Table of Contents
Τα χλιαρά συμπεράσματα μιας ακόμη διεθνούς συνδιάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή – της φετινής COP29, που διεξήχθη στο Μπακού – έφεραν στο μυαλό των μεγαλύτερων εκ των παρευρισκομένων στις συζητήσεις που έγιναν στο Αζερμπαϊτζάν – ή και τις ακολούθησαν – τη νοσταλγία της ορμής και του δυναμισμού των πράσινων κινημάτων του παρελθόντος, εκείνων των κινημάτων που έφερναν πολιτική και οικολογία σε μια εξίσωση.
Τι απέγιναν τελικά τα μεγάλα διεθνή οικολογικά κινήματα των περασμένων δεκαετιών; «Ωρίμασαν» και ενσωματώθηκαν στο σύστημα; Κόπηκαν σε πολλά κομμάτια και υιοθέτησαν τοπική ή ψηφιακή ατζέντα; Ενώθηκαν με πολιτικά ή άλλα κινήματα υπέρ της δικαιοσύνης και του κοινωνικού ακτιβισμού;
Πάντως, μετά την COP15, όπου επετεύχθη η περίφημη Συμφωνία του Παρισιού, η οποία εδώ και μια δεκαετία αποτελεί σημείο αναφοράς, η τύχη του πλανήτη μοιάζει να έχει μπει στον αυτόματο πιλότο.
Σήμερα – με εξαίρεση το λαμπερό αστέρι της Γκρέτα Τούνμπεργκ που ανέτειλε το 2019 και αποτέλεσε σύμβολο οικολογικής συνείδησης οδηγώντας σε έναν παγκόσμιο ακτιβισμό των νέων – το οικολογικό κίνημα φαίνεται να έχει ξεμείνει από ηγετικές φυσιογνωμίες που εμπνέουν και καθοδηγούν. Πλέον τα social media αποτελούν τον κυρίαρχο ιδεολογικό μηχανισμό για τους νέους, οι οποίοι συσπειρώνονται και συνασπίζονται με διαφορετικούς τρόπους και ταχύτερους ρυθμούς.
Οι μεγάλες διεθνείς – ή και εθνικές – περιβαλλοντικές οργανώσεις, όπως η Greenpeace, το WWF κ.ά., αποτελούν για τους νέους κομμάτι της ιστορίας και όχι πρωτοπορία, όπως ήταν κατά τις δεκαετίες του 1980 και του 1990. Δεν είναι τυχαίο ότι στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια η εικόνα έχει ανατραπεί.
Η εποχή που ακτιβιστές κρέμονταν από καμινάδες και φουγάρα αντιδρώντας για την ατμοσφαιρική ρύπανση ή κυνηγούσαν αλιευτικά που ψάρευαν παράνομα τόνους και ξιφίες στο Αιγαίο έχει ξεθωριάσει.
Σε τοπικό επίπεδο
Σήμερα, εκατοντάδες μικρές πρωτοβουλίες που αυτοπροσδιορίζονται ως κλιματικές ή περιβαλλοντικές εμφανίζονται να δραστηριοποιούνται κυρίως σε τοπικό επίπεδο, ενώ διαθέτουν και ένα σύστημα δικτύωσης ώστε να συσπειρώνονται και να οργανώνονται όταν το πρόβλημα είναι ευρύτερο.
Αλλά και διεθνώς καταγράφονται ολοένα και περισσότερα ανερχόμενα κινήματα, ειδικά στις αναπτυσσόμενες οικονομίες της Αφρικής, της Ασίας, της Λατινικής Αμερικής, τα οποία δεν μένουν μόνο στις περιβαλλοντικές διεκδικήσεις, αλλά συνθέτουν παράλληλα δράσεις για τη δικαιοσύνη, τη συμμετοχική δημοκρατία, τα δικαιώματα των γυναικών κ.ά.
Μάλιστα, όπως αναφέρει στο «Βήμα» ο επικεφαλής του ελληνικού γραφείου της Greenpeace Νίκος Χαραλαμπίδης, τέτοια δίκτυα έχουν αρχίσει να εμφανίζονται ακόμη και στον μουσουλμανικό κόσμο. Πολλές δραστήριες οργανώσεις του αναπτυσσόμενου κόσμου είχαν παρουσία και στην COP29 ζητώντας δικαιοσύνη στο θέμα της κλιματικής αλλαγής, δηλαδή να πληρώσουν οι πλούσιες οικονομίες που καταστρέφουν τον πλανήτη για τις συνέπειες που βιώνουν τα φτωχότερα κράτη.
