Table of Contents
Σε μια επικίνδυνη τροχιά, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε μια νέα κρίση χρέους για τους “μεγάλους” της Ευρωζώνης, μπαίνει σταδιακά η ευρωπαϊκή οικονομία μετά τις τελευταίες ευρωεκλογές και το πολιτικό πρόβλημα που δημιούργησαν κυρίως στη Γαλλία και λιγότερο στη Γερμανία.
Καταλύτη εξελίξεων θα αποτελέσει η εφαρμογή του αναθεωρημένου Δημοσιονομικού Συμφώνου, το οποίο έχει ήδη δώσει σήμα κινδύνου για το έλλειμμα της Γαλλίας, της Ιταλίας, του Βελγίου, της Σλοβακίας, της Μάλτας και της Πολωνίας, καθώς και της χώρας που ασκεί σήμερα την εκ περιτροπής προεδρία της Ε.Ε., της Ουγγαρίας. Μπορεί αυτή η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος να είναι “εικονική”, αφού επίκεινται τα νέα τετραετή δημοσιονομικά πλάνα για κάθε χώρα, αλλά έχει έναν κοινό παρονομαστή: την αξιολόγηση των κρατών-μελών με μόνο κριτήριο την αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών, η οποία θα προσυμφωνείται και δεν θα μπορεί να αλλάξει. Το σύστημα αυτό πρότεινε μεν η Επιτροπή, αλλά είναι γερμανικής έμπνευσης (θυμίζει λίγο το συνταγματικό φρένο που ισχύει για τη χώρα). Τούτο διότι διαχωρίζει την πορεία των δαπανών από τα έσοδα.
Αυτό στην Ελλάδα γίνεται φανερό γιατί από το 2021 και μετά η κυβέρνηση μπορούσε να προχωρά σε ελαφρύνσεις και μειώσεις φόρων, λόγω της υπεραπόδοσης των εσόδων. Το καθεστώς αυτό τελειώνει το 2024, με τα μέτρα 2,1 δισ. που εφαρμόζει από την αρχή του χρόνου και βρίσκονται εντός του ορίου που έχει ορίσει η Κομισιόν από το 2023 για αύξηση δαπανών κατά 2,6%. Για το 2025, όμως, όπως έχει γίνει γνωστό, θα υπάρχει ο “κόφτης” της αύξησης των δαπανών κατά περίπου 3%, που σημαίνει περίπου 3,15 δισ. ευρώ.
Ακόμα και αν τα έσοδα υπεραποδώσουν, όπως αναμένεται, το όριο δαπανών δεν θα μπορεί να ξεπεραστεί. Ως γνωστόν, η Ελλάδα θα έχει το 2025 έλλειμμα 0,8% του ΑΕΠ, ενώ το χρέος αναμένεται να υποχωρήσει από το 153% του ΑΕΠ στο τέλος του 2024 στο 145% το 2025. Ωστόσο η υπεραπόδοση των εσόδων θα γίνει “μαξιλάρι” για τα επόμενα χρόνια. Ανάλογες επιδόσεις θα έχουν και οι άλλες χώρες του Νότου, όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία, δίνοντας συνολικά την εικόνα ότι ο ευρωπαϊκός Νότος έχει έρθει σε ισορροπία και, πλέον, το πρόβλημα βρίσκεται τις μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης.
Το πρόβλημα των μεγάλων
Ωστόσο το πρόβλημα που θα έχει η Γαλλία και η Ιταλία θα δημιουργήσει το νέο κακό σενάριο για την Ευρωζώνη και για το σύνολο της Ε.Ε. Τα οικονομικά της 2ης και της 3ης μεγαλύτερης οικονομίας της Ε.Ε. θα επιδεινωθούν το 2025, παρουσιάζοντας υψηλότερο έλλειμμα και χρέος, χωρίς βέβαια να πάρουν νέα μέτρα. Στο μεταξύ, και οι δύο θα έχουν οριακή ανάπτυξη με τα σημερινά δεδομένα.
Το πρόβλημα θα ξεκινήσει από τη στιγμή που οι Βρυξέλλες θα ζητήσουν διορθώσεις στους Προϋπολογισμούς των δύο χωρών, οι οποίες θα ισοδυναμούν με μέτρα λιτότητας. Τούτο διότι θα χρειαστούν σοβαρές περικοπές για υποχωρήσει το έλλειμμά τους κάτω από το 3% του ΑΕΠ και το χρέος τους να αναστρέψει την πορεία του και να κινηθεί πτωτικά.
