Επτά στοιχεία ανθεκτικότητας και εννέα στοιχεία κινδύνου διακρίνονται για την κυπριακή οικονομία στην τελική έκθεση 2024 του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, η οποία δημοσιοποιήθηκε χθες.
Όπως τονίζεται σε αυτήν, «η γενικότερη εικόνα των δημοσίων οικονομικών είναι θετική αλλά με διαρθρωτικές αδυναμίες. Η οικονομία καθοδηγείται από την ισχυρή οικονομική ανάπτυξη, τη χαμηλή ανεργία και την ομαλοποίηση του πληθωρισμού, παρά τις νησίδες συνεχιζόμενων αυξήσεων στις τιμές, κυρίως στις υπηρεσίες και τα εγχώρια προϊόντα, κυρίως τρόφιμα και βιομηχανικά».
Επίσης, σημειώνεται ότι «το δημόσιο χρέος διατηρείται σε πτωτική πορεία, με το ενοποιημένο πλεόνασμα να επιτυγχάνεται σε υψηλούς ρυθμούς καθ’ όλη τη διάρκεια του ΜΠΔ, μέχρι το 2027. Παρά τα αυξημένα ρίσκα που προκύπτουν, κυρίως εξωγενώς, η επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί είναι εντός ακτίνας».
Τα καλά…
Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο στην έκθεσή του για το 2024 αναφέρεται στα στοιχεία ανθεκτικότητας της οικονομίας και καταγράφει:
- Συνεχή δημοσιονομικά πλεονάσματα, με υψηλούς ρυθμούς αύξησης των κρατικών εσόδων
- Μείωση του χρέους και του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους, με άνετη πρόσβαση στις αγορές και χαμηλή απόδοση του ομολόγου, ευρείας βάσης ανάπτυξη (στηριζόμενη σε πολλούς τομείς της οικονομίας), που ενισχύει την εκτίμηση για ανθεκτικότητα.
- Ενίσχυση των εξαγωγών στις υπηρεσίες, με την οικονομία να εκμεταλλεύεται τις γεωπολιτικές εξελίξεις, σταθεροποίηση του πληθωρισμού, ισχυρή προοπτική στον ευρωπαϊκό τουρισμό για το 2025, με την Κύπρο να είναι σε θέση να εκμεταλλευτεί την αναμενόμενη νέα αύξηση στη ζήτηση.
Και τα επικίνδυνα…
Τα στοιχεία κινδύνου επικεντρώνονται:
- Αυξήσεις ανελαστικών δαπανών, με μόνιμο χαρακτήρα και στη βάση προσωρινών και μη επαναλαμβανόμενων αυξήσεων στα κρατικά έσοδα
- Πολιτικές πιέσεις για αύξηση των δαπανών λόγω αναβαθμίσεων και πλεονασμάτων
- Οπισθοβαρής σχεδιασμός για συγκράτηση των δαπανών, που εμπεριέχει ρίσκο υλοποίησης και δη σε προεκλογικό έτος.
- Δυνητική μετατροπή των ταμείων προνοίας σε συνταξιοδοτικά, ισχυρές κοινωνικές πιέσεις λόγω πιέσεων στα νοικοκυριά και τις ΜμΕ, υποχώρηση της αποτελεσματικότητας των κοινωνικών δαπανών, με μεγαλύτερες μεν δαπάνες, αλλά με μικρότερο αντίκτυπο
- Καθυστέρηση και χαλαρότητα στην αντιμετώπιση των ενεργειακών και κλιματικών αλλαγών, με κίνδυνο να απαιτηθούν μεγαλύτερες επενδυτικές δαπάνες τα επόμενα χρόνια. Τα τελευταία δυο στοιχεία κινδύνου αφορούν τη γενικευμένη ευρωπαϊκή αναιμία, με μονίμως χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στην ΕΕ, που δεν μπορεί να αφήσει ανεπηρέαστη την Κύπρο. Η αδυναμία να στηριχθεί η ανάπτυξη βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, στη σχέση με την ευρύτερη ευρωπαϊκή οικονομία, θα απαιτήσει νέα στρατηγική ανάπτυξης, επισημαίνει το Δημοσιονομικό Συμβούλιο.
