Κρίνεται η μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης από το Ανώτατο
Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ανακοινώνει στο τέλος του μήνα κατά πόσον η τροποποίηση της νομοθεσίας για την υλοποίηση της μεταρρύθμισης της Δικαιοσύνης που τέθηκε σε ισχύ από την 1η Ιουλίου του 2023 είναι συνταγματική ή όχι.
Το σημαντικό αυτό νομικό ζήτημα σε σχέση με την εγκυρότητα της νομοθεσίας ήγειρε ο γνωστός δικηγόρος, Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, στο πλαίσιο έφεσης που άσκησε για λογαριασμό πελάτη του κατά απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου. Αίτημα, το οποίο οδηγήθηκε για να κριθεί στην Ολομέλεια του εν λόγω δικαστικού Σώματος. Η έφεση στρέφεται κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας (Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας).
Χθες, ο κ. Αγγελίδης προέβη σε διευκρινίσεις ενώπιον της Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου επί του περιγράμματος της αγόρευσης που κατέθεσε. Το 9μελες δικαστικό Σώμα, αφού πρώτα άκουσε τις εμπλεκόμενες πλευρές, επεφύλαξε την απόφαση του για την 31η του τρέχοντος μήνα.
Το θέμα που εγείρει με την έφεση του ο κ. Αγγελίδης, όπως σημειώσαμε, έχει να κάνει με την ψήφιση των τροποποιητικών νομοσχεδίων από τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Στην ουσία κάνει λόγο για ανεπίτρεπτη επέμβαση του κοινοβουλευτικού Σώματος στις εξουσίες του Δικαστηρίου, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την άνιση μεταχείριση πολιτών, κάποιοι εκ των οποίων έχουν δικαίωμα για τριτοβάθμια Δικαιοσύνη και άλλοι όχι. Πιο συγκεκριμένα, το ζήτημα που αναφύεται στην προκειμένη, προκύπτει από τον Περί Απονομής Δικαιοσύνης τροποποιητικό Νόμο που τέθηκε σε ισχύ από τον Ιούλιο του 2023. Θέση του κ. Αγγελίδη είναι ότι με βάση τις πρόνοιες της εν λόγω νομοθεσίας παρέχεται η δυνατότητα για τριτοβάθμια εξέταση μόνο για τις εκκρεμούσες εφέσεις που καταχωρήθηκαν μετά την 31η Δεκεμβρίου του 2017.
Στην αγόρευσή του ενώπιον του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, ο κ. Αγγελίδης ανέλυσε τη στρέβλωση που, σύμφωνα με τις θέσεις του, προκλήθηκε σε ό,τι αφορά την απονομή δικαιοσύνης. Ανέπτυξε τα νομικά του επιχειρήματα, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι οι τροποιητικοί νόμοι για τη μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης είναι ασύμφωνοι με την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών, η οποία, σύμφωνα με νομολογία που επικαλέστηκε, αποτελεί το θεμέλιο της λειτουργίας της Πολιτείας.
Ενδεικτικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από τα όσα ανέφερε χθες ο έμπειρος νομικός ενώπιον του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου: «Ο νομοθέτης καθόρισε με μεταβατικές διατάξεις ότι οι εκκρεμούσες εφέσεις, θα πρέπει να διαχωριστούν με μια τυχαία ημερομηνία σε εφέσεις που θα εκδικάζει το Εφετείο που δημιουργήθηκε και ένα άλλο μέρος που αφορούν πιο παλιές εφέσεις θα εκδικάζονται από τριμελή τμήματα του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου. Με άλλα λόγια, θεωρώ ταπεινά ότι ο νομοθέτης στερεί από το Εφετείο πρώτα απ’ όλα τη δυνατότητα να διαμορφώσει τη δική του νομολογία ως νέο Δικαστήριο (…) Δεύτερον, υποβιβάζει το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο σε ένα Δικαστήριο με διπλή όψη, η μια να είναι ως Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο με εννέα μέλη και η άλλη να καθίσταται δευτεροβάθμιο Δικαστήριο απαρτιζόμενο από τμήματα τριών μελών».
Σε άλλο σημείο της αγόρευσής του, ο κ. Αγγελίδης αναφέρει πως «είναι αδιανόητο το ίδιο δικαίωμα έφεσης, κοινό και ίσο για κάθε διάδικο κατά τον χρόνο καταχώρησης μετά το 1964 (Νόμος 33/04) (Άρθρα 28, 30 και 35 του Συντάγματος), να διαχωρίζεται τώρα από τον νομοθέτη σε σχέση προς τον τρίτο βαθμό δικαιοδοσίας με τρόπο ώστε να στερούνται αυτού του δικαιώματος οι πολίτες εκείνοι που καταχώρησαν την έφεση πριν το 2018».
Από πλευράς Νομικής Υπηρεσίας, η Μαρία Κοτσώνη, αντέκρουσε τις πιο πάνω θέσεις, αναφέροντας μεταξύ άλλων: «Σίγουρα δεν υπάρχει εδώ –και δεν τίθεται– οποιοδήποτε ζήτημα παραβίασης της Αρχής της Διάκρισης των Εξουσιών. Η εκτελεστική εξουσία ετοίμασε ένα νομοσχέδιο, πέρασε από το Υπουργικό, υποβλήθηκε στη Βουλή και ψηφίστηκε. Οι μεταβατικές αυτές διατάξεις που επιτρέπουν στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο να επιλαμβάνεται των Εφέσεων, οι οποίες έχουν καταχωρηθεί μέχρι 31/12/2018 δεν θεωρούμε ότι παραβιάζουν την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών, ούτε στερούν από το Εφετείο οποιαδήποτε αρμοδιότητα (…) Για να υπήρχε παράβαση της Διάκρισης των Εξουσιών θεωρούμε ότι θα έπρεπε η Βουλή από μόνη της να είχε αποφασίσει χωρίς οποιαδήποτε διαβούλευση επί του νομοσχεδίου και να έθετε από μόνη της αυτή τη μεταβατική διάταξη. Ε, δεν είναι που έγινε στην παρούσα».
Να σημειωθεί ότι ο Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, ο οποίος στη χθεσινή διαδικασία εμφανίστηκε με τον δικηγόρο Σίμο Αγγελίδη, είχε θέσει πανομοιότυπο ζήτημα με επιστολή του τον περασμένο Οκτώβριο και προς τον νέο πρόεδρο του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, Μιχάλη Βορκά. Τότε, είχε ζητήσει την ανάληψη πρωτοβουλιών για αποκατάσταση της στρέβλωσης και κατ’ επέκταση προστασία των πολιτών, κοινοποιώντας τις γραπτές του θέσεις και στην Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, Αννίτα Δημητρίου, αλλά και στον Γενικό Εισαγγελέα, Γιώργο Σαββίδη.
Πηγή: Philenews