Friday, November 22, 2024
Home » Μενέλαος Μενελάου: Ο ιστορικός συμβιβασμός, η καμπή του 2004 και η πορεία των συνομιλιών

Μενέλαος Μενελάου: Ο ιστορικός συμβιβασμός, η καμπή του 2004 και η πορεία των συνομιλιών

0 comments

Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζονται σήμερα στο Κυπριακό και η απουσία διαπραγματεύσεων δεν είναι λόγος για να εγκαταλειφθεί η προσπάθεια για συνέχιση των συνομιλιών από το σημείο που είχαν σταματήσει στο Κραν Μοντανά, τονίζει ο διαπραγματευτής της ελληνοκυπριακής πλευράς, Μενέλαος Μενελάου.

Σε μια συνέντευξη-ανάλυση της πορείας του Κυπριακού μέσα από τη διαπραγματευτική διαδικασία ο Μ. Μενελάου καταγράφει τους σημαντικότερους σταθμούς αυτής της πορείας. Απαντά σ’ όσους υποστηρίζουν ότι διαχρονικά υποστηρίζουν ότι ακολουθείται πολιτική υποχωρήσεων έναντι των τουρκικών επιδιώξεων, υποδεικνύοντας ότι ιστορικά αυτή η προσέγγιση δεν επιβεβαιώνεται.

Σύμφωνα με τον Ελληνοκύπριο διαπραγματευτή η διεθνής κοινότητα δεν αποδέχεται τη λογική της λύσης δύο κρατών, είναι πολύ ξεκάθαρη και παραμένει συνεπής στη θέση ότι ο μόνος δρόμος για επίλυση του Κυπριακού είναι ο δρόμος του ενός κράτους, ομοσπονδιακού, με πολιτική ισότητα. Αυτό το πολύ ξεκάθαρο μήνυμα της διεθνούς κοινότητας, υπογραμμίζει ο Μ. Μενελάου, έχει ως αποδέκτη την Τουρκία και την τουρκοκυπριακή πλευρά.

Περαιτέρω σημειώνει ότι «στο Κυπριακό ένα αρκετά μεγάλο μέρος της απόστασης έχει διανυθεί μέσω των προηγούμενων προσπαθειών» και στόχος τώρα είναι «να διαφυλάξουμε αυτό το κεκτημένο και να οριστικοποιήσουμε αυτά που απομένουν». Αναλύοντας την πορεία των προσπαθειών στο Κυπριακό στα 50 χρόνια μετά την τουρκική εισβολή ο Μ. Μενελάου αναφέρει ότι το 2004 αποτελεί σημείο καμπής λόγω «της διάστασης που έχει να κάνει με την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση».

Το πλήρες κείμενος της συνομιλίας μας με τον Μ. Μενελάου:

– Μετά τα τραγικά γεγονότα του 1974, ξεκίνησε μια διαδικασία συνομιλιών που συνεχίζεται. Πέρασαν όμως 50 χρόνια χωρίς να καρποφορήσουν οι συνομιλίες ή να φέρουν κάποιο αποτέλεσμα. Αυτό λέει η άποψη όλων εμάς που βλέπουμε τα πράγματα απ’ έξω. Η δική σας αποτίμηση, ως διαπραγματευτής, ποια είναι;

– Η επιλογή μας για να επιδιώξουμε τη λύση του Κυπριακού, την άρση των τετελεσμένων της εισβολής και της κατοχής, μέσω της πολιτικο-διπλωματικής οδού, είναι η ενδεδειγμένη. Όχι μόνο για τον προφανή λόγο ότι εκεί όπου δεν υπάρχουν διπλωματικές διαδικασίες και πρωτοβουλίες τότε το κενό καλύπτεται από άλλες ανεπιθύμητες εξελίξεις και επιπλοκές. Αλλά και διότι η ιστορική εμπειρία αποδεικνύει ότι παρά το γεγονός ότι δεν έχουμε φτάσει στην επίτευξη του μείζονα στόχου, εντούτοις η συνέπεια στις δεσμεύσεις μας, στην επίτευξη ομοσπονδιακής λύσης, η σύνεση και ο πραγματισμός στους χειρισμούς λειτούργησαν θετικά για εμάς. Και επειδή διανύουμε την περίοδο των μαύρων επετείων, και οι επέτειοι είναι πάντα μια ευκαιρία για αναστοχασμό και άντληση διδαγμάτων, πιστεύω ότι αυτό είναι ένα τα βασικά συμπεράσματα αυτής της πορείας. Όπως όταν μετά τα γεγονότα του 1974 λειτουργώντας πραγματιστικά κάναμε τον ιστορικό συμβιβασμό της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, ή όταν αργότερα, με συνέπεια και μέσα από την ενότητα όλου του πολιτικού φάσματος, πετύχαμε το στόχο της ένταξης της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