Η γενικευμένη εικόνα δυστοκίας στην εισαγωγή ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων, καθώς και οι καθυστερήσεις στην υλοποίηση του επενδυτικού προγράμματος, ενισχύουν παροδικά τη θετική εικόνα στις δαπάνες, αλλά δημιουργούν σοβαρές δευτερογενείς αδυναμίες.
Χρειάζεται προσοχή…
Στην έκθεση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου επισημαίνεται ως γενικό συμπέρασμα ότι «το δημόσιο χρέος διατηρείται σε πτωτική πορεία, με το ενοποιημένο πλεόνασμα να επιτυγχάνεται σε υψηλούς ρυθμούς καθ’ όλη τη διάρκεια του ΜΠΔ (Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο), μέχρι το 2027.
Παρά τα αυξημένα ρίσκα που προκύπτουν, κυρίως εξωγενώς, η επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί είναι εντός ακτίνας, σημειώνεται. Ωστόσο, υφίσταται σημαντικό ρίσκο υλοποίησης, κυρίως λόγω του εμπροσθοβαρούς σχεδιασμού επενδύσεων, ο οποίος συνεπάγεται πως η επίτευξη των στόχων απαιτεί μείωση δαπανών στα τελευταία έτη του ΜΔΠ (Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο).
Οι οπισθοβαρείς μειώσεις δαπανών είναι εκ φύσεως επικίνδυνες, τονίζει το Συμβούλιο. Ο κίνδυνος, επιπλέον, επιδεινώνεται λόγω της πιθανής αύξησης δαπανών σε προεκλογικό έτος. Επιπλέον, το γεγονός ότι οι υποχρεώσεις της Δημοκρατίας ολοκληρώνονται το 2028, ενώ το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο ολοκληρώνεται το 2027, συνεπάγεται πως η τήρηση των υποχρεώσεων της Δημοκρατίας, χωρίς αναθεωρήσεις, θα απαιτήσει ακόμα ένα έτος συγκράτησης δαπανών και δη των καθαρών πρωτογενών δαπανών.
Με δεδομένους τους αυξημένους κίνδυνους που διαμορφώνονται σε σχέση με την ανάπτυξη, κυρίως λόγω εξωγενών παραγόντων, ο οπισθοβαρής χαρακτήρας του προγραμματισμού συγκράτησης δαπανών αποτελεί σημαντικό παράγοντα ευαισθησίας των δημοσίων οικονομικών σε δυσμενείς εξελίξεις.
Παρά τη μείωση του χρέους, μια υπέρβαση δαπανών πολύ πιθανόν να οδηγήσει στη λήψη μέτρων από πλευράς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Το γεγονός ότι ένα τέτοιο, πιθανό, σενάριο θέτει τη λήψη δύσκολων αποφάσεων κατά το 2027, άλλο προεκλογικό έτος, αυξάνει και το πολιτικό ρίσκο στους σχεδιασμούς».
Συνετή στάση από το ΥΠΟΙΚ
Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο υποδεικνύει ότι «παρά τη συνετή στάση που τηρεί το Υπουργείο Οικονομικών σε σχέση με τις δημόσιες δαπάνες, αλλά και σε πείσμα της προσπάθειας που φαίνεται πως έχει γίνει σε σχέση με τον Π/Υ 2024 για συγκράτηση ορισμένων κατηγοριών δαπανών, συνεχίζεται η αύξηση των ανελαστικών δαπανών, περιλαμβανομένου και του μισθολογίου της Δημοκρατίας. Μέσα από την εν λόγω εξέλιξη, δεν προκύπτει κίνδυνος βιωσιμότητας των δημοσίων οικονομικών, τουλάχιστον στο βραχύ και μέσο διάστημα».
Ωστόσο, όπως καταλήγει το Δημοσιονομικό Συμβούλιο «απειλείται η ισορροπία των δαπανών, λόγω της μειωμένης ποιότητας στο μείγμα δαπανών της γενικής κυβέρνησης, αυξάνοντας τη τρωτότητα της Κύπρου σε δυσμενείς εξελίξεις.
