Σε άρθρο μου στον Φιλελεύθερο στις5/9/2021 είχα αναφερθεί επισταμένως και αναλυτικά για το πόσο βασική και θεμελιώδης είναι η ασφάλεια δικαίου, η οποία είναι από τις σημαντικότερες νομικές αρχές και έχει να κάνει με το δικαίωμα που έχουμε όλοι μας να γνωρίζουμε επακριβώς ποια είναι τα δικαιώματα μας και ποιες οι υποχρεώσεις μας, ούτως ώστε να μπορούμε να προσαρμοζόμαστε αναλόγως και να προβαίνουμε σε πράξεις που αφορούν είτε την καταχώρηση αγωγών, είτε προσφυγών, είτε οιουδήποτε άλλου ένδικου βοηθήματος έχουμε στην διάθεση μας, αλλά και σε σχέση με το πότε θα πρέπει να αποδεχτούμε ένα δίκαιο συμβιβασμό.
Είχα καταγράψει μάλιστα και τη δική μου μαρτυρία, η οποία πηγάζει από την εμπειρία μου μέσω της πληθώρας υποθέσεων που χειρίζομαι υπό την ιδιότητα μου ως δικηγόρος καθότι, έχω προσωπικά, ως δικηγόρος, χειριστεί πάρα πολλές υποθέσεις σε όλους τους κλάδους δικαίου που υπάρχει διιστάμενη νομολογία, τόσο από τα κατώτερα πρωτόδικα δικαστήρια, όσο και από το Ανώτατο Δικαστήριο, που δικάζει κατ’ έφεση.
Εξαρτάται από το ποιος
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια τεράστια αυξητική τάση αυτής της πρακτικής, ιδίως σε σχέση με το νόμο για τις εκποιήσεις και πλειστηριασμούς, αφού οι πρωτόδικοι επαρχιακοί δικαστές για πληθώρα νομικών θεμάτων διαφωνούν μεταξύ τους και, στην τελική, το θέμα για το πού θα γείρει η πλάστιγγα έφτασε δυστυχώς -και λυπάμαι που το λέω- να εξαρτάται από το ποιος δικαστής θα χειριστεί μια υπόθεση.
Αυτό είναι τουλάχιστον απαράδεκτο, αφού καταστρατηγεί την ασφάλεια δικαίου και επίσης ανοίγει διάπλατα την πόρτα στην εύλογη καχυποψία για την αμεροληψία της ίδιας της δικαστικής εξουσίας.
Στο ίδιο άρθρο μου είχα απευθύνει και μια έκκληση:
«Το Ανώτατο Δικαστήριο, ως ο κατεξοχήν θεματοφύλακας της νομιμότητας, θα πρέπει να παρέμβει και με τελεσίδικο τρόπο να λάβει αποφάσεις που να ξεκαθαρίζουν το σκηνικό, ώστε να γνωρίζουν οι πάντες τόσο τα δικαιώματα τους όσο και τις υποχρεώσεις τους, προστατεύοντας την αρχή της ασφάλειας δικαίου, που είναι βασικότατος πυλώνας του κράτους δικαίου».
Το Εφετείο που δικάζει σε Δεύτερο Βαθμό, όντως σε μια σημαντική απόφαση του επί συγκεκριμένου ζητήματος που αφορά την διαδικασία εκποιήσεων, εξέδωσε μια απόφαση που φαινόταν ότι ξεκαθάριζε το πολύ συγκεκριμένο θέμα του τι συνιστά προσήκουσα επίδοση σύμφωνα με το σχετικό άρθρο του νόμου.
Το Εφετείο στην απόφαση του ΣΕΔΙΠΕΣ ΛΤΔ και Γεώργιου Παντέλα, ημερομηνίας 1/12/2023 Πολιτική Έφεση 159/2021, αποφάνθηκε ότι: «Το ερμηνευτικό άρθρο 44ΙΕ του Ν9/65 όπως διαμορφώθηκε μετά τον τροποποιητικό Ν87(Ι)/2018 προβλέπει τα ακόλουθα:
«”επίδοση” σηµαίνει σε κάθε περίπτωση την παράδοση ειδοποίησης ή επικοινωνίας µε συστηµένη επιστολή, η οποία απευθύνεται στην τελευταία γνωστή διεύθυνση της κατοικίας ή του εγγεγραµµένου γραφείου του προσώπου, στο οποίο η ειδοποίηση ή η επικοινωνία απευθύνεται, ή στη σχετική διεύθυνση που είναι καταχωρισµένη σε µητρώο του Τµήµατος Κτηµατολογίου και Χωροµετρίας, και σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό, την ιδιωτική επίδοση τέτοιας ειδοποίησης ή επικοινωνίας σε τέτοιο πρόσωπο:
Στην προκειμένη περίπτωση, ο σκοπός του Νομοθέτη είναι ξεκάθαρος. Θέλησε να ιεραρχήσει τον τρόπο επίδοσης, δίδοντας επιτακτικό προβάδισμα στη συστημένη επιστολή. Μόνον όταν η επίδοση με αυτόν τον τρόπο είναι ανέφικτη, διανοίγεται ο δρόμος εναλλακτικά για ιδιωτική επίδοση, συμφώνως των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, περιλαμβανομένης και της δυνατότητας υποκατάστατης επίδοσης, κατόπιν βεβαία σχετικού διατάγματος του Δικαστηρίου.