– Ποια θεωρείτε ως καθοριστικά σημεία στα οποία ως διαπραγματευτής μπορείτε να ανατρέξετε ως σημεία αναφοράς;

– Εκτός από τον ιστορικό συμβιβασμό της ομοσπονδίας και την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ στα οποία έχουμε αναφερθεί, σημαντικοί σταθμοί ήταν βέβαια οι προσπάθειες οι οποίες έγιναν δια μέσου των χρόνων, στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την επίτευξη λύσης του Κυπριακού. Σε αυτή την πορεία θεωρώ ως σημαντική καμπή, τις προσπάθειες που επακολούθησαν την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, υπό την εξής έννοια: Από εκείνο το σημείο και μετά, και λόγω και της διασύνδεσης του Κυπριακού με τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και της διάστασης του Κυπριακού πλέον ως ενός θέματος που αφορά έναν κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προσδόθηκε μια άλλη οπτική πάνω σε πολύ ουσιώδεις πτυχές των διαπραγματεύσεων και της λύσης του Κυπριακού. Το είδαμε στις συγκλίσεις, οι οποίες επιτεύχθηκαν από το 2006, μετά τη συμφωνία της 8ης Ιουλίου μεταξύ Παπαδόπουλου – Ταλάτ, τις συγκλίσεις της περιόδου 2008-2010 μεταξύ Χριστόφια-Ταλάτ και τις συγκλίσεις 2015-2017 μεταξύ Αναστασιάδη – Ακιντζί με αποκορύφωμα το Κραν Μοντανά.

– Άρα έχουμε διαπραγματεύσεις με σημείο αναφοράς τη συμφωνία σε λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας που πάει μέχρι το 2004 και την ένταξη στην ΕΕ και ακολουθεί μια δεύτερη περίοδος μέχρι και σήμερα.

– Ναι, θεωρώ ότι από το 2004 και μετά μπορούμε να μιλήσουμε για ένα σημείο καμπής λόγω ακριβώς αυτής της διάστασης που έχει να κάνει με την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ. Το είδαμε να αντανακλάται σε συγκεκριμένες πτυχές. Για παράδειγμα στο θέμα της εφαρμογής των τεσσάρων ευρωπαϊκών ελευθεριών, στο θέμα της κατάργησης των εγγυήσεων, στην ανάγκη διασφάλισης της λειτουργικότητας του ομοσπονδιακού κράτους.

– Αυτόν το κεκτημένο πόσο διευρύνεται, αφορά όλα όσα είχαν συζητηθεί αυτά τα 50 χρόνια ή μόνο τις περιόδους που επιτυγχάνονταν οι συγκλίσεις.

– Αυτό που ονομάζουμε κεκτημένο προέρχεται από όλες τις μέχρι σήμερα προσπάθειες. Είναι μια διαχρονική πορεία μέσα από την οποία έχει αποκτήσει σάρκα και οστά αυτό το οποίο έχουμε συμφωνήσει κάτω από τον όρο «διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα». Το περισσότερο έδαφος βεβαίως, έχει διανυθεί την περίοδο από το 2006 και μετά, με αποκορύφωμα τη Διάσκεψη για την Κύπρο στο Κραν Μοντανά το 2017. Και περιλαμβάνει τη βάση λύσης, τις συγκλίσεις και τα έξι σημεία του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.

«Δεν επιβεβαιώνεται από την ιστορική εμπειρία»

– Υπάρχει η άποψη ότι στις διαπραγματεύσεις συζητούν οι δύο πλευρές, η τουρκική πλευρά παίρνει πάντα αυτά που θέλει και η ελληνοκυπριακή προσπαθεί στη συνέχεια να δικαιολογήσει τις υποχωρήσεις της.

– Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν επιβεβαιώνεται από την ιστορική εμπειρία. Διότι, αν ήταν έτσι τα πράγματα, δεν θα είχαμε φτάσει, για παράδειγμα, στην τελευταία προσπάθεια, η οποία έγινε στο Κραν Μοντανά στο σημείο να τεθεί επί τάπητος για πρώτη φορά το θέμα της κατάργησης των εγγυήσεων. Ή δεν θα είχαμε φτάσει σε συγκλίσεις οι οποίες είναι εκεί και αποτελούν μέρος αυτού που ονομάζουμε κεκτημένο των συνομιλιών με βάση τις οποίες υπερβαίνουμε τον εθνοκοινοτικό διαχωρισμό, ο οποίος είχε κληροδοτηθεί στο κυπριακό κράτος από τις Συμφωνίες του 1960. Ή δεν θα είχαμε φτάσει στο σημείο να έχουμε ρυθμίσεις που να διασφαλίζουν τη λειτουργικότητα του κράτους και την πλήρη εφαρμογή των τεσσάρων ευρωπαϊκών ελευθεριών όπως ισχύει παντού στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οπότε αυτό το επιχείρημα ότι σταδιακά μέσα από τις συνομιλίες ρυμουλκούμαστε προς τις θέσεις της Τουρκίας και προβαίνουμε σε συνεχείς υποχωρήσεις, δεν επιβεβαιώνεται από την ιστορική εμπειρία. Υπάρχει βέβαια και μια άλλη παράμετρος που πάντα πρέπει να έχουμε υπόψη, ότι η πάροδος του χρόνου επιφέρει συνέπειες, κυρίως επί του εδάφους σε πτυχές όπως το περιουσιακό ή μέσω νέων προκλήσεων και τετελεσμένων όπως για παράδειγμα στα Βαρώσια και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η προσπάθεια μας είναι να μπορέσουμε να φτάσουμε στον επιδιωκόμενο στόχο το συντομότερο δυνατό.

– Κοιτάζοντας τα κατάσταση πραγμάτων, όλη αυτή την περίοδο, διαφορετικά ήταν τα δεδομένα του 2004, διαφορετικά το 2017 και διαφορετικά σήμερα. Υπάρχει περιθώριο ανατροπής αυτών των δεδομένων που δημιουργούνται επί του εδάφους ή θα πρέπει σε μεταγενέστερες διαπραγματεύσεις να έχουμε ως σημείο εκκίνησης το σήμερα;

– Θέση μας είναι ότι μια νέα προσπάθεια θα πρέπει να συνεχίσει από το σημείο στο οποίο σταμάτησε η προηγούμενη στο Κραν Μοντανά. Τα πράγματα δεν είναι εύκολα και διότι έχουμε νέα τετελεσμένα επί του εδάφους αλλά κυρίως διότι η θέση της τουρκικής πλευράς σήμερα είναι εκτός του συμφωνημένου πλαισίου. Αλλά οι δυσκολίες δεν είναι λόγος να πούμε ότι εγκαταλείπουμε αυτή τη θέση. Το αντίθετο. Διότι η πεμπτουσία της επιδίωξης λύσης του Κυπριακού παραμένει και είναι να ανατραπούν τα διχοτομικά τετελεσμένα, να απελευθερωθεί και να επανενωθεί ο τόπος.

– Μέχρι και το 2017 ή πριν το 2017 υπήρχε η εντύπωση ότι όταν μιλούσαμε για διαπραγμάτευση στον Κυπριακό ήταν μόνο οι εσωτερικές πτυχές και ενδεχομένως και λόγω αυτού δημιουργείτο η εντύπωση ότι συζητείται μόνο ό,τι θέλει η τουρκική πλευρά. Έμεινε κάτι στις εσωτερικές πτυχές που δεν έχει συζητηθεί ή δεν υπάρχουν συγκλίσεις;

– Η θέση μας ήταν πάντα ότι το κυπριακό είναι θέμα εισβολής και κατοχής, παραβίασης του διεθνούς δικαίου και του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ. Πάντοτε στις διαπραγματεύσεις η δική μας προσέγγιση υπογράμμιζε αυτήν την προεξάρχουσα διάσταση και την ανάγκη αντιμετώπισης και άρσης της γενεσιουργού αιτίας που είναι η κατοχή. Είναι γεγονός ότι η τακτική της Τουρκίας διαχρονικά ήταν να παραμερίζει αυτή τη διάσταση. Να παρουσιάζει το κυπριακό ως πρόβλημα μεταξύ των δύο κοινοτήτων, να υποδαυλίζει την αδιαλλαξία της τουρκοκυπριακής πλευράς και να αποφεύγει έτσι να βρεθεί η ίδια προ των ευθυνών της. Αυτό όμως δεν μπορεί να ισχύει πλέον. Διότι όπως καταγράφει και ο Γενικός Γραμματέας στην Έκθεσή του, του Σεπτεμβρίου 2017, μετά την τελευταία προσπάθεια που έγινε για λύση του Κυπριακού στο Κραν Μοντανά, για τις εσωτερικές πτυχές έχουν επιτευχθεί συγκλίσεις ή βρίσκονται εντός ακτίνας σύγκλισης. Και αυτό είναι ένας ακόμα λόγος υπογράμμισης της σημασίας αυτού του κεκτημένου. Ότι τα πράγματα έχουν έρθει στο σημείο στο οποίο κανένας δεν μπορεί πλέον να αποφεύγει το πιο θεμελιώδες: ότι η λύση πρέπει να διασφαλίζει ότι η Κύπρος θα είναι ένα πραγματικά ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος του οποίου τη μοίρα θα καθορίζουν οι πολίτες του, χωρίς εγγυητές, κηδεμόνες και ξένα στρατεύματα.

