Σταθερή κρίνει την πορεία της ελληνικής οικονομίας ο καναδικός οίκος αξιολόγησης Morningstar DBRS, που υπογραμμίζει πως η χώρα μας σημειώνει πρόοδο στην άντληση κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, χάρη στο οποίο υποστηρίζονται και υλοποιούνται επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις.
Οπως λέει ο DBRS στον σχολιασμό των αξιολογήσεών του για το 2024, η Ελλάδα έχει μειώσει την απόσταση από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες, με τις προοπτικές για το μέλλον να είναι θετικές προς την ανάπτυξη, καθώς η περαιτέρω χρήση των χρηματοδοτικών εργαλείων της ΕΕ αναμένεται να στηρίξει τις επενδύσεις μέσω του ισχυροποιημένου τραπεζικού συστήματος της χώρας. Ο DBRS βαθμολογεί την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας με ΒΒΒ, ενώ δίνει τον ίδιο βαθμό και στην Ιταλία.
Ο καναδικός οίκος τονίζει, πάντως, πως υπάρχουν και ορισμένα «αγκάθια» που μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Αυτά είναι το δημόσιο χρέος που παραμένει υψηλό, τα μη εξυπηρετούμενα (κόκκινα) δάνεια και η ανεργία. Ο σχολιασμός αναφέρει όμως ότι η ελληνική κυβέρνηση παραμένει προσηλωμένη στη δημοσιονομική υπευθυνότητα, με στόχο τη μείωση του λόγου του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ.
Οπως λέει ο DBRS, παρά τα «ανοίγματα» της κυβέρνησης με μέτρα στήριξης της κοινωνίας, το πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο έφτασε σε πλεόνασμα 0,1% του ΑΕΠ το 2022, το οποίο αναμένεται να αυξηθεί σε 1,1% το 2023 και 2,1% το 2024. Εξάλλου, σημειώνεται πως το ποσοστό του δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ έχει μειωθεί κατά 35% από το υψηλό του 2020 (207% εν μέσω πανδημίας), γεγονός που κρίνεται θετικά από τον καναδικό οίκο αξιολόγησης.
Ανθεκτικότητα
Επιπλέον, υπογραμμίζεται ότι η ελληνική οικονομία έδειξε ανθεκτικότητα το 2022, με την ανάπτυξη να φτάνει το 5,9%. Η ανάπτυξη αυτή οφείλεται πρωτίστως στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, στις επενδύσεις και στην ανάκαμψη του τουρισμού. Παράλληλα, ο DBRS δίνει εύσημα στη χώρα για τις βελτιώσεις στην αγορά εργασίας και τονίζει πως η εφαρμογή του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» θα δώσει περαιτέρω ώθηση στις επενδύσεις ως μοχλό ανάπτυξης. Συνολικά εκτιμάται πως η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας έχει ενισχυθεί σημαντικά χάρη στη συνεργασία της χώρας με την ΕΕ και το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, παρέχοντας στήριξη και χρηματοδοτικά οφέλη κατά τη διάρκεια κρίσεων. Ο DBRS υπογραμμίζει, πάντως, πως το δημόσιο χρέος και η ανεργία εξακολουθούν να αποτελούν προκλήσεις, καθώς διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα.
Για το σύνολο της Ευρώπης, ο καναδικός οίκος αξιολόγησης προβλέπει βελτίωση του οικονομικού περιβάλλοντος, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πραγματικά υψηλά επίπεδα ανάπτυξης. Παρόμοια είναι η εκτίμηση για το 2024 για την παγκόσμια οικονομία, η οποία αναπτύχθηκε σημαντικά το 2023, όμως ο ρυθμός της ανάπτυξης αναμένεται να μειωθεί φέτος. Οι λόγοι για αυτή την επιβράδυνση αφορούν κατά κύριο λόγο την αβεβαιότητα που υπάρχει στο παγκόσμιο πολιτικό περιβάλλον, αλλά και ευαλωτότητες που παρατηρούνται στις αγορές ακινήτων και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Οπως αναφέρεται στον σχολιασμό, ο DBRS εκτιμά πως οι μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες των ανεπτυγμένων οικονομιών θα διατηρήσουν τα επιτόκιά τους σε υψηλές τιμές, καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις δείχνουν ανθεκτικότητα. Παράλληλα, οι γεωπολιτικές συνθήκες που επικρατούν αποτελούν κίνδυνο για τη διατήρηση των χαμηλότερων τιμών στον τομέα της ενέργειας. Τέλος, ο καναδικός οίκος στέκεται και στους κινδύνους που φέρνει η αύξηση του κόστους της στέγασης παγκοσμίως, η οποία μάλιστα συνδυάζεται με περιορισμένη προσφορά στην αγορά ακινήτων σε ορισμένες χώρες (μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα), ανεβάζοντας έτσι το κόστος δανεισμού των νοικοκυριών.