Επιπλέον, περιορίζεται ο δημοσιονομικός χώρος που απολαμβάνει η εκτελεστική εξουσία για την ανάληψη δαπανών πολιτικής στη βάση κοινωνικών, εθνικών ή άλλων αναγκών. Σε κάθε περίπτωση, οι κίνδυνοι που απορρέουν έχουν πολιτικό και κοινωνικό χαρακτήρα. Το ίδιο το δημόσιο χρέος παραμένει σε θετική τροχιά και δεν τίθεται ζήτημα βιωσιμότητας του χρέους στον ορίζοντα των αναλύσεων. Ωστόσο, η αύξηση των ανισορροπιών θα πρέπει να αντιμετωπιστεί όσο το δυνατόν νωρίτερα, προς αποφυγή πολιτικά και κοινωνικά επώδυνων αποφάσεων σε μεταγενέστερα χρόνια όταν τα διαρθρωτικά ζητήματα που δημιουργούνται, θα αρχίσουν να ωριμάζουν».
Οι αυξημένες δαπάνες δεν βελτίωσαν τις υπηρεσίες
Σύμφωνα με την έκθεση του Δημοσιονομικού Συμβουλίου «η ανησυχία σε σχέση με το μείγμα δαπανών παραμένει υψηλή, με δεδομένες τις νέες αυξήσεις που καταγράφονται στις ανελαστικές δαπάνες, στις οποίες διατηρείται η αυξητική τάση.
Επιπλέον, η ανάλυση των επί μέρους ανελαστικών δαπανών οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η αντιστροφή τους θα είναι πρακτικά και πολιτικά δύσκολη και πως, το χειρότερο, έχουν σωρευτικό και εγγενώς αυξητικό χαρακτήρα για τα επόμενα χρόνια (πχ μισθολόγιο)».
Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο αναφέρει ότι «φαίνεται, πάντως, πως το Υπουργείο Οικονομικών έχει καταβάλει προσπάθεια περιορισμού του ρυθμού αύξησης των ανελαστικών δαπανών, καθώς η τροχιά αυξήσεων των ανελαστικών δαπανών είναι ελαφρώς περιορισμένη σε σχέση με τον περσινό Π/Υ, τουλάχιστον ως ποσοστό των συνολικών δαπανών της Δημοκρατίας».
Η πορεία, ωστόσο, των ανελαστικών δαπανών εξακολουθεί να είναι αιτία προβληματισμού, όπως επισημαίνει το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, καθώς κινείται γύρω στο 60% των συνολικών δαπανών, με αύξησή τους στο 70% μέχρι το 2027, με αποτέλεσμα να περιορίζεται ο δημοσιονομικός «χώρος» για την άσκηση διακριτικής πολιτικής από πλευράς της εκτελεστικής εξουσίας.
Εξ αυτών, οι δαπάνες προσωπικού παραμένουν η κύρια κατηγορία δαπανών, η οποία φτάνει στο 31.7% των συνολικών δαπανών του κράτους μέχρι το 2027.
Στην έκθεση για το 2024 επισημαίνεται επίσης «πως οι αυξήσεις των δαπανών προσωπικού δεν είναι από μόνες τους απαγορευτικές. Παρόλα αυτά, τονίζουμε πως ο ρυθμός αύξησης, από τη στιγμή που δεν συνοδεύεται και δεν καθοδηγείται από αυξήσεις στον όγκο, την ταχύτητα ή την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχονται στην οικονομία και στην κοινωνία, αποτελούν νεκρό βάρος για τα δημόσια οικονομικά. Η ένσταση ως προς τις συνεχείς αυξήσεις των ανελαστικών δαπανών, περιλαμβανομένων και των λειτουργικών δαπανών, έγκειται στο ότι η αυξημένη δαπάνη, πρώτο, δεν αντικατοπτρίζει κάποια βελτίωση των προσφερόμενων υπηρεσιών για τις οποίες πληρώνει η κοινωνία και, δεύτερο, στερεί από την εκτελεστική εξουσία την δημοσιονομική ευχέρεια για την άσκηση διακριτικής πολιτικής χωρίς να προκαλέσει δημοσιονομικές πιέσεις».
Πηγή: philenews.com