Ουσιαστικά σήμερα οι κινητοποιήσεις της βάσης φαίνεται ότι έχουν πάρει το πάνω χέρι από τους άλλους δύο πυλώνες του οικολογικού κινήματος, δηλαδή τα «πράσινα» πολιτικά κόμματα και τις μεγάλες διεθνείς ή εθνικές οργανώσεις. Με άλλα λόγια, η ιστορία επαναλαμβάνεται. Διότι και οι πρώτες οικολογικές διεκδικήσεις είχαν γίνει από τη βάση, δηλαδή από μικρές ομάδες ή κινήσεις πολιτών που απαιτούσαν προστασία του φυσικού και αστικού περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας όταν οι κοινωνίες ήρθαν αντιμέτωπες με σοβαρά περιστατικά ρύπανσης της ατμόσφαιρας, των εδαφών και των υδάτων, ήδη από τον 19ο αιώνα.
Ο πρώτος εθνικός δρυμός
Εκείνοι οι αγώνες οδήγησαν στην εγκαθίδρυση των πρώτων εθνικών πάρκων, όπως του Yellowstone στις ΗΠΑ το 1872, με την Ευρώπη να ακολουθεί κατά την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα. Στην Ελλάδα, ο πρώτος εθνικός δρυμός, αυτός του Ολύμπου, ιδρύθηκε το 1938 από το τότε υπουργείο Γεωργίας, έπειτα από πιέσεις του Ιάκωβου Σαντοριναίου, μέλους του Ελληνικού Ορειβατικού Συνδέσμου και μετέπειτα ιδρυτή της ιστορικής Ελληνικής Εταιρείας Προστασίας της Φύσης (1951), η οποία λειτούργησε ως «θερμοκήπιο» από το οποίο ξεπήδησαν πολλά μέλη που πρωτοστάτησαν τις επόμενες δεκαετίες τόσο στις περιβαλλοντικές οργανώσεις, αλλά και στην πολιτική οικολογία, αναδεικνύοντας προβλήματα και αναγκάζοντας την εκάστοτε κυβέρνηση να πάρει μέτρα.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 με αρχές αυτής του 1980 το ζήτημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην Αθήνα – το λεγόμενο «νέφος» – αποτέλεσε το επίκεντρο μεγάλων κινητοποιήσεων για το υποβαθμισμένο αστικό περιβάλλον που οδήγησαν στη μόνιμη καθιέρωση το 1981 του συστήματος «μονά-ζυγά». Παράλληλα, άρχισαν να ξεπηδούν διάφορα μικρά τοπικά κινήματα, π.χ. κατά της χωροθέτησης κάποιου εργοστασίου ή ενός διαλυτηρίου πλοίων κ.ά., αλλά και οι πρώτες περιβαλλοντικές οργανώσεις.
Διαμορφώνεται έτσι μια αρκετά σύνθετη γεωγραφία, τοπικών ή θεματικών οργανώσεων, όπως είναι η Ορνιθολογική που ασχολείται από το 1982 με την προστασία των πτηνών ή ο Σύλλογος για την προστασία της Caretta caretta (σήμερα ΑΡΧΕΛΩΝ) που αργότερα, με τη βοήθεια του WWF που αγόρασε την παραλία ωοτοκίας Σεκάνια, έθεσε τα θεμέλια για την ίδρυση του θαλάσσιου πάρκου στη Ζάκυνθο. Αντίστοιχη διαδρομή είχε και ο Σύλλογος για την προστασία της Monachus monachus (μετέπειτα Mom) που οι δράσεις του καθόρισαν την ίδρυση του πάρκου Αλοννήσου.
Εκείνη την περίοδο έγινε και η γνωριμία του μέσου Ελληνα με την πολιτική οικολογία. «Η αρχή έγινε στις ευρωεκλογές του 1989, όταν οι Οικολόγοι Εναλλακτικοί, μια πρωτοβουλία οικολόγων ακτιβιστών, συγκέντρωσαν προς μεγάλη έκπληξη και των ίδιων των πρωταγωνιστών της, 1,04% των ψήφων. Η έκπληξη έγινε ακόμα μεγαλύτερη όταν στις εθνικές εκλογές του Νοεμβρίου η Ομοσπονδία Οικολογικών και Εναλλακτικών Οργανώσεων – όπως μετονομάστηκε η εξέλιξη της αρχικής πρωτοβουλίας – εξέλεξε μία βουλευτή με μόλις 0,58%. Παρότι η Ομοσπονδία κατάφερε να επαναλάβει το «θαύμα» στις εκλογές του Απριλίου 1990, πολύ γρήγορα κατέρρευσε εξαιτίας ιδεολογικών διαφορών και προσωπικών αντιπαραθέσεων» αναφέρει ο καθηγητής στον Τομέα Κοινωνικών και Ανθρωπιστικών Επιστημών του Περιβάλλοντος στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου Ιωσήφ Μποτετζάγιας.
