Οσον αφορά τις τιμές που έχουν διαμορφωθεί στη χώρα, ο Σωτήρης Αναγνωστόπουλος, γενικός γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή, υπογραμμίζει τα προβληματικά χαρακτηριστικά που ταλανίζουν την εγχώρια αγορά: «Η χαρτογράφηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού αφορά το κομμάτι του βρεφικού γάλακτος της πρώτης και δεύτερης ηλικίας (σ.σ.: πρώτη βρεφική ηλικία 0-6 μηνών, δεύτερη βρεφική ηλικία 7-12 μηνών), η οποία βασίζεται σε έρευνες αρκετά σποραδικές μέσω e-shops, που δεν είναι κατάλληλες για πραγματικές συγκρίσεις, αλλά σε κάθε περίπτωση πράγματι η ελληνική αγορά αντιμετωπίζει κάποια ζητήματα με το βρεφικό γάλα».
Επισημαίνει δε ότι έχουν γίνει έρευνες πάνω στο συγκεκριμένο προϊόν καθώς και πολλοί έλεγχοι μέχρι σήμερα που έχουν αποδείξει ότι δεν είναι κατ’ αρχήν η πληθωριστική κρίση αυτή που έχει οδηγήσει σε κούρσα ανόδου τιμές του συγκεκριμένου αγαθού. Αυτός, εξάλλου, ήταν και ο λόγος που η κυβέρνηση, μέσω του υπουργού Ανάπτυξης Κώστα Σκρέκα, προανήγγειλε πλέγμα τεσσάρων μέτρων για τη συγκράτηση της ακρίβειας, ενώ συγκεκριμένα για το βρεφικό γάλα προαναγγέλθηκε η θέσπιση πλαφόν.
Το μεγάλο πρόβλημα
Ο γενικός γραμματέας Εμπορίου παράλληλα χαρακτηρίζει το μέγεθος της συγκεκριμένης εγχώριας αγοράς ως «προβληματικό», με συνέπεια να επηρεάζεται η τιμή του βρεφικού γάλακτος: «Είναι μια πολύ μικρή αγορά και αφορά πολύ λίγους καταναλωτές και συγκεκριμένα τα παιδάκια ενός έτους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, το 2022 καταγράφηκαν 76.000 γεννήσεις. Από τα 76.000 βρέφη, τα μισά θηλάζουν και τα άλλα μισά όχι, οπότε αφορά 38.000 με 40.000 μικρούς καταναλωτές. Είναι μια πολύ μικρή αγορά, περίπου το 4 τοις χιλίοις των Ελλήνων καταναλωτών. Και αυτό είναι κάτι που δεν θα αλλάξει στο μέλλον. Το μέγεθος της αγοράς, αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα, καθώς δεν μπορούν να γίνουν μεγάλες παραγγελίες και μικραίνει η δυνατότητα οικονομιών κλίμακας. Αυτό σημαίνει λιγότερα σημεία πώλησης στην πράξη. Δηλαδή, παρότι έχει απελευθερωθεί η αγορά, φαίνεται ότι μόνο σε πολύ μεγάλα σουπερμάρκετ υπάρχουν αυτού του είδους οι τροφές και φυσικά στα φαρμακεία, όπως υπήρχαν και πριν από την απελευθέρωση της αγοράς».