«Η διεθνής κοινότητα είναι πάρα πολύ ξεκάθαρη και συνεπής»

– Αυτό είναι και το δύσκολο και είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να αποδεχτούν και οι δύο πλευρές. Βλέπουμε ότι η μία πλευρά, τουλάχιστον σε αυτήν την φάση, σε αυτήν την περίοδο, δεν συζητά καν.

– Ναι, η θέση της τουρκοκυπριακής πλευράς αυτήν την στιγμή, η οποία βεβαίως εκπορεύεται από την πολιτική την οποία έχει η Τουρκία, είναι να θέτει ως προϋπόθεση για να εμπλακεί σε οποιαδήποτε συζήτηση την αποδοχή της «κυριαρχικής ισότητας» και του «ισότιμου διεθνούς καθεστώτος», κάτι που ισοδυναμεί με θέση για «δύο κράτη». Το οποίο είναι ένας δρόμος, ο οποίος σίγουρα δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των Κυπρίων, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, αλλά μακροπρόθεσμα θα αποβεί εις βάρος και των συμφερόντων όλων των εμπλεκομένων στο Κυπριακό. Διότι ουσιαστικά αναπαραγάγει το μοντέλο της αντιμετώπισης της Κύπρου ως ενός διαρκούς πεδίου ανταγωνισμών με στόχο την πλήρη επικυριαρχία επί της Κύπρου και στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, στη βάση μιας λογικής μηδενικού αθροίσματος από την οποία κανένας δεν μπορεί εν τέλει να βγει κερδισμένος.

– Υπάρχει μια ευρύτερη συζήτηση ότι πολλά από αυτά που συμφωνήσαμε στον Κυπριακό επιβλήθηκαν ή πιέστηκε η ελληνοκυπριακή κυπριακή πλευρά να δεχτεί, να κάνει συμβιβασμούς. Αυτά που ζητάει η τουρκική πλευρά τώρα, δηλαδή αυτό που αναφέρεται ως μιας μορφής λύσης «δύο κρατών», η διεθνής κοινότητα πώς το αντιμετωπίζει; Είναι ανεκτική στο να δημιουργηθεί αυτό το μοντέλο;

– Όχι. Αντιθέτως, η διεθνής κοινότητα είναι πάρα πολύ ξεκάθαρη και συνεπής στη θέση ότι ο μόνος δρόμος για την επίλυση του κυπριακού είναι ο δρόμος του ενός κράτους, ομοσπονδιακού, με πολιτική ισότητα, όπως καθορίζεται στα ψηφίσματα του ΟΗΕ, με μια κυριαρχία, ιθαγένεια και διεθνή προσωπικότητα. Είναι πάρα πολύ καθαρό το μήνυμα της διεθνούς κοινότητας. Με βασικό αποδέκτη βεβαίως την Τουρκία και την τουρκοκυπριακή πλευρά.

– Υπάρχουν αρκετοί που πιστεύουν ότι πλέον δεν υπάρχει αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο Κυπριακό. Εσείς σαν διαπραγματευτής πώς βλέπετε τα πράγματα;

– Αντικείμενο διαπραγμάτευσης υπάρχει και θα υπάρχει έως ότου φτάσουμε σε τελική συμφωνία. Θέμα εγκατάλειψης της προσπάθειας δεν τίθεται. Έχουμε πει τι συμβαίνει και το βλέπουμε να γίνεται δυστυχώς σήμερα να γίνεται σε περιπτώσεις άλλων διεθνών προβλημάτων, όταν υπάρχει κενό πολιτικών διαδικασιών και πρωτοβουλιών. Στο Κυπριακό ένα αρκετά μεγάλο μέρος της απόστασης έχει διανυθεί μέσω των προηγούμενων προσπαθειών. Στόχος είναι να διαφυλάξουμε αυτό το κεκτημένο και να οριστικοποιήσουμε αυτά που απομένουν. Και για να μπορέσουμε να φτάσουμε εκεί κάνουμε μια ευρύτερη προσπάθεια να συμβάλουμε στη διαμόρφωση αμοιβαία επωφελών συνθηκών για όλους τους εμπλεκόμενους. Έχουμε εμπόδια, αλλά συνεχίζουμε.