Η άφιξη των «μεγάλων»
Γενικότερα, στις δεκαετίες 1980 και ΄90 το περιβαλλοντικό κίνημα στην Ελλάδα διαμορφώθηκε από έναν συνδυασμό τοπικών πρωτοβουλιών, κινήσεων πολιτικού τύπου, θεματικών οργανώσεων που συχνά παρήγε πολιτική. Τότε ήρθαν στην Ελλάδα και οι μεγάλες διεθνείς οργανώσεις όπως το WWF, αλλά και η Greenpeace, η οποία γνώρισε στον Ελληνα και τον περιβαλλοντικό ακτιβισμό. Παράλληλα, εμφανίστηκαν και άλλες μεγάλες περιβαλλοντικές οργανώσεις (π.χ., το Δίκτυο Μεσόγειος SOS) που είχαν αρχίσει να βλέπουν τη μεγάλη εικόνα και μιλούσαν εκτός από την οικολογία και για τις συνέπειες του πολέμου, τη συνεργασία των λαών κ.ά.
Ωστόσο, όπως αναφέρει ο κ. Χαραλαμπίδης, πολλές από αυτές τις συζητήσεις περιορίστηκαν σε ένα αριστερό ακροατήριο, με αποτέλεσμα ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, το οποίο θα μπορούσε να εμπλακεί, να έχει απομονωθεί. «Υπάρχουν βασικοί κανόνες ανθρωπίνων δικαιωμάτων στους οποίους ο φιλελεύθερος, ο συντηρητικός, ο κεντρώος κόσμος, θα μπορούσε να είναι σύμμαχος. Και αυτό είναι από τα μεγάλα λάθη που έγιναν και γίνονται», επισημαίνει.
Οσο για την πολιτική οικολογία, έπειτα από μια χαμένη δεκαετία, οι Οικολόγοι Πράσινοι έφτασαν στο 3,5% στις ευρωεκλογές του 2009, εκλέγοντας έναν ευρωβουλευτή, αν και σύμφωνα με τον κ. Μποτετζάγια, η συνέχεια ήταν απογοητευτική, καθώς «κατέγραψαν διασπάσεις και αποχωρήσεις, συμμαχίες με άλλα πολιτικά κόμματα και δημιουργίες νέων οικολογικών κομμάτων, όλα με μικρή και παροδική επίδραση». Σήμερα, όπως υπογραμμίζει ο καθηγητής, «η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση φαντάζει πολύ μακρινή για τους έλληνες Πράσινους».
Σε δεύτερη μοίρα
Η πολιτική οικολογία στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον ίδιο, αφενός απέτυχε να εξασφαλίσει την υποστήριξη εκείνου του τμήματος του εκλογικού σώματος το οποίο αποτελεί την παραδοσιακή βάση των οικολογικών κομμάτων (νέοι, με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, αριστερή ιδεολογία και ελευθεριακό αξιακό πλαίσιο), καθώς υπήρχαν στην Ελλάδα εδραιωμένα κόμματα της ανανεωτικής Αριστεράς, και αφετέρου «με την πάροδο του χρόνου, όλα τα ελληνικά πολιτικά κόμματα άρχισαν να θέτουν ως – ρητορική ή/και προεκλογική, έστω – προτεραιότητά τους την προστασία του περιβάλλοντος». Επίσης, επισημαίνει ότι σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, όπως αυτές που βίωσε η Ελλάδα την τελευταία 15ετία, η προστασία του περιβάλλοντος ως παράγοντας καθορισμού της ψήφου μπαίνει αναγκαστικά σε δεύτερη μοίρα.
