Friday, September 20, 2024
Home » Πώς αλλάζει ο αλγόριθμος της κατοχής;

Πώς αλλάζει ο αλγόριθμος της κατοχής;

0 comments

Ο αλγόριθμος ορίζεται ως μια συγκεκριμένη σειρά ενεργειών που στοχεύουν στην επίλυση ενός προβλήματος.

Όμως, το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των ενεργειών αυτών είναι ότι έχουν αρχή και τέλος, είναι αυστηρά καθορισμένες και εκτελούνται σε συγκεκριμένη χρονική διάρκεια. Εάν λοιπόν ο αλγόριθμος στην τεχνολογία και στην επιστήμη των μαθηματικών είναι κάτι συγκεκριμένο, ο «αλγόριθμος» που λειτουργεί για την εξήγηση κοινωνικών και πολιτικών φαινομένων, είναι μια κατάσταση δυναμική, ρευστή και πολύπλοκη. Όπως ακριβώς δυναμική, ρευστή και πολύπλοκη είναι η κατοχή της Κύπρου από το 1974 και μετά.

Στα 50 χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο, καταγράφηκαν σημαντικές αλλαγές, το εύρος και βάθος των οποίων μας επιτρέπουν σήμερα να αξιολογήσουμε – έστω και σχετικά – τις συνέπειες αυτού που στη δημόσια σφαίρα καταγράφηκε ως «το πέρασμα του χρόνου χωρίς επίλυση» του Κυπριακού προβλήματος. Ένας από τους βασικούς λόγους που μας επιτρέπει αυτή την αξιολόγηση είναι ο μετασχηματισμός του ίδιου του αλγορίθμου της κατοχής. Δηλαδή της εξής αντιφατικής δυναμικής: Του τρόπου με τον οποίο η Τουρκία αποφασίζει για τη διοίκηση/διαχείριση των κατεχόμενων, αλλά και των τρόπων με τους οποίους οι αντιδράσεις των Τουρκοκυπρίων εξαναγκάζουν σε αλλαγές και αναπροσαρμογές αυτής της διαχείρισης.

>Η ανάγκη για μια τ/κ νομιμοποίηση της τουρκικής πολιτικής

Από τη δεκαετία του 1950 η βασική στρατηγική της Τουρκίας επικεντρώθηκε στο να περιορίσει την επιρροή του ελληνικού εθνικισμού στην Κύπρο και να μειώσει τις προοπτικές των ενωτικών κύκλων να καθορίσουν το καθεστώς του νησιού. Ο κύριος (όχι ο μοναδικός) τρόπος υλοποίησης αυτής της στρατηγικής ήταν η περαιτέρω ενίσχυση του τουρκικού εθνικισμού μέσα από την ενδυνάμωση οργανωμένων εθνικιστικών δομών και πολιτικών προγραμμάτων εντός της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Βεβαίως από το συγκεκριμένο πλαίσιο δεν απουσίαζε ο έλεγχος και η προσπάθεια πειθάρχησης της κοινότητας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η συνεργασία των παραστρατιωτικών κύκλων σε Τουρκία και Κύπρο για την φυσική και πολιτική εξόντωση Τουρκοκύπριων αριστερών. Πέραν όμως από αυτές τις εξελίξεις, ο αλγόριθμος των σχέσεων Τουρκίας και τουρκοκυπριακής κοινότητας τη συγκεκριμένη περίοδο λειτουργούσε προς την κατεύθυνση της ενίσχυση της τοπικής εθνικιστικής ελίτ. Οι θέσεις της Άγκυρας και οι όποιες επιδιώξεις της είχαν την ανάγκη μιας τοπικής – τουρκοκυπριακής νομιμοποίησης.