Όλα αυτά τη στιγμή που η νέα κυβέρνηση της Γαλλίας, η οποία αναμένεται να σχηματιστεί με τη συμμετοχή του Λαϊκού Μετώπου, εκλέχθηκε με πρόγραμμα για πρόσθετες δαπάνες 95 δισ. ευρώ, ενώ στην Ιταλία έχουμε μια κυβέρνηση η οποία ανθίστανται σθεναρά τα τελευταία τρία χρόνια σε κάθε είδους περικοπές.
Ο ρόλος της ΕΚΤ
Η ΕΚΤ, διά της προέδρου της,κυρίας Κριστίν Λαγκάρντ, έχει δηλώσει ετοιμότητα να παρέμβει σε κάθε δύσκολη κατάσταση. Το θέμα, όπως και σε κάθε ανάλογη κατάσταση, θα εξαρτηθεί από τη διάρκεια και την ένταση του φαινομένου.
Ωστόσο η αγορά γαλλικών, ιταλικών η άλλων ομολόγων της Ευρωζώνης, που θα δέχονται επιθέσεις από τις αγορές, ενδεχομένως να την αναγκάσει να αναστρέψει την περιοριστική νομισματική πολιτική που έχει ξεκινήσει πριν από δύο χρόνια για να συγκρατήσει τον πληθωρισμό. Μάλιστα, έχει έτοιμο και το εργαλείο που ονομάστηκε Transmission Protection Instrument (TPI), το οποίο, παρότι έχει θεσμοθετηθεί από το 2022 λόγω της απότομης ανόδου του χρέους στην Ευρωζώνη κατά την πανδημία του κορονοϊού, στην πράξη δεν έχει ενεργοποιηθεί ποτέ.
Το ερώτημα είναι αν το Δ.Σ. θα δεχτεί να αυξηθεί ακόμα περισσότερο το χαρτοφυλάκιο ύψους 5,3 τρισ. ευρώ που έχει συγκεντρώσει η ΕΚΤ από τις αγορές μέσω APP και EPP από το 2024 μέχρι και το 2023 και, κυρίως, τι μήνυμα θα πάρουν οι αγορές, οι οποίες μπορεί να αντιδράσουν σε μια νέα μεγάλη παρέμβαση.
Ακόμα ένα ζητούμενο είναι ποια θα είναι η τύχη των υψηλών ακόμη επιτοκίων του ευρώ, που βρίσκονται στο 4%, αν παράλληλα η ΕΚΤ, προσπαθώντας να διασώσει ομόλογα συγκεκριμένων χωρών, πλημμυρίσει ξανά με ρευστότητα τις αγορές.
Ζημιές για τις υπερχρεωμένες χώρες
Ωστόσο, αν η κρίση της Γαλλίας και της γειτονικής Ιταλίας διαρκέσει σε μια Ευρωζώνη που αναμένει μια εύθραυστη ανάκαμψη, που είναι ζητούμενο αν θα φτάσει το 1% για φέτος, το πρόβλημα θα γίνει μοιραία συστημικό. Η Ελλάδα θα δεχτεί πλήγμα από δύο πλευρές. Η πρώτη είναι η ανάπτυξη της οικονομίας, η οποία εκ των πραγμάτων θα επιβραδύνει έναντι του στόχου για ανάπτυξη 2,5%, και το δεύτερο πλήγμα εντοπίζεται στο κόστος δανεισμού.
Μπορεί, δηλαδή, το ελληνικό χρέους να βελτιώνει το προφίλ του από χρόνο σε χρόνο, έχοντας μειωθεί πάνω από 55% του ΑΕΠ από το 2020, τη χρονιά της πανδημίας, μέχρι και το τέλος του 2024. Ωστόσο η Ελλάδα παραμένει η πλέον υπερχρεωμένη χώρα της Ευρωζώνης και, για τον λόγο αυτό, σε κάθε ανάλογη κατάσταση “πληρώνει” το ύψος του χρέους με αύξηση των αποδόσεων όχι μόνο στα ομόλογα με διάρκεια πάνω από 1 χρόνο, αλλά και στα έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου, με τα οποία χρηματοδοτεί μέρος των κρατικών αναγκών. Συνεπώς, μια νέα κρίση στην Ευρωζώνη θα έχει κόστος και στην Ελλάδα, παρότι είναι πλέον από τις πιο τυπικές χώρες της Ευρωζώνης.
Πηγή: philenews.com