Στιγμιότυπο από την κινητοποίηση Fridays for Future στη Στοκχόλμη. EPA/PAUL WENNERHOLM
Το μήνυμα των νέων και τα «πράσινα» κόμματα
«Δεν είμαστε το κίνημα των νέων για το κλίμα, είμαστε στο κίνημα των νέων για τη δικαιοσύνη για το κλίμα» δήλωσε πρόσφατα στους «New York Times» ο 19χρονος Κιάνου Αρπελς-Τζόσια, διοργανωτής στις ΗΠΑ των κινητοποιήσεων για το Fridays for Future (FFF) – το κίνημα που ξεκίνησε η Γκρέτα Τούνμπεργκ το 2018 στη Σουηδία και πήρε το όνομά του από την ιδέα να απέχουν όλοι οι μαθητές κάθε Παρασκευή από το σχολείο ως διαμαρτυρία για την κλιματική αλλαγή.
Αυτό αποτελεί πλέον και το στίγμα του διεθνούς οικολογικού κινήματος, δηλαδή η σύνδεση της φιλοπεριβαλλοντικής πολιτικής με άλλες αρχές, όπως είναι η δικαιοσύνη, η ειρήνη, τα κοινωνικά δικαιώματα, το δικαίωμα στην εργασία κ.λπ. Το λεγόμενο «οικολογικό κίνημα των νέων (κάτω από 35 ετών)» έχει επιτεύγματα στο ενεργητικό του, όπως το 2022 την υπογραφή της Σύμβασης για Μείωση του Πληθωρισμού στις ΗΠΑ, που χαρακτηρίζεται ως ο σημαντικότερος περιβαλλοντικός νόμος της χώρας.
Ωστόσο, σήμερα είναι αντιμέτωποι με δυο μεγάλες δυσκολίες. Αφενός με την απογοήτευση από τα ισχνά αποτελέσματα της Διάσκεψης COP 29 στο Μπακού και αφετέρου με τη νέα θητεία του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ που όπως έχει δηλώσει δεν… πιστεύει ότι υπάρχει κλιματική κρίση. Παράλληλα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα πράσινα κόμματα – βάσει των αποτελεσμάτων στις ευρωεκλογές του 2024 – χάνουν έδαφος, όχι όμως όλα. «Το 2024 πήγαν χειρότερα από το 2019. Αν μελετήσει όμως κανείς διαχρονικά τα αποτελέσματα θα διαπιστώσει ότι το 2019 ήταν μια χρονιά που είχαν πάει εξαιρετικά καλά. Ουσιαστικά μάλλον γυρίσαμε στα παλιά. Αν μάλιστα το εξετάσει κανείς με το πρίσμα τού πόσο έχει αλλάξει το εκλογικό κλίμα σήμερα στην Ευρώπη, θα μπορούσε να πει ότι τα πήγαν και πολύ καλά» σημειώνει κ. Μποτετζάγιας.
Και οι αριθμοί επιβεβαιώνουν τη διαπίστωσή του: το 2014 οι Πράσινοι στην Ευρωβουλή διέθεταν 37 έδρες, το 2019 έφτασαν τις 55, για να πέσουν στις 42 το 2024. Αλλωστε και οι πολιτικές συνθήκες το 2019 ήταν πολύ διαφορετικές από ό,τι το 2024 με τον πόλεμο στην Ουκρανία σε εξέλιξη. Παράλληλα, οι Πράσινοι – ειδικά στη Γερμανία – αντιμετώπισαν πολλές εσωτερικές διαμάχες ανάμεσα στις δυο μεγαλύτερες τάσεις εντός του κόμματός τους, τους «ριζοσπάστες» και τους «ρεαλιστές».
Γι’ αυτό ίσως και το πράσινο κόμμα της Γερμανίας σημείωσε τη μεγαλύτερη πτώση από τα υπόλοιπα στις ευρωεκλογές του 2024, δημιουργώντας μια σκιά στην πολιτική οικολογία καθώς οι Γερμανοί Πράσινοι έχουν πάντα μια ειδική θέση στην «πράσινη οικογένεια» ως κόμμα πρότυπο. Κι αυτό παρότι δεν ήταν ούτε το πρώτο «πράσινο» κόμμα στον κόσμο (ήταν εκείνο της Νέας Ζηλανδίας), ούτε καν το πρώτο στην Ευρώπη (που ήταν το βρετανικό).
