Την επίσημη εκκίνηση της κούρσας των επιτοκίων και της ισοτιμίας ευρώ – δολαρίου έδωσε την Πέμπτη η FED, με ένα γενναίο πρώτο βήμα μείωσης των επιτοκίων κατά 0,5%, ρίχνοντας παράλληλα την μπάλα στο γήπεδο της ΕΚΤ, η οποία αναγκάζεται να παρακολουθεί τις κινήσεις της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ σε όλες τις επόμενες κινήσεις της.
Η βασική διαφορά μεταξύ Ευρωζώνης και ΗΠΑ είναι ότι ο επικεφαλής της FED, Τζερόμ Πάουελ, έκανε μια τολμηρή κίνηση στο πεδίο των επιτοκίων, την ώρα που ο σκληρός πυρήνας του πληθωρισμού στην άλλη πλευρά του ατλαντικού παραμένει στο 4%. Παρ’ όλα αυτά διατηρεί το πλεονέκτημα έναντι της Ευρωζώνης, αφού το ισχυρότερο αποθεματικό νόμισμα σήμερα, το δολάριο, έχει τη δύναμη να εξάγει πληθωρισμό στην Ευρωζώνη, ενώ το ευρώ δεν έχει τέτοια επιλογή. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι μετά τη μείωση της Τετάρτης και παρά το γεγονός ότι ο κ. Πάουελ ξεκαθάρισε ότι η ταχύτητα της μείωσης των επιτοκίων δεν θα μείνει ίδια και στο άμεσο μέλλον, οι αγορές άρχισαν να ανεβάζουν τις προσδοκίες τους, αναμένοντας περαιτέρω μείωση των επιτοκίων του δολαρίου κατά 0,75% μέχρι το τέλος του χρόνου.
Στη δική μας πλευρά, στην Ευρωζώνη, η οποία, ως γνωστόν, μετράει δύο μειώσεις επιτοκίων της τάξης του 0,25% και με τον μέσο πληθωρισμό να έχει υποχωρήσει στο 2,2% τον Αύγουστο, υπάρχει ακόμη προβληματισμός. Τα “γεράκια” του Συμβουλίου Νομισματικής Πολιτικής αναρωτιούνται σε δηλώσεις τους, μήπως πρέπει να γίνει και άλλη μείωση επιτοκίων, αν δεν υπάρξουν σαφείς ενδείξεις ότι ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται. Οι προσδοκίες για τα επιτόκια της Ευρωζώνης είναι, στην καλύτερη περίπτωση, για μείωση της τάξης του 0,25% μέχρι το τέλος του χρόνου.
Συνεπώς, αν οι αγορές αποδειχθούν σωστές, η μείωση των επιτοκίων στις ΗΠΑ θα έχει φτάσει το 1,25%, στο 4% από 5,25%, στις αρχές της περασμένης εβδομάδας. Αντίστοιχα για την Ευρωζώνη η συνολική μείωση θα έχει φτάσει 0,75% στο 3,50% από 4,75%, που ήταν στις αρχές του περασμένου Ιουνίου.
Σε διπλή πίεση
Είναι σαφές ότι η κούρσα του ανταγωνισμού θα ενταθεί αμέσως μετά τις αμερικανικές εκλογές, όταν πλέον θα έχει ξεκαθαρίσει ποιος θα κυβερνά τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Λίγο μετά την αρχή του 2025, το ερώτημα που θα προκύψει θα είναι τι μπορεί να κάνει η Ευρωζώνη, αν βρεθεί σε διπλή πίεση από τις ΗΠΑ και την Κίνα, αφού στην εμπορική πίεση θα προστεθεί και η νομισματική.
Στον εμπορικό τομέα, οι δύο ανταγωνιστές της Ευρώπης έχουν εγκαταστήσει προγράμματα, για να ανανεώσουν και να επαναπατρίσουν μερικώς τη βιομηχανία τους. Η Ευρώπη, από την άλλη, βρίσκεται ακόμη σε συζητήσεις για το τι και πώς θα πρέπει να κάνει. Μόνο φωτεινό σημείο είναι η έκθεση Ντράγκι, η οποία δίνει έναν οδικό χάρτη για το τι πρέπει να γίνει. Ωστόσο, η κεντρική πρόταση του Ιταλού τεχνοκράτη, ότι το κενό της ανταγωνιστικότητας θα πρέπει να κλείσει με τεράστιες επενδύσεις που θα χρηματοδοτηθούν με κοινό χρέος, συναντά σθεναρές αντιδράσεις ιδίως από τις χώρες του Βορρά.
