας την παραχώρηση μισθολογικών αυξήσεων ύψους 1,5% στους εργαζόμενους του Δημοσίου.

Σε συνέντευξή του στον «Φ», αναφέρει πως εάν οι αυξήσεις στους μισθούς συνοδεύονταν με συμφωνίες για αύξηση της παραγωγικότητας, τότε αυτές θα ήταν χαμηλές. Ωστόσο, είπε, από την στιγμή που δεν πήρε κανένα αντάλλαγμα, η Κυβέρνηση αποδεικνύεται σπατάλη για τον φορολογούμενο, καθώς επιδεινώνει τον λόγο κόστους-οφέλους του κράτους.

Την ίδια ώρα, εκφράζει την ανησυχία του για την απουσία συγκεντρωτικών στοιχείων για την παρουσία εταιρειών ουκρανικών και ισραηλινών συμφερόντων στην Κύπρο. Παράλληλα, τονίζει πως δεν μπορεί να συνεχιστεί η απουσία οποιασδήποτε πολιτικής κινήτρων που να ενθαρρύνει συγκεκριμένες επιχειρηματικές συμπεριφορές, βιομηχανίες και επενδύσεις.

Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, λόγω της έλλειψης αυτής, οι συγκεκριμένες εταιρείες δεν προχωρούν σε ουσιαστικές επενδύσεις στο νησί.

Υποδεικνύει επίσης πως οι ισραηλινές καιουκρανικές επενδύσεις πρέπει να γίνουν οργανικό κομμάτι της ανάπτυξης της χώρας, καθώς σήμερα βρίσκονται απομονωμένες από την οικονομία.

Σε σχέση με τον προϋπολογισμό του 2025, ο κ.Περσιάνης τόνισε πως θα πρέπει να σταματήσει η πρακτική να γίνονται πρόχειροι υπολογισμοί στη λογική του «…και βλέπουμε». Τέλος, αναφερόμενος στη συνεργασία με το Υπουργείο Οικονομικών, σημειώνει πως βρίσκεται πλέον σε πολύ καλό επίπεδο. Όπως είπε, τηρείται η στάση της «φιλικής αντιπαλότητας».

Ουκρανοί και Ισραηλινοί

Στην ενδιάμεση έκθεση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου προειδοποιείτε πως σε περίπτωση που αποχωρήσουν οι εταιρείες ουκρανικών συμφερόντων από την Κύπρο, η οικονομία της χώρας θα δεχθεί μεγάλο πλήγμα. Μάλιστα, αναφέρετε πως πρέπει να αναπτυχθεί ολοκληρωμένη πολιτική για την παραμονή τους. Πού θα πρέπει επικεντρώνεται η πολιτική και σε ποιες ενέργειες θα πρέπει να προχωρήσει το κράτος;

Στην έκθεση διαπιστώνουμε τρία δεδομένα. Πρώτο, πως ο ουκρανικός παράγοντας διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του ΑΕΠ και κυρίως στις εξαγωγές τεχνολογίας. Δεύτερο, ότι υφίσταται μια έντονη δυτική πολιτική για το τέλος του πολέμου, η οποία επικεντρώνεται στον επαναπατρισμό των ουκρανών και των επιχειρήσεων τους. Τρίτο, και κυριότερο, ότι τελούμε σε άγνοια σε σχέση με τα χαρακτηριστικά -επιχειρηματικά, επιχειρησιακά, καταναλωτικά, ακόμα και δημογραφικά.

Σήμερα, υπάρχουν μόνο κατακερματισμένα στοιχεία, στο Υπουργείο Εμπορίου, στο Invest Cyprus, στο Υπουργείο Παιδείας, στο Τμήμα Αλλοδαπών και αλλού, αλλά υπάρχουν και στρεβλώσεις -για παράδειγμα φαίνεται πως υπάρχουν περίπου 7.000 Ουκρανοί που θεωρούνται τουρίστες αλλά δεν είναι. Έτσι, δεν υπάρχει ολοκληρωμένη εικόνα, η οποία να κατευθύνει την ανάπτυξη πολιτικής.

Εισήγησή μας είναι να γίνει μια συνειδητή προσπάθεια για συλλογή των δεδομένων σε μία ολοκληρωμένη πηγή δεδομένων. Τα στοιχεία αυτά θα μας «υποβάλουν» εισηγήσεις για τις επιλογές που έχουμε.

Πάντως, η επιλογή τωνφοροαπαλλαγών είναι εκ πρώτης όψεως απλοϊκή και δεν πρέπει να θεωρήσουμε πως είναι η μόνιμη επιλογή μας, ιδίως αν αναλογιστούμε πως συμβάλλει και στη δυσμενή επιλογή (adverse selection) όταν αποτελεί μοναδικό κριτήριο για τις επιχειρήσεις.