Κοινός παρονομαστής μια ομοσπονδιακή Κύπρος

-Λέτε θα συνεχίσουμε. Αυτό θα επιτευχθεί μέσω των τεχνικών επιτροπών;

– Η αναφορά μου αφορούσε κυρίως το γενικότερο πλαίσιο της προσπάθειας για αξιοποίηση παραγόντων που θα μπορούσαν να συμβάλουν στη διαμόρφωση αμοιβαία επωφελών συνθηκών, να επενεργήσουν καταλυτικά, για επίτευξη προόδου και στο Κυπριακό. Είναι το πλαίσιο των ευρωτουρκικών για το οποίο έχουμε πάρει σημαντικές πρωτοβουλίες. Βλέπουμε επίσης την προσπάθεια που γίνεται στο πλαίσιο του διαλόγου μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας. Θετικές εξελίξεις σε αυτό το πεδίο μπορεί να επενεργήσουν ευεργετικά και στο Κυπριακό όπως και το αντίστροφο. Οι τεχνικές επιτροπές διαδραματίζουν πολύ βοηθητικό ρόλο όσον αφορά θέματα καθημερινότητας που επηρεάζουν τις ζωές όλων των Κύπριων. Μπορούν να συμβάλλουν έτσι ώστε να υπάρχει ένα καλύτερο κλίμα. Και είναι μια ευκαιρία να εξάρω τη συμβολή και την αφοσίωση των μελών των τεχνικών επιτροπών και να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μας για την προσφορά τους.

– Είναι λάθος ή σωστή η εκτίμηση ότι μέσω των τεχνικών επιτροπών ή μέσω των επαφών σε διάφορα επίπεδα δημιουργείται ένα κλίμα σχέσεων καλής γειτονίας;

– Δεν συμφωνώ με αυτό. Αντιθέτως, θα έλεγα ότι ενισχύεται το μήνυμα ότι στο επίπεδο των απλών πολιτών, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων υπάρχει η ετοιμότητα και η βούληση για υπέρβαση της κατοχής και της διαίρεσης και για τη διαμόρφωση ενός κοινού ειρηνικού μέλλοντος. Και επειδή αυτό είναι και ένα θέμα για το οποίο γίνεται λόγος μερικές φορές, για την ανάγκη οι Κύπριοι να υπερβούμε το παρελθόν και να προχωρήσουμε προς τα εμπρός, πιστεύω ότι οι απλοί πολίτες, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι αποδεικνύουν μέσω των επαφών, των πρωτοβουλιών τους, των σχέσεων της καθημερινότητας, των πάνω από είκοσι εκατομμυρίων διελεύσεων από κάθε κοινότητα από τον καιρό που έχουν ανοίξει τα πρώτα σημεία διέλευσης, ακριβώς ότι έχουν αυτήν την ετοιμότητα και την προσδοκία να ζήσουν ένα κοινό μέλλον σε μια κοινή πατρίδα.

– Είναι ξεκάθαρο όταν Ε/κ και Τ/κ μιλούν για λύση ότι εννοούν το ίδιο πράγμα;

– Υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής. Ένα σημείο τομής. Μπορεί να ξεκινούν από διαφορετικές αφετηρίες. Αλλά πιστεύω ότι υπάρχει πλειοψηφική σύγκλιση στη συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι το κοινό συμφέρον βρίσκεται, σε μια ομοσπονδιακή Κύπρο η οποία θα είναι κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

– Ισχύει το ίδιο και για τις ηγεσίες; Όταν μιλούν για λύση του Κυπριακού αντιλαμβάνονται το ίδιο πράγμα;

– Όσον αφορά την τουρκοκυπριακή κοινότητα υπάρχει μια μερίδα η οποία είναι προφανές ότι θέλει να παρουσιάζεται και ως βασιλικότερη του βασιλέως ως προς τις διχοτομικές της πεποιθήσεις. Έχει μια, διαφορετική αντίληψη για το τι αποτελεί συμφέρον της τουρκοκυπριακής κοινότητας η οποία φιλοσοφία εν τέλει, γίνεται μπούμερανγκ. Διότι πέραν των άλλων συνεπειών οδηγεί και στην εξαφάνιση της τουρκοκυπριακής κοινότητας, στην απορρόφηση της από την Τουρκία.