Η στρατιωτική εισβολή του 1974 ήταν από πολλές απόψεις ένα σημείο καμπής, τόσο σε ό,τι αφορούσε στη λήξη του εγκλεισμού των Τουρκοκυπρίων στους θύλακες της προηγούμενης δεκαετίας, όσο και σε ό,τι αφορούσε στην ίδια τη θέση της Τουρκίας στην καθημερινή ζωή της κοινότητας. Εάν στις 15 Ιουλίου 1974 με το πραξικόπημα της ΕΟΚΑ Β’ το νησί απέκτησε απειλητικά χαρακτηριστικά για την Τουρκία εξαιτίας της προοπτικής ένωσης με την Ελλάδα, η 20η Ιουλίου μετέτρεψε τα κατεχόμενα εδάφη σε ένα χώρο πολιτικού, κοινωνικού, οικονομικού και πολιτισμικού μετασχηματισμού. Δηλαδή σε ένα χώρο «ειρηνικής» δημιουργίας μιας νέας, αλλά τουρκικής πατρίδας. Αυτή ήταν η ιδεολογική βάση πάνω στην οποία προέκυψαν οι εντελώς νέοι κοινωνικοί και πολιτικοί θεσμοί με στόχο την χωριστή κρατική οικοδόμηση.

>Διχοτόμηση του χώρου και διαίρεση του πληθυσμού

Στο πλαίσιο που δημιούργησε η διχοτόμηση του χώρου και η διαίρεση του πληθυσμού, ο επανακαθορισμός του αλγόριθμου ήταν φυσικό επακόλουθο. Ακριβώς λόγω των στόχων και της φύσης της χωριστής κρατικής οικοδόμησης, η Άγκυρα απέκτησε άμεσα νέες δυνατότητες ελέγχου της κοινότητας, αλλά και κάποιες σημαντικές «υποχρεώσεις». Η επιβολή ενός συγκεκριμένου μοντέλου μεγέθυνσης της χωριστής τουρκοκυπριακής οικονομίας, η δημιουργία κοινωνικών δομών αναπαραγωγής της διχοτόμησης, ο νέος κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας, καθώς και η εμφάνιση νέων πολιτικών δομών που θα πλαισίωναν όλα τα πιο πάνω μετά την 20η Ιουλίου 1974, ήταν στοιχεία που άλλαξαν για μια ακόμα φορά δραματικά τις σχέσεις Τουρκίας – Τουρκοκυπρίων.

Η Τουρκία αρχικά ανέλαβε την οικονομική και τεχνοκρατική στήριξη της διαδικασίας κρατικής οικοδόμησης στα βόρεια εδάφη του νησιού. Αυτή η ιδιότητα σε συνδυασμό με την αναβαθμισμένη πλέον πολιτική και στρατιωτική της επιρροή στην Κύπρο, μετέτρεψαν την Άγκυρα σε δομικό μέρος του συνασπισμού εξουσίας των Τουρκοκυπρίων. Όμως η αποικιοκρατικού τύπου διακυβέρνηση και η γενικότερη προσπάθεια για προώθηση της λύσης δύο κρατών, ήταν παράλληλα δεδομένα που εξανάγκαζαν στην διατήρηση της ανάγκης τουρκοκυπριακής νομιμοποίησης. Η ύπαρξη τουρκοκυπριακών πολιτικών δομών, οργανωμένων κομμάτων, η όψη μιας «κανονικής χώρας» αλλά και η παρουσία Ντενκτάς στην πολιτική ζωή, αποτέλεσαν μερικά από τα στοιχεία της παραγωγής τοπικής νομιμοποίησης. Για παράδειγμα, ο τουρκοκύπριος πρώην ηγέτης ήταν για πολλά χρόνια όχι μόνο η φωνή της Άγκυρας εντός της κοινότητας, αλλά και η φωνή της κοινότητας εντός της Άγκυρας.

>Η απογοήτευση της «μητέρας πατρίδας» και οι νέοι προσανατολισμοί

Με το πέρασμα του χρόνου και τις βαθιές κοινωνικές ανακατατάξεις τόσο στην Τουρκία, όσο και στην Κύπρο, ο αλγόριθμος της κατοχής άλλαξε λειτουργίες. Η βασική αιτία που οδήγησε στις νέες λειτουργίες ήταν οι πραγματικότητες που επικράτησαν σταδιακά στις σχέσεις Τουρκίας – Τουρκοκυπρίων. Οι πραγματικότητες αυτές ήταν σκληρές. Από τη μια πλευρά, η Τουρκία σταδιακά συνειδητοποίησε ότι οι «ακρίτες του τουρκισμού» στην Κύπρο αρνούνταν να πειθαρχήσουν ολοκληρωτικά.