Σε ένα περιβάλλον ακραίου εμπορικού –και συναλλαγματικού– ανταγωνισμού της Ε.Ε. με τις ΗΠΑ και την Κίνα, η διολίσθηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του δολαρίου με το ευρώ ισοδυναμεί με ασφυκτική θηλιά για την Ευρωζώνη και το ευρωπαϊκό εμπορικό ισοζύγιο.
Εάν η γραμμή που ακολουθεί η αμερικανική οικονομία –όπως έχει γίνει αρκετές φορές στο παρελθόν– είναι να στηριχθεί στον διεθνή ρόλο του δολαρίου ως αποθεματικού νομίσματος, εξάγοντας τον πληθωρισμό της, τότε η Ευρωζώνη θα βρεθεί ξανά μπροστά σε ένα περιβάλλον ανταγωνιστικής νομισματικής υποτίμησης από την πλευρά των ΗΠΑ, στο οποίο ο (ελεγχόμενος) πληθωρισμός υιοθετείται σαν πολιτική διεξόδου απέναντι στο εκρηκτικό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος…
Βίοι παράλληλοι για ΕΚΤ – Fed
Σε ένα τέτοιο νομισματικό και συναλλαγματικό περιβάλλον, η οικονομία της Ευρωζώνης είναι υποχρεωμένη να ακολουθήσει την Fed στο ανταγωνιστικό της μονοπάτι, για να αποφύγει μια δραματική ανατίμηση του ευρώ, που θα πνίξει και τα τελευταία υπολείμματα ζωτικότητας της ευρωοικονομίας. Ας μην ξεχνάμε ότι υπό ομαλές συνθήκες το ευρωπαϊκό ΑΕΠ εξαρτάται από το διεθνές εμπόριο σε ποσοστό πάνω από 50%, ενώ εκείνο των ΗΠΑ περίπου 27%. Ανάλογη είναι η κατάσταση και με τη σχέση Ε.Ε. – Κίνας.
Με αυτά τα δεδομένα είναι πρακτικά δύσκολο –εκτός κι αν η Ευρωζώνη έχει αποφασίσει να αυτοκτονήσει οικονομικά– να διατηρήσει η ΕΚΤ μια ανεξάρτητη γραμμή όσον αφορά τη μείωση των επιτοκίων και να κάνει αυτό που πρόσφατα δήλωσε ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας, Γιοακόμ Νάγκελ, ότι δηλαδή στην Ευρώπη το κόστος δανεισμού “σίγουρα δεν θα μειωθεί τόσο γρήγορα και απότομα όσο αυξήθηκε”.
Κατά συνέπεια, αυτό που πρέπει να περιμένει κανείς είναι ότι η ΕΚΤ, ανεξάρτητα από τις δηλώσεις των μελών του Συμβουλίου της, είναι υποχρεωμένη να χορέψει στον ρυθμό που ορίζει η Fed σε κάθε περίπτωση, για να αποφύγει μια δραματική, υπό τις παρούσες συνθήκες, ανατίμηση του ευρώ. Τούτο παρά τις διαβεβαιώσεις της κ. Λαγκάρντ ότι η ΕΚΤ δεν θα παρακολουθεί την FED στις κινήσεις της.
Ένα πράγμα όμως είναι βέβαιο: ότι οποιεσδήποτε κινήσεις μείωσης των επιτοκίων αποκλείεται να επαναφέρουν το κόστος του χρήματος (ύψος επιτοκίων) στα προ της πανδημίας επίπεδα. Θα παραμείνουν ψηλότερα, όσο κι αν οι ανταγωνιστικές υποτιμήσεις συμπαρασύρουν το ευρώ. Το ίδιο βέβαιο είναι ότι τα “σκιρτήματα” του πληθωρισμού θα εξακολουθήσουν υπό αυτές τις συνθήκες να επανεμφανίζονται και να διευρύνουν το αδιέξοδο της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ.
Capital.gr/Τάσου Δασόπουλου
Πηγή: philenews.com