Κατά την πενθήμερη (νεοελληνικά: πενταήμερη) συζήτηση στη Βουλή επί του κρατικού προϋπολογισμού του 2024, έντυπες και ηλεκτρονικές εφημερίδες και τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων δημοσίευσαν, αναρτούσαν και αναγίγνωσκαν καταιγιστικές ανακοινώσεις υπουργείων και αντίστοιχων επιδοματικών οργανισμών τους με τις οποίες ενημέρωναν τους ελάχιστους πραγματικούς και συνεπείς φορολογουμένους σε πόσες εκατομμύρια τσέπες θα μπουν αυτές τις γιορτινές ημέρες μερικά ακόμα δισ. ευρώ με τη μορφή συντάξεων και πολυώνυμων προνοιακών κι άλλων επιδομάτων.
Ολα αυτά μου θύμισαν τον περιβόητο «Πολιτειακό Σοσιαλισμό» του Περικλέους, ο οποίος, ως οικονομική πολιτική, ως όρος και ως σύστημα, είναι το πρώτο, παγκοσμίως, που εισήγαγε ο ηγέτης της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, όπως αναφέρει ο διαπρεπής παλαιός καθηγητής της Δημόσιας Οικονομίας και Στατιστικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ακαδημαϊκός Ανδρέας Ανδρεάδης (1876-1935) στο μνημειώδες δίτομο έργο του «Ιστορία της Ελληνικής Δημόσιας Οικονομίας».
Αυτό το σύστημα, το οποίο στην Ελλάδα συνεχίστηκε μετά το 1980 έως και σήμερα με τον όρο «μακροοικονομικός λαϊκισμός», λειτούργησε ως «καρκίνος», όπως εύστοχα επεσήμανε ο οικονομολόγος Ουίλλιαμ Γλάδστων προς τον Ιούλιο Φερρύ, τονίζοντας ότι «αι Αθήναι απέθανον λόγω της κακής αυτών οικονομίας».
O Θουκυδίδης αναφέρει ότι ο Περικλής ήταν μέγας «δάσκαλος» για παροχές προς τον λαό κι όλων των ελλήνων κυβερνητών. Αλλά, και ο Πλούταρχος, παρουσιάζοντας τον Περικλή, μας θυμίζει πολλά σημερινά, όπως ότι «επειδή με τα δημαγωγικά μέσα του αντιπάλου του (σημείωση: του Κίμωνος) έχανε τη δημοτικότητά του, για να τα εξουδετερώσει, τρέπεται στη διανομή χρημάτων του δημοσίου…».
Υστερα από όλα αυτά, κατάρτισα τον παρατιθέμενο πίνακα, του οποίου τα στοιχεία επιβεβαιώνουν πλήρως τους Θουκυδίδη, Πλούταρχο και Ανδρέα Ανδρεάδη. Με την «εκ των αγρών μετανάστευσιν», επιδόματα, επιχορηγήσεις, προνόμια, «μαϊμού» συντάξεις, ρουσφέτια, «κοινωνικές δαπάνες», «κοινωνικό τουρισμό» κι άλλες Περικλέους επινοήσεις, τα τελευταία σαράντα χρόνια πάνω από έξι στους δέκα Ελληνες «κάαααθονται»!
Μη σας παραπλανούν τα αντίστοιχα στοιχεία για το 1961, όπου οι μη ενεργοί εμφανίζονται πάνω από πέντε εκατομμύρια. Αν αφαιρέσουμε τον πληθυσμό 3,6 εκατ. γυναικών που εμφανίζονται στην κατηγορία «οικιακά», αλλά στην πραγματικότητα δούλευαν στους αγρούς και τις στάνες, τότε, με εξαίρεση τους ελάχιστους σχετικά μαθητές (που δούλευαν στους αγρούς και τις στάνες, αφού δεν ήταν υποχρεωτική η φοίτηση στα σχολεία!) και τους ελάχιστους φοιτητές και συνταξιούχους, το 1961 δεν υπήρχε μη ενεργός πληθυσμός!