Οι «κυματοθραύστες» που χτίστηκαν για να ενσωματώσουν την κοινότητα στο διχοτομικό πλαίσιο με τη δημιουργία συμφερόντων, δεν ήταν αρκετοί για να συγκρατήσουν τις αντιδράσεις. Η αντιπολίτευση προς τη διχοτόμηση ενισχυόταν. Από την άλλη πλευρά μεγάλα μέρη της κοινότητας, συνειδητοποίησαν επίσης ότι ο «σωτήριος ρόλος» του τουρκικού στρατού μπορεί να τους απελευθέρωσε από την ανέχεια και την καταπίεση των θυλάκων της δεκαετίας 1964-1974, αλλά δεν ήταν χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Η έξοδος από τους πολλούς θύλακες, μετά το 1974 κατάντησε μια είσοδος σε ένα, ενιαίο θύλακα αποκλεισμού και περιθωριοποίησης. Η πολιτική βούληση των Τουρκοκυπρίων, η έννοια για την οποία δόθηκαν πολιτικές μάχες από τη δεκαετία του 1950, τελικά αμφισβητήθηκε από την ίδια την «μητέρα πατρίδα».

Αυτή ακριβώς η αντίφαση άρχισε να εντείνεται από τη δεκαετία του 1990 και μετά, λόγω και της κορύφωσης της γενικευμένης κρίσης που χαρακτήριζε σε μεγάλο βαθμό το κατοχικό καθεστώς. Είναι μέσα από αυτές τις αντιφάσεις που το μεγάλο κοινωνικό κίνημα της τουρκοκυπριακής αντιπολίτευσης κατάφερε τελικά να ταυτίσει το πολιτικό του πρόγραμμα με τις τότε πρωτοβουλίες για το Κυπριακό και να φτάσει στην ανατροπή της ντεκτασικής εξουσίας μετά τα δημοψηφίσματα του 2004. Ωστόσο στο υπόβαθρο της προαναφερθείσας αντίφασης, σοβούσαν νέες κρίσεις και ανακατατάξεις.

Ερντογάν και ανατροπές στο στάτους-κβο του 1974

Η κυβέρνηση Ερντογάν από ένα σημείο και μετά αποφάσισε να δοκιμάσει την ολοκληρωτική ανατροπή του modus operandi της Άγκυρας στην Κύπρο. Η Τουρκία του Ερντογάν ιδιαίτερα μετά την αποτυχία του Κραν Μοντάνα, αναλαμβάνει να εξοβελίσει- πλήρως τις όποιες εστίες τοπικής νομιμοποίησης της κατοχής και του μετασχηματισμού της. Αναλαμβάνει άμεσα η ίδια το ζήτημα του ελέγχου και της αύξησης της επιρροής της, χωρίς να βασίζεται στην λειτουργία του τουρκοκυπριακού πολιτικού συστήματος. Θεωρεί ότι το ξεπέρασμα των ρήξεων που πέτυχε η τουρκοκυπριακή αντιπολίτευση στο δικό της ηγεμονικό πρόγραμμα, δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσα από τοπικούς δρώντες. Πενήντα χρόνια μετά την στρατιωτική εισβολή, το τουρκικό κράτος, χωρίς φτιασιδώματα και βιτρίνες, είναι παρόν στην καθημερινή ζωή των βόρειων κυπριακών εδαφών.

Η Άγκυρα σήμερα δείχνει ότι δεν επιθυμεί ούτε μια πολιτισμικά αυτόνομη τουρκοκυπριακή κοινότητα, αλλά πολύ περισσότερο ούτε και μια αυτόνομη έκφραση τουρκοκυπριακής πολιτικής βούλησης. Ένα από τα χαρακτηριστικότερα στοιχεία που έφερε στην επιφάνεια η πάροδος των πενήντα χρόνων, είναι η εισαγωγή στην Κύπρο σχεδόν όλων των μεθόδων διακυβέρνησης που επικρατούν στην Τουρκία. Ένα μέρος της κοινωνίας ανακηρύσσεται με ιδιαίτερη ευκολία αντεθνικό και προδοτικό. Ενώ ένα άλλο μέρος αναπαράγεται μόνο μέσα από την συναίνεση και την υπακοή του.