Οι γεωπολιτικές εξελίξεις επηρεάζουν τόσο την κυπριακή οικονομία όσο και διεθνώς. Λόγω του ότι η Κύπρος βρίσκεται σε κοντινή απόσταση από τη Μέση Ανατολή, εκτιμάτε πως θα υπάρξουν κάποιες περαιτέρω επιπτώσεις;

Πέρα από τον κίνδυνο να επηρεαστεί η τουριστική κίνηση στην Κύπρο-ένας κίνδυνος τον οποίο φαίνεται πως μπορούμε να διαχειριστούμε- οι κίνδυνοι που προκύπτουν για την οικονομία είναι μάλλον συστημικοί και δεν απορρέουν από την εγγύτητα μας στη Μέση Ανατολή.

Οι κίνδυνοι στη ναυσιπλοΐα και το εμπόριο, στο κόστος ενέργειας και καυσίμων, στην αλυσίδα τροφοδοσίας, στην επενδυτική συμπεριφορά και στην αντίδραση των αγορών είναι σοβαροί και δεν πρέπει να τους αγνοούμε επειδή δεν αφορούν ειδικά την Κύπρο αλλά αποτελούν γενικότερο φαινόμενο.

Κάθε δυσκολία αποτελεί και ευκαιρία, αν τύχει σωστής διαχείρισης και αυτή τη στιγμή δεν διαβλέπουμε δραστικά λάθη, πέρα από τη σοβαρή απουσία πολιτικής για την εισροή επενδύσεων.

Από την άλλη, υπάρχει αισιοδοξία πως εταιρείες ισραηλινών συμφερόντων, και όχι μόνο, θα δραστηριοποιήθουν στο νησί. Αυτό δεν θα βοηθήσει την κυπριακή οικονομία;

Η εικόνα σε σχέση με το Ισραήλ είναι παρόμοια με εκείνη που αναφέραμε σε σχέση με την Ουκρανία. Η μεταστέγαση Ισραηλινών στην Κύπρο είναι θετικό στοιχείο, κατά την πρώτη ανάγνωση του φαινομένου. Δεν μπορεί όμως να συνεχιστεί απουσία της οποιασδήποτε πολιτικής η κινήτρων, που να ενθαρρύνει συγκεκριμένες επιχειρηματικές συμπεριφορές, συγκεκριμένες βιομηχανίες και συγκεκριμένες επενδύσεις.

Έχουμε κρατική απουσία, με αποτέλεσμα αυτή η δραστηριοποίηση να μην μεταφράζεται σε επενδύσεις που να αποτελούν οργανικό κομμάτι της οικονομίας μας. Αντί τούτου, απλά τους φιλοξενούμε, και οι στρεβλώσεις δυνητικά μπορεί να γίνουν μεγαλύτερες από τα οφέλη.

Πρέπει πρώτα εμείς να ξέρουμε τι θέλουμε. Πού θέλουμε να επενδύουν; Σε ποιους τομείς; Ποια διασύνδεση θέλουμε μεταξύ αυτών των επενδύσεων και του ιστού της οικονομίας; Ποια διασύνδεση θέλουμε μεταξύ αυτών των δραστηριοτήτων και των εγχώριων επιχειρήσεων; Λειτουργεί το σύστημα κινήτρων για απασχόληση ντόπιων;

Αυτές οι ερωτήσεις, όχι μόνο δεν έχουν απαντηθεί, αλλά δυστυχώς σε πολιτικό επίπεδο δεν έχουν καν τεθεί προς σοβαρό προβληματισμό και ανάπτυξη πολιτικής.

Οι ξένες αυτές επενδύσεις (ισραηλινές και ουκρανικές) πρέπει να γίνουν οργανικό κομμάτι της ανάπτυξης μας. Σήμερα βρίσκονται, σε σημαντικό βαθμό, σε απομόνωση από την οικονομία.

Έδωσε αλλά δεν πήρε η Κυβέρνηση

Τον περασμένο μήνα η Κυβέρνηση αποφάσισε να παραχωρήσει αυξήσεις 1,5% στους εργαζόμενους της κρατικής μηχανής, σε μια περίοδο μάλιστα που το ΔΝΤ προχώρησε σε μελέτη μετά από οδηγίες του υπουργείου Οικονομικών για εξορθρολογισμό του κρατικού μισθολογίου. Πώς το σχολιάζετε;

Ως Δημοσιονομικό Συμβούλιο, μας ανησυχούν δύο δεδομένα. Πρώτο, ότι η αύξηση των ανελαστικών δαπανών είναι ταχύτερη από την αύξηση των εσόδων, του πληθωρισμού και του ΑΕΠ και είναι ταχύτερη από την μακροπρόθεσμη αύξηση των εσόδων του κράτους. Άρα, εκ των πραγμάτων, αποτελεί πρόβλημα.