Οι πρωτοπόροι της εποχής τους
Πολλές είναι οι προσωπικότητες που άφησαν το στίγμα τους στις διεθνείς προσπάθειες για την προστασία του πλανήτη που δεν περιορίστηκαν στην προστασία της φύσης αλλά έθεσαν τις ρίζες για τον μετασχηματισμό της κοινωνίας προς μια περιβαλλοντικά φιλική κατεύθυνση, ήδη από τη δεκαετία του ‘60. Από τον… ανυπότακτο Γαλάτη, τον γάλλο ακτιβιστή και πολιτικό Ζοζέ Μποβέ, τον καναδό αγρότη που αγωνίστηκε κατά των μεταλλαγμένων Πέρσι Σμέισερ, την ινδή ακτιβίστρια Βαντάνα Σίβα, τον Αμερικανό Τζέρεμι Ρίφκιν, την Κενυάτισσα Ουανγκάρι Μαατάι που κέρδισε το 2004 και το Νομπέλ, την Εριν Μπρόκοβιτς και πολλούς άλλους. Ανάμεσά τους και οι σερ Νίκολας Στερν, Πολ Γουότσον, Γκρέτα Τούνμπεργκ, Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, οι οποίοι άφησαν έντονο το αποτύπωμά τους στον οικολογικό ακτιβισμό.
Σερ Νίκολας Στερν : Το πρώτο καμπανάκι
Αν και δεν υπήρξε ποτέ μέλος του οικολογικού κινήματος, ο βρετανός οικονομολόγος και ακαδημαϊκός σερ Νίκολας Στερν άλλαξε τον τρόπο που αντιμετωπίζει η διεθνής κοινότητα τα περιβαλλοντικά θέματα. Με την περίφημη έκθεσή του (2006) έκρουσε πρώτος τον κώδωνα κινδύνου για το τεράστιο οικονομικό κόστος της κλιματικής αλλαγής, την οποία χαρακτήρισε ως «τη μεγαλύτερη αποτυχία της αγοράς». Σήμερα κατέχει την έδρα Οικονομικών και Διακυβέρνησης IG Patel στο London School of Economics και διευθύνει το ερευνητικό Ινστιτούτο Grantham για την Κλιματική Αλλαγή και το Περιβάλλον.
Πολ Γουότσον : «Επιθετική μη βία»
Το πρώην ιδρυτικό μέλος της Greenpeace, που αποχώρησε το 1997 από την οργάνωση, ιδρύοντας την Sea Shepherd Conservation Society, συνελήφθη το περασμένο καλοκαίρι από τις Αρχές στη Δανία, και μόλις στις 17 Δεκεμβρίου απελευθερώθηκε από τις φυλακές της Γροιλανδίας, ενώ αποφασίστηκε να μην εκδοθεί στην Ιαπωνία. Ο 73χρονος σήμερα καναδοαμερικανός ακτιβιστής κατά της φαλαινοθηρίας με τη μέθοδο της «επιθετικής μη βίας», όπως τη χαρακτηρίζει, κυνηγά φαλαινοθηρικά προσπαθώντας να τα εμποδίσει. Για την απελευθέρωσή του είχαν κινητοποιηθεί μια σειρά διασημότητες, όπως η Μπριζίτ Μπαρντό, ο Πιρς Μπρόσναν, ο Τζέιμς Κάμερον και ο Ρίτσαρντ Μπράνσον.
Γκρέτα Τούνμπεργκ : Ξύπνησε τους νέους
Η νεαρή Σουηδή, παρά την κριτική που δέχεται κατά καιρούς, εκφράζει την αγωνία των νέων για το περιβάλλον και το αίτημά τους για αλλαγή. To κίνημα Fridays for Future που δημιούργησε «κατέβασε» το 2019 στους δρόμους για το κλίμα περίπου 1.600.000 ανθρώπους από 125 χώρες σε μια μοναδική στα χρονικά διαδήλωση για το περιβάλλον. Η 21χρονη σήμερα Γκρέτα, που έχει συλληφθεί αρκετές φορές, παραμένει δραστήρια. Μετά την πρότασή της για μποϊκοτάρισμα της COP29, ήταν παρούσα σε διαδηλώσεις για το κλίμα, για την Παλαιστίνη κ.ά.
Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ : Πάντα παρεμβατικός
Είναι δύσκολο να παρακολουθήσει κανείς την πορεία του «Κόκκινου Ντάνι». Από τον Μάη του ’68 έως σήμερα εντάχθηκε στους Πράσινους, υπήρξε πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής τους Ομάδας στο Ευρωκοινοβούλιο, ασχολήθηκε με το ποδόσφαιρο και τη συγγραφή βιβλίων. Τα τελευταία χρόνια, μπορεί να εγκατέλειψε τις δυναμικές και ορισμένες φορές αμφιλεγόμενες παρεμβάσεις του, συνεχίζει ωστόσο να παρεμβαίνει, άλλοτε στο πλευρό του Μακρόν, άλλοτε απέναντί του.
Πηγή: To Vima