Η υλική υπόσταση αυτής ακριβώς της ιδεολογικής πόλωσης, αντικατοπτρίζεται στην απευθείας ανάληψη του μετασχηματισμού των κατεχομένων από τις κρατικές δομές της Τουρκίας. Από την αλλαγή της λειτουργίας της τουρκικής πρεσβείας μέχρι και την ενίσχυση του δημόσιου ρόλου των θρησκευτικών αξιωματούχων που διορίζει η Άγκυρα, από την παράδοση της περίκλειστης πόλης των Βαρωσίων στους τουρκικούς κρατικούς θεσμούς για την αστική ανάπλαση μέχρι και την παρουσία των υπουργείων της Τουρκίας στη συντήρηση αρχαιολογικών και άλλων μνημείων, ο νέος αλγόριθμος της κατοχής φέρνει πλέον την Άγκυρα φυσικά και πολιτικά δίπλα από την Ελληνοκυπριακή κοινότητα.

Ξεθώριασε για τους τ/κ η «ανατροπή» της «ΤΔΒΚ»

Σήμερα μέσα από όλες τις αντιφάσεις που παράγονται στις σχέσεις Τουρκίας – τουρκοκυπριακής κοινότητας και την αλλαγή του ρόλου της Άγκυρας στην καθημερινή εξέλιξη των κατεχομένων, είναι γεγονός ότι αναπαράγονται και νέες εστίες έντασης. Ωστόσο μέρος αυτών των εντάσεων στις σχέσεις των δύο μερών, δεν μένει ανεπηρέαστο από την πλήρη απουσία πρωτοβουλιών στο Κυπριακό. Το πάγωμα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων από το 2017 μέχρι και σήμερα έχει ενισχύσει σε μεγάλο βαθμό μια ακόμα διάσταση του Κυπριακού προβλήματος: Αυτή του ποιος και πως διαχειρίζεται τις χωριστές, παράνομες δομές εξουσίας.

Η απουσία συνομιλιών και η πόλωση στις σχέσεις της Άγκυρας με τα κατεχόμενα, έχει μετακινήσει την πολιτική αντιπαράθεση στην τουρκοκυπριακή κοινότητα στον άξονα του αιτήματος μεταρρύθμισης και όχι «ανατροπής» της «ΤΔΒΚ». Ο πολιτικός και ιδεολογικός ανταγωνισμός ξεφεύγει από το ευρύτερο πλαίσιο της αντιπαράθεσης για τα οράματα της επανένωσης και εγκλωβίζεται στο ποια πολιτική δύναμη μπορεί να βελτιώσει την βαλτωμένη ζωή της κοινότητας εντός των διχοτομικών ορίων.

Στην παρούσα συγκυρία δεν καταγράφεται μείωση της βούλησης για λύση, αλλά καταγράφεται κατάρρευση των προσδοκιών για σύντομη λύση. Επομένως λαμβάνοντας υπόψη τις βαθιές αλλαγές που άφησαν πίσω τους τα πενήντα χρόνια από το 1974, μπορούμε την ίδια στιγμή να υπολογίσουμε ότι μια νέα ουσιαστική πρωτοβουλία στο Κυπριακό θα μετακινήσει έστω και σχετικά τις υφιστάμενες πολιτικές ισορροπίες. Θα τις μετακινήσει όμως εντός των νέων ιδεολογικών ορίων και μετασχηματισμών. Δηλαδή των νέων δεδομένων, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζει η αλλαγή γενιάς του πολιτικού προσωπικού Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.

*Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Πηγή: Φilenews

You may also like

Our Page contains news reposts. We are not responsible for any inaccuracy in the content

Copyright © All rights reserved Faros On Air 

Designed and Developed with 🧡 by eAdvertise

This website uses cookies to improve your experience. We'll assume you're ok with this, but you can opt-out if you wish. Accept Read More