Μέσα σε λίγο περισσότερο από μια εβδομάδα, οι προσπάθειες της Κίνας να ενισχύσει την οικονομία της πέτυχαν κάτι σημαντικό: Ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ άλλαξε τη συζήτηση για τις διεθνείς προοπτικές. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), συνήθως η κύρια δύναμη που καθοδηγεί το κλίμα και τις προβλέψεις της αγοράς, δεν παίζει πλέον μόνη της.
Πρόκειται για μια μεγάλη αλλαγή. Για να έχει διάρκεια αυτή η κίνηση του Πεκίνου, πρέπει να προσφέρει όχι μόνο αυτά που έχει υποσχεθεί, όπως – μεταξύ άλλων – ισχυρή νομισματική χαλάρωση και νέα μέτρα για την ενίσχυση της αγοράς ακινήτων. Οι αξιωματούχοι πρέπει επίσης τώρα να παράσχουν κάποιους στόχους που να δικαιολογούν το κλίμα ευφορίας.
Σίγουρα υπάρχει άφθονος ενθουσιασμός. Όχι μόνο οι κινεζικές μετοχές κινούνται άνοδο, αλλά και οτιδήποτε συνδέεται με τη χώρα, από το σιδηρομετάλλευμα έως το πέσο των Φιλιππίνων, κινήθηκε υψηλότερα. Η ιστορία του “οτιδήποτε εκτός από την Κίνα” έχει αντικατασταθεί από το “αγοράστε την Κίνα”, ανέφερε ο Louis-Vincent Gave της Gavekal Research. Το Πεκίνο φαίνεται να έχει ωθήσει τους traders σε δράση.
Η στροφή αυτή έχει παρομοιαστεί με την έκφραση “ό,τι χρειαστεί”, που εξέφρασε ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι το 2012. Ο Ντράγκι διαβεβαίωνε τότε ότι η ευρωζώνη, που είχε κλονιστεί από μια σειρά φιάσκων χρέους, θα επιβίωνε. (Λίγοι αναφέρουν τις δηλώσεις που ακολούθησαν: “Πιστέψτε με, θα είναι αρκετά.”) Το καθήκον του Ντράγκι ήταν σαφές – και υπολογήσιμο. Το ευρώ είναι ακόμα πολύ ζωντανό- περισσότερες χώρες το χρησιμοποιούν περισσότερο από ποτέ.
Όταν τα πρώτα κινεζικά μέτρα ανακοινώθηκαν στις 24 Σεπτεμβρίου, ερμηνεύτηκαν ως μια προσπάθεια να εξασφαλιστεί ο στόχος του Σι για ανάπτυξη της τάξης του 5%. Αυτός ο στόχος ενέχει κινδύνους, αλλά μια δραματική αστοχία είναι απίθανη. Αυτά τα διακυβεύματα φαίνονται μικρά σε σύγκριση με το έργο που αντιμετώπισε ο Ντράγκι, ή για την ακρίβεια, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ στα τέλη του 2008, στην καρδιά της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Ήταν προκλήσεις που γεννήθηκαν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Οι επιδόσεις της Κίνας δεν ήταν ικανοποιητικές, αλλά είναι δύσκολο να το αποκαλέσουμε κρίση.
Η ενίσχυση της οικονομίας με ουσιαστικό τρόπο μπορεί να έχει πολλά αξιόλογα αποτελέσματα. Το κινεζικό Πολιτικό Γραφείο ολοκλήρωσε τις εργασίες του την περασμένη εβδομάδα με την υπόσχεση ότι θα αναλάβει δράση για να σταματήσει την πτώση της αγοράς ακινήτων. Το ερώτημα όμως είναι αν το ανώτατο όργανο λήψης αποφάσεων στην Κίνα εννοούσε θα οτ κάνει για έναν μήνα, για έναν χρόνο ή για πάντα; Και πώς θα υπολογιστεί αυτό; Ίσως πρέπει να αρκεστούμε στο να αναγνωρίσουμε την επιτυχία αν και όταν τη δούμε. Το φάντασμα του αποπληθωρισμού ακολουθεί την Κίνα εδώ και καιρό, οπότε η αύξηση της συνολικής ζήτησης δεν μπορεί να βλάψει. Αλλά χωρίς στόχο πληθωρισμού, είναι δύσκολο να γνωρίζουμε ακριβώς τον προορισμό. Το Πεκίνο δεν έχει δηλώσει στόχο 2% όπως η Fed ή η ΕΚΤ, αλλά ένας πρώην διοικητής της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας έχει μιλήσει για την επιθυμητή επίτευξη ενός τέτοιου ρυθμού.
Είναι επίσης σημαντικό να θυμάστε ότι οι στόχοι μπορούν να αλλάξουν. Η αύξηση του ΑΕΠ κατά περίπου 5% το 2024 δεν εγγυάται τη μελλοντική επιτυχία. Όταν στόχος αυτός παρουσιάστηκε νωρίτερα φέτος, χαρακτηρίστηκε φιλόδοξος. Όταν ένας παρόμοιος στόχος τέθηκε 12 μήνες νωρίτερα, επικρίθηκε ως υπερβολικά συντηρητικός. Η πραγματικότητα είναι ότι η Κίνα βρισκόταν σε μακροχρόνια επιβράδυνση πολύ πριν από την πανδημία του κορονοϊού, μια τάση που θα συνεχιστεί. Όσο μεγαλύτερη γίνεται μια οικονομία, τόσο πιο δύσκολο είναι να συνεχίσει να αναπτύσσεται με ρυθμούς όπως η Κίνα τη δεκαετία του 1990 και τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα που διανύουμε. Μέρος του ενθουσιασμού των τελευταίων ημερών είναι για μια Κίνα που με κάποιο τρόπο επιστρέφει. Αλλά αυτός ο τύπος της τόσο ισχυρής επέκτασης δεν θα επιστρέψει.
Ο επικεφαλής της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας, Pan Gongsheng δεν διαβεβαίωσε, όπως ο Ντράγκι, ότι τα βήματά του θα είναι αρκετά. Αυτό είναι σοφό. Η ευρωζώνη είχε ακόμη δύσκολες στιγμές μπροστά της το 2012. Γνωρίζουμε τώρα ότι η Κίνα ενδιαφέρεται αρκετά για ό,τι την ταλαιπωρεί την οικονομία της ώστε να ξεκινήσει μια πολιτική επίθεση. Υπάρχει ακόμη πολλή δουλειά να γίνει. Όσο θετικές και αν είναι οι νέες πρωτοβουλίες, η Κίνα έχει να αντιμετωπίσει ένα δύσκολο έργο.
Απόδοση – Επιμέλεια: Στάθης Κετιτζιάν
BloombergOpinion
Πηγή: philenews.com