Πρώτα ήρθε η πανδημία του Covid, μετά τα lockdown, στη συνέχεια το άνοιγμα των αγορών που ανέδειξαν προβλήματα στην προσφορά, εκτινάσσοντας τον πληθωρισμό, υποστηριζόμενο και από την καταπιεσμένη ζήτηση. Μετά ήρθε ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία επιδεινώνοντας την ενεργειακή κρίση. Η νομισματική πολιτική στον πληθωρισμό προσφοράς δεν είναι αρκετά αποτελεσματική. Τα σύννεφα της επιβράδυνσης και της ύφεσης μαζεύτηκαν πάνω από την ευρωζώνη.
Ύστερα ξεκίνησε η κρίση στη Μέση Ανατολή, με την αβεβαιότητα να κορυφώνεται, περιμένοντας τις αντιδράσεις μεταξύ Ισραήλ και Ιράν και των συμμάχων τους. Κι ενώ οι κεντρικές τράπεζες είχαν αρχίσει να εξετάζουν μείωση επιτοκίων, το νέο κύμα αβεβαιότητας από τη Μέση Ανατολή δημιουργεί αμηχανία. Γεγονός που μπορεί να προκαλέσει καθυστέρηση στη μείωση των επιτοκίων, επιδεινώνοντας την ήδη επιβαρυμένη ανάπτυξη. Ο κίνδυνος του στασιμοπληθωρισμού, όπως έχει προειδοποιήσει πολλές φορές ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, παραμονεύει. Κι όλα αυτά τα γεγονότα μέσα σε λιγότερο από τέσσερα χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων η ελληνική οικονομία, μετά τη βουτιά κατά την πανδημία, ανακάμπτει με δυναμικό ριμπάουντ. Αποτελεί εξαίρεση στην ευρωζώνη, με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Αμεσες επιπτώσεις από τη Μέση Ανατολή δεν φαίνονται στην ελληνική οικονομία. Ωστόσο, υπάρχουν έμμεσες. Μπορούμε να μιλάμε για ανάπτυξη, πλεονάσματα και εξαγωγές, όταν όλος ο κόσμος γύρω μας βυθίζεται. Πού θα πουλάμε; Η ύφεση στην ευρωζώνη σημαίνει μειωμένη ζήτηση στον καλύτερο πελάτη των ελληνικών εξαγωγών, περιλαμβανομένου του τουρισμού.
Ισως έχουμε εισέλθει σε μια νέα εποχή, όπου οι συσχετισμοί και οι ταχύτητες μετάδοσης – άμεσα και έμμεσα – είναι μεγαλύτεροι και συχνότεροι. Ισως να χρειάζονται νέα εργαλεία και να δούμε την οικονομία διαφορετικά.