Η άσκηση του δικαιώματος από μέρους οφειλέτη να επιλέξει και καθορίσει για ποιο χρέος προβαίνει σε πληρωμή, δεσμεύει τον πιστωτή που την αποδέχεται και οφείλει να την καταλογίσει προς εξόφληση του συγκεκριμένου χρέους. Ο οφειλέτης στην περίπτωση αυτή οφείλει διάφορα χρέη στο ίδιο πρόσωπο, όπως ένας δανειολήπτης ή εγγυητής του για συγκεκριμένο ποσό προς τράπεζα ή ακόμη ένας φορολογούμενος προς το κράτος.
Μπορεί να ορίσει την πληρωμή που προβαίνει για ποιο χρέος θα καταλογιστεί ώστε να μειώσει ή απαλλαγεί από την ευθύνη για το συγκεκριμένο χρέος. Ενδεχόμενα οι όροι του, όπως το επιτόκιο, να είναι αρκετό ψηλό σε σύγκριση με άλλο ή άλλα χρέη ή να αμφισβητεί ότι οφείλει τα άλλα χρέη ή ότι αυτά έχουν εξοφληθεί ή ακόμη να έχουν παραγραφεί. Η επιλογή μπορεί να είναι ρητή ή να συνάγεται υπό τις περιστάσεις στα πλαίσια των οποίων ενεργεί την πληρωμή ο οφειλέτης.
Νομοθετικές πρόνοιες
Οι σχετικές νομοθετικές πρόνοιες απαντώνται στα άρθρα 59-61 του περί Συμβάσεων Νόμου, Κεφ. 149, οι οποίες εισάγουν στην Κύπρο τον κανόνα Clayton που προέρχεται από το αγγλικό κοινοδίκαιο.
Από την άλλη, αν ο οφειλέτης δεν ορίσει το χρέος για το οποίο αφορά η πληρωμή που έγινε και αυτό δεν μπορεί να συναχθεί από τις άλλες περιστάσεις, ο πιστωτής μπορεί κατά βούληση να καταλογίσει την πληρωμή σε οποιοδήποτε νόμιμο χρέος του οφειλέτη, το οποίο είναι πληρωτέο προς αυτόν, ανεξάρτητα αν η ανάκτηση του εμποδίζεται ή όχι από τον εκάστοτε σε ισχύ νόμο που αφορά την παραγραφή.
Υπάρχει το ενδεχόμενο κανένας από τους ενδιαφερόμενους να μην έχει προβεί στον καταλογισμό πληρωμής που έγινε, οπότε αυτή καταλογίζεται προς εξόφληση των χρεών κατά σειρά αρχαιότητας, ανεξάρτητα αν αυτά δύνανται ή όχι να ανακτηθούν κατ΄εφαρμογή του εκάστοτε σε ισχύ νόμου που αφορά την παραγραφή. Αν τα χρέη έχουν την ίδια σειρά αρχαιότητας, ο καταλογισμός της πληρωμής γίνεται συμμετρικά.
Οι τράπεζες για κατοχύρωση τους ζητούν και λαμβάνουν ανάμεσα στις εξασφαλίσεις για τραπεζικές διευκολύνσεις που παραχωρούν την υπογραφή συμφωνίας δικαιώματος επίσχεσης (lien), τόσο από μέρους του πρωτοφειλέτη όσο και από τους εγγυητές του. Ανάλογα με τα χρέη που εξασφαλίστηκαν, ασκούν το δικαίωμα επίσχεσης και καταλογίζουν τις πληρωμές στα χρέη που θεωρούν πληρωτέα, όπως τους συμφέρει για να μην απωλέσουν χρήματα.
Απόφαση Εφετείου
Ανάμεσα στα θέματα που εξέτασε το Εφετείο στην απόφαση που εξέδωσε στην Π.Ε. 93/2016 ημερ.11.12.2024, ήταν και η άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης, όπως και ο καταλογισμός πληρωμής προς εξόφληση μη υποδειχθέντος χρέους, σε διαφορά που προέκυψε μεταξύ τράπεζας και εγγυητή εταιρείας που αδυνατούσε να πληρώσει τα χρέη της.
Έκρινε ότι ήταν σαφές από το έγγραφο της συμφωνίας δικαιώματος επίσχεσης (lien) ότι η άσκησή του ανήκε στην ευχέρεια της τράπεζας, η οποία δεν είχε ούτε και την υποχρέωση να ενημερώσει οιονδήποτε προτού προβεί σε μεταφορά χρημάτων του ενός από τους εγγυητές σε άλλο λογαριασμό.
Το έγγραφο περιείχε πρόνοια ότι ο εγγυητής, υπογράφοντας το έγγραφο δικαιώματος επίσχεσης, συμφωνούσε ότι η τράπεζα μπορούσε ανά πάσα στιγμή, χωρίς περαιτέρω εντολή ή ειδοποίηση προς αυτόν, να καταλογίσει αυτά τα χρήματα, για ή προς ικανοποίηση των όποιων χρεών ή υποχρεώσεων.
Τόνισε ότι, με βάση το αγγλικό κοινοδίκαιο, που αφορά στον καταλογισμό πληρωμών, περιλαμβανομένου του Κανόνα Clayton που ενσωματώνονται στον περί Συμβάσεων Νόμο, Κεφ. 149 στα άρθρα 59 – 61, αν ο οφειλέτης δεν ορίσει το χρέος για το οποίο γίνεται η πληρωμή, ούτε μπορεί να συναχθεί η βούληση του από άλλες περιστάσεις, τότε ο πιστωτής δικαιούται κατά βούληση να αποπληρώσει τα διάφορα χρέη.
Η κατάληξη του Εφετείου
Το Εφετείο κατέληξε, δεδομένου ότι ούτε με τη συμφωνία δικαιώματος επίσχεσης (lien) του άλλου εγγυητή με την τράπεζα, ούτε με άλλο τρόπο είχε καθορισθεί σε ποιο λογαριασμό θα λογίζονταν τα χρήματα του εν λόγω εγγυητή που είχαν δεσμευτεί, η τράπεζα δικαιούταν να τα λογίσει έναντι οποιουδήποτε χρέους και όχι απαραίτητα του χρέους της εταιρείας.
Στη βάση αυτού, απέρριψε την έφεση του ενός από τους εγγυητές της εταιρείας, η οποία παρόλο που διαγράφηκε από το μητρώο του Εφόρου Εταιρειών, επαναγράφτηκε.
Συνεπώς, ουδεμία σημασία μπορούσε να έχει η προηγηθείσα διαγραφή της, ούτε τέτοια διαγραφή ακυρώνει οτιδήποτε έλαβε χώρα στο μεσοδιάστημα μεταξύ της διαγραφής και της επαναφοράς της και ήταν ορθή η προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το χρέος οφειλόταν.
* Δικηγόρος στη Λάρνακα – Συνεργάτης του Φιλελεύθερου
Πηγή: philenews.com