Ενώ το bitcoin και ο χρυσός κατακτούσαν νέα ιστορικά υψηλά, οι χρηματιστηριακές αγορές κινούνταν ήπια πτωτικά, με το Χρηματιστήριο της Αθήνας να υποχωρεί ελαφρώς (-0,27%) μετά και την επίτευξη νέων υψηλών 13 ετών. Η αξία των συναλλαγών ανήλθε στα 123,88 εκατ. ευρώ, ενώ τον μεγαλύτερο τζίρο σημείωσαν η Εθνική με 34,80 εκατ. ευρώ και η Πειραιώς με 15,11 εκατ. ευρώ. Από τις μετοχές της υψηλής κεφαλαιοποίησης τη μεγαλύτερη άνοδο σημείωσαν οι Quest Συμμετοχών (+6,24%), HelleniQ Energy (+2,10%), Coca Cola HBC (+1,46%) και Σαράντης (+0,84%), ενώ από τις χαμηλότερες κεφαλαιοποιήσεις, μεταξύ άλλων, ξεχώρισαν οι τίτλοι των Q&R (+14,86%), Frigoglass (+9,82%), Ιλυδα (+9,49%) και ΤτΕ (+5,46%). Σήμερα στις 16.00 ώρα Ελλάδος κλείνει το ηλεκτρονικό βιβλίο προσφορών αναφορικά με placement του 27% των μετοχών της Πειραιώς (-1,52%), ενώ η Ambrosia Capital αναδιατύπωσε τη σύσταση «αγοράς» με νέα τιμή-στόχο τα 19,60 ευρώ για τον ΟΤΕ (-1,02%), την ώρα που η Eurobank Equities συστήνει «διακράτηση» για τη μετοχή του οργανισμού με τιμή-στόχο τα 15,10 ευρώ.
Αναβαθμίσεις
Ζωτικής σημασίας για την πορεία αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας θεωρούνται η συνέχιση της μείωσης του δημόσιου χρέους και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, εκτίμησε χθες σε ειδική της μελέτη η Scope Ratings, σημειώνοντας πως περαιτέρω αναβαθμίσεις του ελληνικού αξιόχρεου προϋποθέτουν συνέχιση της ισχυρής ονομαστικής αύξησης του ΑΕΠ, βαθύτερη δημοσιονομική εξυγίανση, μεγαλύτερη μεταρρύθμιση του τραπεζικού συστήματος και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην οικονομία που θα μπορούσαν να αντισταθμίσουν τα χρόνια αποεπένδυσης του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.
Μπορεί το δημόσιο χρέος να έχει μειωθεί σε επίπεδα προ του COVID, στο 160,3% του ΑΕΠ στο τέλος 2023, ακολουθώντας πορεία σύγκλησης με το αντίστοιχο ιταλικό, ο δείκτης χρέους παραμένει ωστόσο ο υψηλότερος στην ευρωζώνη και για τον λόγο αυτόν η κυβέρνηση θα πρέπει να προωθήσει τη μεταρρυθμιστική ατζέντα διατηρώντας τη συνετή διαχείριση των δημόσιων οικονομικών ώστε να εξασφαλιστεί η περαιτέρω σταθερή μείωση του χρέους. Παράλληλα, κρίνεται αναγκαία η περαιτέρω ενίσχυση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, παρά το γεγονός ότι η απόδοση των ιδίων κεφαλαίων του κλάδου ανήλθε στο 12,9% τους πρώτους εννέα μήνες του 2023. Αν και οι τράπεζες έχουν προχωρήσει στην εκκαθάριση των ισολογισμών τους, εξακολουθούν ωστόσο να υστερούν του μέσου όρου στην ΕΕ αναφορικά με τους δείκτες μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων. Εστω και αν τα NPLs μειώθηκαν στο 7,9% τον Σεπτέμβριο του 2023 από 49% στα μέσα του 2017, ενδέχεται μάλιστα να αυξηθούν ξανά στο μέλλον, απόρροια της επίδρασης των υψηλότερων επιτοκίων στην ικανότητα εξυπηρέτησης του χρέους των δανειοληπτών. Το αυξημένο μερίδιο των αναβαλλόμενων φορολογικών υποχρεώσεων (DTAs) του τραπεζικού συστήματος εξακολουθεί επίσης να αποτελεί πρόβλημα, αν και τα αυξανόμενα λειτουργικά κέρδη βοηθούν τις τράπεζες να συσσωρεύουν αποθεματικά και να βελτιώνουν την ποιότητα του ενεργητικού τους.
Ανάπτυξη
Παράλληλα, η Ελλάδα θα πρέπει να εξασφαλίσει ισχυρότερους ρυθμούς δυνητικής ανάπτυξης ή/και να ενισχύσει τη μακροοικονομική βιωσιμότητα της οικονομίας. Το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό της οικονομίας παραμένει εξάλλου υποτονικό, γύρω στο 1%, παρά τη συνεχιζόμενη πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις μέσω του σχεδίου «Ελλάδα 2.0» και των ροών του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, την ώρα που το δημογραφικό πρόβλημα και η άνιση αύξηση της παραγωγικότητας σε όλες τις περιφέρειες λόγω της μακροχρόνιας αποεπένδυσης προβληματίζουν.