Όπως αναφύεται από τη νομολογία, η αποστολή των Δικαστηρίων, σε ξεκάθαρες περιπτώσεις, περιορίζεται στο να διαγιγνώσκουν, μέσα από τη συνήθη και φυσική έννοια των λέξεων, τον δεδηλωμένο σκοπό του Νομοθέτη.
Η υποκειμενική άποψη του Δικαστηρίου επί του ορθολογισμού ή μη του δεδηλωμένου σκοπού, δεν δικαιολογεί ερμηνευτική εκτροπή. Συνεπώς, το γεγονός ότι με την προσωπική επίδοση, ο παραλήπτης/ενδιαφερόμενος μιας ειδοποίησης, επικοινωνίας ή εγγράφου, σαφέστατα λαμβάνει γνώση και δύναται να υπερασπιστεί ή να ασκήσει τα όποια ένδικα μέσα του παρέχονται, όπως εξάλλου έχει επισυμβεί στην προκειμένη περίπτωση, δεν δικαιολογεί ερμηνεία άλλη απ’ εκείνη που είναι κρυστάλλινα καθαρή στο μάτι.
Ενόψει των πιο πάνω κρίνουμε ότι η εφεσείουσα όφειλε να επιχειρήσει να επιδώσει την επίμαχη ειδοποίηση Τύπου «ΙΑ» με συστημένη επιστολή και μόνον αν τούτο ήταν ανέφικτο να προχωρήσει με τη διαδικασία της ιδιωτικής επίδοσης. Την υποχρέωση επίδοσης της ειδοποίησης τη φέρει ασφαλώς ο ενυπόθηκος δανειστής, ο οποίος συνακόλουθα φέρει και το βάρος να αποδείξει το «ανέφικτο» της δια Νόμου επιβαλλόμενης μεθόδου επίδοσης. Στην προκειμένη περίπτωση κανένα τέτοιο στοιχείο προσκομίστηκε από πλευράς εφεσείουσας».
Δύο καταχωρήσεις
Στις 7/6/2024 είχα καταχωρήσει στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού δύο Αιτήσεις/Εφέσεις κατά επικείμενου πλειστηριασμού, εκ μέρους πελάτη μου, που αφορούσαν δύο ακίνητα του αλλά είχαν εντελώς πανομοιότυπα δεδομένα όσον αφορά την επίδοση της Ειδοποίησης Τύπου ΙΑ και για τα δύο ακίνητα η οποία δεν έγινε με συστημένο ταχυδρομείο αλλά με ιδιώτη επιδότη στις 25/4/2024.
Οι δύο αυτές υποθέσεις, που αφορούσαν πανομοιότυπα δεδομένα, ορίστηκαν από το Πρωτοκολλητείο ενώπιον δύο διαφορετικών Επαρχιακών Δικαστών.
Ενώπιον των δύο Επαρχιακών Δικαστών είχα αναλύσει επισταμένως την νομολογία του Εφετείου που ανέφερα προηγουμένως και στην μια υπόθεση το Επαρχιακό Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση υπέρ του πελάτη μου επικαλούμενο αποσπάσματα της απόφασης του Εφετείου με πιο σημαντικό απόσπασμα το εξής:
Σύμφωνα με την ΠΑΝΤΕΛΑ και πάλιν (ανωτέρω), την υποχρέωση επίδοσης της ειδοποίησης κατά τον Τύπο «ΙΑ» τη φέρει ο ενυπόθηκος δανειστής, ο οποίος, συνακόλουθα φέρει και το βάρος να αποδείξει το «ανέφικτο» της δια Νόμου επιβαλλόμενης μεθόδου επίδοσης.
Με αυτό δεδομένο και λαμβάνοντας υπόψη ότι, στην προκειμένη περίπτωση, οι εφεσίβλητοι υπέχουν θέση ενυπόθηκου δανειστή, αυτοί, όχι απλώς το ανέφικτο της δια Νόμου επιβαλλόμενης μεθόδου επίδοσης δεν έχουν αποδείξει, αλλά και ότι επιχείρησαν να επιδώσουν στον εφεσείοντα την επίμαχη ειδοποίηση σύμφωνα με το Νόμο. Δηλαδή, με παράδοσή της σ’ αυτόν με συστημένη επιστολή.
– Στην άλλη υπόθεση, που δικάστηκε από άλλο Δικαστή, το Επαρχιακό Δικαστήριο, σε μια εκ διαμέτρου αντίθετη ερμηνεία της κατά τα άλλα ξεκάθαρης απόφασης του Εφετείου, απέρριψε την Αίτηση/Έφεση του πελάτη μου, επιτρέποντας τη διενέργεια του πλειστηριασμού αποφαινόμενο ότι:
«Έχοντας λοιπόν υπόψη την ένορκη μαρτυρία που η Εφεσίβλητη έθεσε ενώπιον μου, μέσω της ένορκης δήλωσης Ανδρέου, καθώς και το Τεκμήριο 6 που επισυνάπτεται σε αυτήν, μαρτυρία που παρέμεινε αναντίλεκτη, καθότι δεν αντικρούστηκε με κανένα τρόπο είτε διά αντεξέτασης του ομνύοντα, είτε διά της καταχώρησης συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, έχω ικανοποιηθεί ότι η Εφεσίβλητη απέδειξε στον απαιτούμενο βαθμό, δηλαδή με βάση το ισοζύγιο των πιθανοτήτων, ότι πράγματι απέστειλε στον Εφεσίβλητο την επίμαχη Ειδοποίηση ΙΑ με συστημένη επιστολή, η οποία δεν παραλήφθηκε από αυτόν.»
* Advocates-Legal Consultants
Πηγή: philenews.com