Ο ρόλος του ηγέτη και η δημόσια συζήτηση

– Παίζει ρόλο η προσωπικότητα των ηγετών από τη μια ή την άλλη κοινότητα; Είχαμε ηγεσίες που κατηγορήθηκαν ως «απορριπτικές» και άλλες ότι βρίσκονταν στον ίδιο πολιτικό και ιδεολογικό χώρο και βρέθηκαν σε διάφορες φάσεις στο ίδιο τραπέζι.

– Από δικής μας πλευράς, η προσέγγιση ήταν πάντα μέσα από τις διαπραγματεύσεις να βάζουμε ως ζητούμενο το πώς εξυπηρετείται το καλώς νοούμενο συμφέρον της Κύπρου και του συνόλου των Κυπρίων, Ε/κ και των Τ/κ. Για εμάς, ποτέ η προσέγγιση δεν ήταν ότι τα συμφέροντα των Ε/κ και Τ/κ είναι αμοιβαία αλληλοαναιρούμενα. Αντιθέτως, θεωρούμε ότι τα καλώς νοούμενα συμφέροντα των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων είναι αμοιβαία, αλληλοενισχυόμενα, είναι κοινά αυτά τα συμφέροντα. Το θεμελιώδες υπόβαθρο είναι το δικαίωμα τους να είναι οι ίδιοι αφέντες στον τόπο τους, χωρίς ξένους κηδεμόνες. Σε ότι αφορά στην τουρκοκυπριακή κοινότητα, υπήρχαν περίοδοι κατά τις οποίες οι συνομιλητές λειτουργούσαν σε σημαντικό βαθμό στο πλαίσιο αυτής της λογικής. Εξ’ ου και μπορέσαμε να φτάσουμε τα τελευταία χρόνια σε σημαντικές συγκλίσεις. Χωρίς αυτό να αναιρεί ότι σε συνθήκες κατοχής τον καθοριστικό λόγο τον έχει η Τουρκία.

– Όμως, είδαμε πολλές φορές, ο ηγέτης της ελληνοκυπριακής πλευράς να κατηγορείται ότι δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των Ελληνοκυπρίων.

– Διαφορετικές απόψεις και εκτιμήσεις είναι φυσιολογικό να υπάρχουν. Πιστεύω ότι ο διάλογος μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων είναι γόνιμος και γίνεται με γνώμονα το καλώς νοούμενο συμφέρον του τόπου. Από εκεί και πέρα θεωρώ ότι υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής και αυτός είναι η ανάγκη ειδικά σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία να επικεντρωθούμε στο μείζον που είναι να επιτύχουμε αναζωογόνηση της διαδικασίας συνομιλιών και της προοπτικής επίτευξης συνολικής λύσης.

– Η δημόσια συζήτηση, ο δημόσιος διάλογος και αντιπαράθεση μεταξύ πολιτικών κομμάτων κ.λπ. αισθάνεστε ότι δημιουργεί προβλήματα στην προσπάθεια του διαπραγματευτή, του βάζει πίεση ή τραβά το χαλί κάτω από τα πόδια του;

– Όχι, καθόλου. Αντιθέτως, όπως είπα θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ φυσιολογικό να υπάρχει η συζήτηση και ο γόνιμος διάλογος στο δημόσιο επίπεδο, όπως υπάρχει βεβαίως και θεσμικά στο πλαίσιο του Εθνικού Συμβουλίου υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Διότι είναι μέσα από αυτήν την διαδικασία που σφυρηλατείται η σύνθεση, η συλλογικότητα και η ενότητα που είναι αναγκαία συστατικά για να μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε αποτελεσματικά σε αυτήν την πολύ δύσκολη προσπάθεια.

Πηγή: Φilenews

You may also like

Our Page contains news reposts. We are not responsible for any inaccuracy in the content

Copyright © All rights reserved Faros On Air 

Designed and Developed with 🧡 by eAdvertise

This website uses cookies to improve your experience. We'll assume you're ok with this, but you can opt-out if you wish. Accept Read More