Tο 2020, ο τότε πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έγραψε ιστορία όταν το Υπουργείο Δικαιοσύνης κατέθεσε αγωγή κατά της Google για παραβίαση της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, υποστηρίζοντας ότι ο τεχνολογικός κολοσσός ασκούσε παράνομο μονοπώλιο στην αγορά διαδικτυακής αναζήτησης – η πρώτη μεγάλη υπόθεση ανταγωνισμού στην εποχή του διαδικτύου.
Καθώς ο Τραμπ επιστρέφει στον Λευκό Οίκο, υπάρχει αισιοδοξία στη Silicon Valley ότι η νέα κυβέρνηση θα ακολουθήσει πιο ήπια γραμμή με τον ανταγωνισμό στον τεχνολογικό κλάδο, μετά από χρόνια “επιθετικής” επιβολής της νόμου επί Μπάιντεν. Ειδικοί σε θέματα αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας ανέφεραν στο Forbes ότι, ενώ ο Τραμπ μπορεί γενικά να χαλαρώσει τη στάση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης όσον αφορά την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία στον τομέα της τεχνολογίας, ελάχιστα μπορεί να κάνει για να βοηθήσει την Google.
“Η Google δεν μπορεί να επωφεληθεί σημαντικά από το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών”, επισήμανε στο Forbes ο William Kovocic, καθηγητής Νομικής στο Πανεπιστήμιο George Washington. “Νομίζω ότι οι ομοσπονδιακές προσπάθειες κατά των μονοπωλίων θα συνεχιστούν”. Ο George Hay, καθηγητής αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας στη Νομική Σχολή του Κορνέλ, υποστήριξε ότι είναι απίθανο ο Τραμπ να “τραβήξει την πρίζα”, από τη στιγμή μάλιστα που η κυβέρνησή του ήταν αυτή που ανέδειξε την υπόθεση.
Η Google αρνήθηκε να σχολιάσει.
Η υπόθεση για το μονοπώλιο της Google στις μηχανές αναζήτησης εκδικάστηκε πέρυσι. Κατά την ακροαματική διαδικασία η ομοσπονδιακή κυβέρνηση υποστήριξε ότι η Google υπέγραψε παράνομες συμβάσεις με κατασκευαστές συσκευών για να επιβάλει στους καταναλωτές προϊόντα της Google. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης παρέπεμψε σε μια συμφωνία με την Apple αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων που έκανε την Google την προεπιλεγμένη μηχανή αναζήτησης στα iPhones και άλλα προϊόντα της Apple. Η Google αντέτεινε ότι η κυρίαρχη θέση της οφείλεται στην ποιότητα των προϊόντων της, και υποστήριξε ότι δίνει στους καταναλωτές τη δυνατότητα να αλλάξουν τις προεπιλογές. Τον Οκτώβριο, το ομοσπονδιακό δικαστήριο εξέδωσε απόφαση κατά της Google, και εκκίνησε νέα νομική διαδικασία για τη λήψη αυστηρών μέτρων, όπως η απαγόρευση σύναψης τέτοιων συμφωνιών ή ακόμα και η διάσπαση της εταιρείας. Η δίκη αναμένεται να ξεκινήσει τον Απρίλιο. Η Google ανακοίνωσε ότι η κυβέρνηση το “παρατραβά” με τα αιτήματα που κατέθεσε τον περασμένο μήνα.
Ως πρόεδρος, ο Τραμπ θα έχει την εξουσία να δώσει κατευθύνσεις στο υπουργείο Δικαιοσύνης: να σταματήσει υποθέσεις όπως αυτή σε βάρος της Google ή να προτείνει την “κατάλληλη τιμωρία”. Το να ζητήσει από το Υπουργείο Δικαιοσύνης να κάνει πίσω στην υπόθεση της Google θα ήταν εξαιρετικά σπάνια κίνηση με τεράστιες πολιτικές επιπτώσεις, σχολίασε ο Kovocic, κίνηση που πολλοί πρόεδροι δεν θα ήθελαν να κάνουν επειδή θα υπονόμευε τους αξιωματούχους τους που είναι επιφορτισμένοι με την εφαρμογή της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας.
Ακόμη και ο Τραμπ, που έχει αψηφήσει πολλές φορές το δεδικασμένο, ίσως να μην θέλει να παρέμβει λόγω της απογοήτευσής του -σε προσωπικό επίπεδο- από την Google, σημείωσε ο Kovocic. Τον Σεπτέμβριο, ο Τραμπ δήλωσε ότι θα υποβάλει μήνυση κατά της Google, επειδή πρόβαλε “παράνομα” μόνο “κακές ιστορίες” για τον ίδιο και θετικές για την αντίπαλό του στις εκλογές, Κάμαλα Χάρις. Τις καταγγελίες ακολούθησαν και οι συνήθεις ισχυρισμοί ότι οι τεχνολογικοί κολοσσοί λογοκρίνουν τις φωνές της Δεξιάς.
Σε μια εκδήλωση στο Σικάγο τον Οκτώβριο, ο Τραμπ άφησε να εννοηθεί ότι είναι επιφυλακτικός ως προς το αν η διάσπαση του τεχνολογικού κολοσσού θα ήταν η σωστή κίνηση, διερωτώμενος αν αυτή η εξέλιξη θα “κατέστρεφε την εταιρεία” και θα έδινε στην Κίνα την ευκαιρία να αποκτήσει τεχνολογικό πλεονέκτημα. “Αυτό που μπορείτε να κάνετε, χωρίς να τη διαλύσετε, είναι να βεβαιωθείτε ότι θα είναι πιο δίκαιη”, είπε.