Δεύτερο, το ζητούμενο δεν είναι μόνο η ονομαστική συγκράτηση του κόστους, αλλά αντίθετα η μείωση του κόστους σε σχέση με την παραγωγικότητα. Επαναλαμβάνω αυτό που λέμε, ότι δηλαδή, μια αύξηση του μισθολογίου κατά 14.4%, η οποία δεν μεταφράζεται σε αύξηση της παραγωγής (σε όγκο, ταχύτητα και ποιότητα) κατά 14.4%, αποτελεί καθαρή σπατάλη.

Αν, επομένως, η αύξηση συνοδευόταν από συμφωνίες για την αύξηση της παραγωγικότητας (πχ την ψηφιοποίηση, επιτέλους, της κρατικής μηχανής, αλλαγή οργανογραμμάτων και διαδικασιών κτλ), τότε το 1.5% θα μπορούσε να είχε κριθεί και ως χαμηλό. Αλλά από τη στιγμή που δεν πήρε κανένα αντάλλαγμα η Κυβέρνηση, τότε η αύξηση αποτελεί σπατάλη για τον φορολογούμενο, από τη στιγμή που επιδεινώνει τον λόγο κόστους-οφέλους του κράτους.

Πάντως, δεν συμμερίζομαι τον τρόμο που διακατέχει τους πολιτικούς για την αντίδραση της ΠΑΣΥΔΥ. Η ηγεσία της, θέλει να δει περηφάνεια στα μέλη της για τη δουλειά τους και προσωπικά βρίσκω τη στάση της πολύ προοδευτική. Έχουμε το εξαιρετικό παράδειγμα-απόδειξη στο Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, όπου η μεταρρυθμιστική διάθεση, με εξαιρετικά αποτελέσματα, είχε τη στήριξη των εργαζομένων και της ηγεσίας τους. Επομένως, θα μπορούσε εύκολα να είχε ζητήσει η Κυβέρνηση ρητή και δημοσίως δεδηλωμένη «ανταπόδοση» για το 1.5%.

Να εγκαταλειφθούν οι λογικές «βλέπουμε μετά»

Τους επόμενους μήνες αναμένεται να αρχίσει και η συζήτηση του κρατικού προϋπολογισμού για το 2025, σε ποιες ενέργειες θα πρέπει να κινηθεί η Κυβέρνηση;

Κάτω από τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες, ο Προϋπολογισμός και το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο θα πρέπει να θεωρούνται πλέον δεσμευτικά. Η πρακτική με την οποία γίνονται πρόχειροι υπολογισμοί στη λογική του «και βλέπουμε», πρέπει πλέον να εγκαταλειφθεί. Οι νέοι κανόνες συνεπάγονται επίσης πως οι οροφές δαπανών ανά Υπουργείο, όπως αυτές καταγράφονται στο Στρατηγικό Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής, θα πρέπει να τηρούνται και η κάθε νέα δαπάνη θα συνοδεύεται από ισόποση εξοικονόμηση σε άλλη γραμμή του προϋπολογισμού.

«Φιλική αντιπαλότητα» με το Υπουργείο Οικονομικών

Το Υπουργείο Οικονομικών λαμβάνει υπόψη τις θέσεις του Δημοσιονομικού Συμβουλίου; Υπάρχει γραμμή επικοινωνίας;

Η συνεργασία με το Υπουργείο Οικονομικών βρίσκεται πλέον σε πολύ καλό επίπεδο. Υπάρχει συνεννόηση για τον ρόλο που έχει να διαδραματίσει ο θεσμός μας και τηρείται η στάση την οποία προσωπικά θεωρώ ορθή- εκείνη της «φιλικής αντιπαλότητας». Η σχέση, θεωρώ, πρέπει να διατηρηθεί προσεκτικά σε αυτή τη βάση. Να είναι, δηλαδή, φιλική αλλά να θυμόμαστε πως οφείλουμε να βρισκόμαστε απέναντι ο ένας στον άλλο, να θέτουμε ερωτήματα, να ασκούμε πίεση, να αμφισβητούμε -με σεβασμό, πάντα- ο ένας τον άλλο, να αναζητούμε τεκμήρια.

Ο μόνος προβληματισμός μας, τον οποίο θεωρώ πως συμμερίζεται και το Υπουργείο, είναι πως η καλή σχέση οφείλεται σε προσωπική επαφή και αλληλοκατανόηση και δεν έχει θεσμικό χαρακτήρα. Έτσι, όταν αλλάξουν πρόσωπα στον ένα από τους δύο θεσμούς, πολύ πιθανόν να μην ισχύουν τα ίδια. Αυτό το θεσμικό-δομικό ζήτημα θα πρέπει να το αντιμετωπίσουμε πιο οργανωμένα τους επόμενους 12 μήνες.

Πηγή: philenews.com

You may also like

Our Page contains news reposts. We are not responsible for any inaccuracy in the content

Copyright © All rights reserved Faros On Air 

Designed and Developed with 🧡 by eAdvertise

This website uses cookies to improve your experience. We'll assume you're ok with this, but you can opt-out if you wish. Accept Read More