Παραδόξως η χώρα που ούτως ή άλλως εφαρμόζει την πιο αυστηρή δημοσιονομική πολιτική στην Ευρώπη, η Ελλάδα, τάχθηκε στις διαπραγματεύσεις για το νέο σύμφωνο σταθερότητας υπέρ της ευελιξίας και της χαλαρότητας. Βρεθήκαμε στην πλευρά των απείθαρχων, των χωρών με υψηλά ελλείμματα, τη στιγμή που είμαστε ίσως οι πιο πειθαρχημένοι. Το χρέος μας είναι ρυθμισμένο και τακτοποιημένο στον υπερθετικό βαθμό και οι δημοσιονομικοί μας στόχοι κλειδωμένοι από τη συμφωνία με τον ESM, τον μεγαλύτερο δανειστή της χώρας. Μια θέση στο πλευρό των Γερμανών, των Ολλανδών, των Φινλανδών και των λοιπών… δημοκρατικών δυνάμεων θα μας ανήκε λογικά.
Επίσης, άγνωστο γιατί, πανηγύρισε η κυβέρνηση τόσο πολύ για την εξαίρεση των αμυντικών δαπανών. Στην περίπτωση εκτροχιασμού της οικονομίας οι νέοι αμυντικοί εξοπλισμοί – όχι τα καύσιμα των υφιστάμενων τανκς ή η τροφή των στρατιωτών – δεν θα μετρούν στους υπολογισμούς, που θα απειλούσαν τη χώρα με τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, δηλαδή με νέα μέτρα. Μάλιστα δεν θα αρκεί ένα μικρό ποσό για να τη γλιτώσουμε από νέα μέτρα, αλλά θα πρέπει το μεγαλύτερο μέρος του ελλείμματος να οφείλεται στην αγορά όπλων και αυτό να αποδίδεται και να αιτιολογείται με κάποια ζωηρή απειλή για την εθνική ασφάλεια.
Σε κάθε περίπτωση, αν πανηγυρίζουμε για την εξαίρεση των αμυντικών δαπανών, λογικά καταγράφεται ως ήττα το γεγονός ότι δεν συμπεριλήφθηκαν στην ευελιξία τακονδύλια του Μεταναστευτικού και της πράσινης μετάβασης, που επίσης διεκδίκησε η Ελλάδα.
Προς αποφυγήν παρερμηνείας, η συμφωνία που επιτεύχθηκε την Τετάρτη είναι σημαντική και καθόλου άσχημη για την Ελλάδα. Οι εναλλακτικές που υπήρχαν στο τραπέζι, επίσης θα μπορούσαν να «πουληθούν» ως νίκη.
Η μεγαλύτερη επιτυχία ωστόσο για την Ελλάδα δεν είναι το περιεχόμενο της συμφωνίας των υπουργών Οικονομικών. Μεγαλύτερη επιτυχία είναι πως ό,τι και αν αποφασιζόταν, ελάχιστα θα μας επηρέαζε. Πρώτη φορά εδώ και πάνω από μία δεκαετία το διακύβευμα για την ελληνική οικονομία ήταν τόσο μικρό από μια τόσο σημαντική απόφαση. Αυτό συμβαίνει απλά γιατί βρισκόμαστε σε μια τροχιά σταθερών πρωτογενών πλεονασμάτων, μείωσης του χρέους, με πολλαπλάσιους από την υπόλοιπη Ευρώπη ρυθμούς ανάπτυξης.
Αυτό που επιβεβαιώθηκε και είναι εξαιρετικά σημαντικό, είναι ότι οι Ευρωπαίοι συνεχίζουν να στηρίζουν τις αποφάσεις της προηγούμενης δεκαετίας, για την παραμονή της χώρας στο ευρώ. Το γεγονός ότι οιτόκοι μεγάλου μέρους των δανείων των Μνημονίων που ξεπαγώνουν το 2032 δεν υπολογίζονται στη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, αν υπάρξει τέτοιο ενδεχόμενο τότε για τη χώρα, είναι πολύ πιο σημαντικό από οτιδήποτε άλλο. Δεν είναι μια απλή σημείωση, αλλά μια δήλωση πίστης στην πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Σημείωση: Η χθεσινή απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τις τράπεζες, αν και καθυστερημένη, μπορεί και πρέπει να ταρακουνήσει τις διοικήσεις τους. Ηρθε η στιγμή να σταματήσουν να λειτουργούν με όρους επιβίωσης (από τις προμήθειες) και να μπουν σε έναν περισσότερο βιώσιμο τρόπο παραδοσιακής τραπεζικής (από τις χρηματοδοτήσεις).