Η άλλη ομοσπονδιακή υπόθεση κατά της Google, επικεντρώνεται στην διαφημιστική τεχνολογία της και δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η Google καταχράστηκε την εν λόγω αγορά, αυξάνοντας τις τιμές των διαφημίσεων, εν μέρει μέσω της εξαγοράς το 2008 της start-up DoubleClick. Η Google υποστηρίζει ότι υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός στην αγορά (Meta, Amazon), και ότι η προμήθεια που λαμβάνει η Google από τις διαφημίσεις είναι ελάχιστα υψηλότερο από τον μέσο όρο. Η τελική αγόρευση των δύο πλευρών έχει προγραμματιστεί για τις 25 Νοεμβρίου.
Τα ερωτήματα σχετικά με την αντιμονοπωλιακή προσέγγιση του Τραμπ επανέρχονται καθώς ο Ρεπουμπλικανός επιστρέφει στον Λευκό Οίκο με την υποστήριξη της Silicon Valley, όπως του CEO της Tesla Έλον Μασκ και του ιδρυτή της Andreessen Horowitz, Μαρκ Άντρεσεν. Ακόμη και κορυφαία στελέχη του τεχνολογικού επιχειρείν που στο παρελθόν ασκούσαν έντονη κριτική στον Τραμπ, έχουν κάνει διακριτικά τα “ανοίγματά” τους προς τον νεοεκλεγμένο πρόεδρο. Ο ιδρυτής της Meta, Μαρκ Ζούκερμπεργκ, αποκάλεσε τον Τραμπ “σκληρό καρύδι” αφού επέζησε από την απόπειρα δολοφονίας σε βάρος του τον Ιούλιο. Ο ιδρυτής της Amazon Τζεφ Μπέζος, στον οποίο ανήκει η Washington Post, σταμάτησε την εφημερίδα από το να υποστηρίζει την Καμάλα Χάρις, σε μια κίνηση που θεωρήθηκε από αρκετούς ως προσπάθεια να αποφευχθεί η επερχόμενη “τιμωρία” από τον Τραμπ.
Ο Σούνταρ Πιτσάι (CEO της Google) έχει προσπαθήσει να προσεγγίσει τον Τραμπ. Λιγότερο από δύο εβδομάδες πριν τις εκλογές, ο Τραμπ τον αποκάλεσε “σπουδαίο τύπο” στο podcast “The Joe Rogan Experience”, και είπε ότι ο Pichai του τηλεφώνησε για να του πει ότι τα στιγμιότυπα της προεκλογικής του εκστρατείας στα McDonald’s, όπου ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος εμφανίστηκε να δουλεύει στη φριτέζα και στο drive-thru window, ήταν “από τα σπουδαιότερα πράγματα που είχαμε ποτέ στην Google”.
Ακόμη και ένα τέτοιο φλερτ από τους μεγιστάνες της τεχνολογίας μπορεί να μην παρακινήσει πολιτικά τον Τραμπ να αλλάξει στάση, αφού η βάση των ψηφοφόρων του τάσσεται υπέρ κάποιας καταστολής στους τεχνολογικούς κολοσσούς. “Υπάρχει μια νέα λαϊκίστικη τάση μέσα στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα”, σημείωσε ο Mark Wagoner, νομικός επί της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας στην εταιρεία Schumaker Advisors. “Δεν προβλέπω κάποια σεισμική αλλαγή στη στρατηγική του Τραμπ”.
Το αν ο Τραμπ θα παρέμβει ή όχι για τη διάσπαση της Google μένει να φανεί. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης έχει καταγράψει τη διάσπαση της εταιρείας -ή την εξαναγκαστική εκποίηση ορισμένων δραστηριοτήτων της, όπως το λειτουργικό σύστημα κινητών Android ή το πρόγραμμα περιήγησης στο διαδίκτυο Chrome- ως μία από τις πολλές διορθωτικές κινήσεις που εξετάζει. Εμπειρογνώμονες σε θέματα αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας δήλωσαν στο Forbes ότι η διάσπαση δεν είναι ρεαλιστική κίνηση, αλλά μια τακτική διαπραγμάτευσης για να αναγκάσουν την Google να κάνει κάποιες λιγότερο ακραίες παραχωρήσεις, όπως η κοινή χρήση περισσότερων δεδομένων με τρίτους.
Ο Τραμπ φέρεται να έχει επιστρατεύσει την Γκέιλ Σλέιτερ, βοηθό του εκλεγμένου αντιπροέδρου Τζέι Ντι Βανς, ως σύμβουλό του σε θέματα αντιμονοπωλιακής πολιτικής. Η Σλέιτερ -η οποία στο παρελθόν είχε εκτελεστικά αξιώματα στη Roku και στην Ένωση Διαδικτύου- θα βοηθήσει επίσης στην επιλογή του αντικαταστάτη της Λίνα Καν, της διορισμένης από τον Μπάιντεν πρόεδρο της FTC (Federal Trade Commission), η οποία προσπάθησε να επιβάλει περιορισμούς στους κολοσσούς της τεχνολογίας.
Ακόμη και αν η διοίκηση Τραμπ κάνει ένα βήμα πίσω σε άλλα ζητήματα αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, όπως ο έλεγχος των συγχωνεύσεων, μπορεί να είναι πολύ αργά για την Google, επισήμανε ο Wagoner. Το μεγαλύτερο παράθυρο της εταιρείας για να βοηθήσει τον εαυτό της ήταν στην πρώτη θητεία του Τραμπ, πριν από τη μήνυση του Υπουργείου Δικαιοσύνης το 2020.
Απόδοση – επιμέλεια: Μιχάλης Παπαντωνόπουλος
Forbes
Πηγή: philenews.com