Ο Κάρολος Ντίκενς έμαθε για τη φτώχεια με τον λιγότερο επιθυμητό τρόπο, όντας φτωχός. Εδωσε στον συγγραφέα ενδιαφέρον ζωής για τον πόνο που αυτό προκαλεί. Περίπου 1,8 εκατομμύρια νοικοκυριά στο Ηνωμένο Βασίλειο χαρακτηρίζονται σήμερα ως άπορα, που σημαίνει ότι δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά τα απαραίτητα, όπως φαγητό, στέγη και θέρμανση. Ωστόσο, όπως έγραψε ο (πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας) Γκόρντον Μπράουν σε αυτήν την εφημερίδα την περασμένη εβδομάδα, ένα «τείχος σιωπής» περιβάλλει αυτήν την κρίση και περιορίζει τη δημόσια συζήτηση. Λείπει η πλήρης επίγνωση του πόνου που η κατάσταση συνεπάγεται.
Προκαλώντας τον υπουργό Οικονομικών Τζέρεμι Χαντ να διατάξει αναθεώρηση στον προϋπολογισμό του Μαρτίου, το μήνυμα του κ. Μπράουν δεν θα μπορούσε να είναι πιο σαφές: όπως πρέπει να υπάρχει ένα βασικό βιοτικό επίπεδο, πρέπει να υπάρχει ένα βασικό επίπεδο διακυβέρνησης. Η αντιμετώπιση της φτώχειας, είπε, «δεν πρέπει να είναι ζήτημα ιδεολογίας, αλλά ζήτημα ευπρέπειας».
Ο κ. Μπράουν είναι ένας ισχυρός υποστηρικτής του ρόλου της κοινωνίας των πολιτών και συμμετέχει ενεργά σε τοπικές φιλανθρωπικές οργανώσεις. Ομως, ενώ βραχυπρόθεσμα τέτοιες πρωτοβουλίες είναι ζωτικής σημασίας, για παράδειγμα, για την παροχή κρεβατιών και ειδών υγιεινής καθώς και τροφίμων σε όσους δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να τα αγοράσουν, η φιλανθρωπία μπορεί να αποτελεί μόνο μέρος της λύσης.
Ενώ η πανδημία και το διεθνές ενεργειακό κόστος έχουν επιδεινώσει τα πράγματα, οι επιλογές πολιτικής από διαδοχικές συντηρητικές κυβερνήσεις ευθύνονται για την κατάρρευση του βιοτικού επιπέδου των φτωχότερων νοικοκυριών. Η επανειλημμένη άρνηση αύξησης των επιδομάτων ανάλογα με τον πληθωρισμό, σε συνδυασμό με μέτρα τα οποία μειώνουν το ποσό που μπορούν να διεκδικήσουν ως παροχή οι οικογένειες με πάνω από δύο παιδιά, κατέστησαν αδύνατο να τα βγάλουν πέρα.
Η «εγγύηση παροχής βασικών ειδών» που προτείνεται από το Ιδρυμα Joseph Rowntree και άλλους θα κατοχυρώνει νομικά το δικαίωμα για ελάχιστο επίπεδο παροχών, επαρκές για την κάλυψη βασικών στοιχείων, με τους σχετικούς υπολογισμούς να επιβλέπονται από ανεξάρτητο φορέα. Αυτό είναι ευνόητο μέσο για την αποκατάσταση αυτού που παλαιότερα θεωρούνταν δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το κοινό το υποστηρίζει καταρχήν. Τον τελευταίο καιρό, συγγραφείς όπως ο Kerry Hudson και η Elizabeth Strout έχουν γράψει εύγλωττα για την εξουθενωτική ντροπή που συχνά συνοδεύει τη χρόνια φτώχεια. Η φύση και η έκταση της φτώχειας στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2024 θα πρέπει να ντροπιάζει όσους την αγνοούν – όχι αυτούς που την υποφέρουν.