Xρύσης Παντελίδης: Συνειδητή επιλογή ευθύνης να δυναμώσουμε την Κύπρο στην Ευρώπη
Στέκεται απέναντι στην τοξικότητα, η οποία παραδέχεται, εξελίχθηκε σε τρόπο ζωής. Επιλέγει το δύσκολο δρόμο να μην είναι αρεστός αλλά αποτελεσματικός έστω κι αν ως νέο πολιτικό πρόσωπο έχει κόστος.
Ο Χρύσης Παντελίδης επιλέγει ακόμη να μένει πιστός σε αρχές και αξίες. Πιστεύει ότι είναι και ατομικός ο αγώνας προκειμένου η πολιτική και οι πολιτικοί να ξαναγίνουν ελκυστικοί για τους πολλούς. Αγώνας που δίνεται με το παράδειγμα ενός εκάστου από το πολιτικό προσωπικό εντός και εκτός Κύπρου. Εξηγεί γιατί μπαίνει στη μάχη για την Ευρωβουλή, με το ψηφοδέλτιο του Δημοκρατικού κόμματος, τονίζει πως είναι μπροστάρης σε ένα αγώνα με στόχο τη νίκη του κόμματος του, την εκλογή του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ένα πολιτικό πεδίο, για να δυναμώσει η Κύπρος στην Ευρώπη και για διεκδίκηση ελευθερίας και σωστής, βιώσιμης λύσης του Κυπριακού.
– Ως νέος πολιτικός πώς λειτουργείτε στην εποχή απαξίωσης της πολιτικής και των πολιτικών και πως εισπράττετε όλη αυτή την τοξικότητα που βιώνουμε στην καθημερινότητά μας;
-Το πρώτο που κάνω είναι να προσπαθώ να κάνω τη δουλειά μου, ως βουλευτής, όσο πιο σωστά κι όσο πιο καλά γίνεται. Αυτό, άλλωστε, είναι το ελάχιστο που οφείλουμε να κάνουμε όλες και όλοι, εντός ή εκτός της πολιτικής. Να ενεργούμε με ευσυνειδησία, επαγγελματισμό, σοβαρότητα και αποτελεσματικότητα. Αυτό, ξέρετε, είναι και το πρώτο βήμα για να ανατρέψουμε την εικόνα απαξίωσης της πολιτικής και των πολιτικών. Η οποία απαξίωση προέκυψε δικαιολογημένα από το γεγονός ότι, στο παρελθόν, πολιτικά πρόσωπα τα οποία υπηρέτησαν σε θέσεις ευθύνης δεν ενεργούσαν όπως περιγράφω και έβλαψαν το δημόσιο συμφέρον, δηλαδή, τους πολίτες. Επομένως, η απαξίωση θα ανατραπεί και η πολιτική θα ανακτήσει το χαμένο κύρος της μόνο όταν με τις πράξεις μας και με το παράδειγμά μας, όλοι μαζί, αλλά και ο κάθε ένας και η κάθε μία χωριστά, αποδείξουμε ότι αξίζουμε το κύρος και την υπόσταση, που διεκδικούμε. Αυτά, που μόλις είπα, αφορούν την ανατροπή της απαξίωσης. Για την τοξικότητα, επιτρέψετε μου να πω πως δεν είμαι αισιόδοξος ότι μπορούν να γίνουν και πολλά, καθώς η τοξικότητα, για κάποιους, λίγους, εξελίχθηκε πλέον σε λόγο ύπαρξης και τρόπο ζωής. Και, δυστυχώς, στο σύγχρονο κόσμο με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τη ραγδαία εξάπλωση ψευδών ειδήσεων, δεν χρειάζονται και πολλοί για να σπείρουν τοξικότητα. Η μόνη αποτελεσματική και ρεαλιστική άμυνα της κοινωνίας είναι ακριβώς να μπορεί να εντοπίζει αυτή την τοξικότητα και να την απομονώνει.
-Προφανώς και δεν είναι μόνο ζήτημα ατομικό το πως μπορεί να γίνει η πολιτική «ελκυστική», να παράγει πολιτικές προτάσεις, να ανανεώνει το πολιτικό προσωπικό με αποτελεσματικούς ανθρώπους, να έχει ήθος και αρχές…
-Είναι και ατομικό. Χωρίς να παραγνωρίζω τη συλλογική ευθύνη, πρωτίστως των πολιτικών και πολιτειακών θεσμών και του πολίτικου προσωπικού συνολικά, ή ακόμα και της κοινωνίας ολόκληρης, επιμένω πως υπάρχει και η ατομική ευθύνη. Η ικανότητα και η δυνατότητα, δηλαδή, του κάθε ενός και της κάθε μίας, να κάνει τη διαφορά, να αποδείξει πράγματα μέσα από τις ατομικές του πράξεις και το προσωπικό του παράδειγμα. Ξέρετε, συχνά μάς ενοχλούν ισοπεδωτικές ή αφοριστικές φράσεις «φταίτε όλοι» ή «όλοι το ίδιο είστε», όμως, είναι στο χέρι μας να αποδείξουμε ότι δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από την προσωπική μας προσπάθεια, το προσωπικό μας παράδειγμα. Εάν το κάθε άτομο, που ασχολείται με την πολιτική, πειστεί για την προσωπική του ευθύνη έναντι όλων και ενεργεί σωστά τότε και το συλλογικό αποτέλεσμα θα είναι σωστό, θα είναι καλύτερο. Άρα, για να χρησιμοποιήσω όρους της ερώτησής σας θα πω πως είναι δικό μου καθήκον μου, ατομικό, να κάνω την πολιτική ελκυστική, να παράγω προτάσεις, να είμαι αποτελεσματικός και να πολιτεύομαι με ήθος και αρχές.
-Γιατί τα κόμματα αρνούνται ή φοβούνται να ασχοληθούν με ό,τι καταδικάζουν και αναθεματίζουν αλλά τα φορτώνουν στους άλλους;
-Δεν νομίζω εμείς, ως Δημοκρατικό Κόμμα τουλάχιστον, να επιχειρήσαμε να φορτώσουμε σε άλλους δικά μας λάθη ή δικές μας παθογένειες. Αντίθετα, θα έλεγα ότι η παρούσα ηγεσία του Κόμματος συγκρούστηκε στο παρελθόν με πρακτικές ή επιλογές που δεν ήταν ορθές και πλήρωσε και πολιτικό κόστος για αυτές τις συνειδητές συγκρούσεις. Εν πάση περιπτώσει, γεγονός παραμένει ότι η αυτοκριτική και, κυρίως, η αυτό-βελτίωση των κομμάτων είναι απολύτως αναγκαία προϋπόθεση για το συνεχή εκσυγχρονισμό τους. Σε αντίθετη περίπτωση, κόμματα χωρίς αυτοκριτική και χωρίς αυτό-βελτίωση θα οδηγηθούν στην απαξίωση και στην απομόνωση.
-Στην εποχή της εικόνας και των δήθεν μπορεί να «επιβιώσει» ένα γνήσιο πολιτικό όν που κουβαλά αρχές και αξίες;
-Ναι, μπορεί να επιβιώσει. Για την ακρίβεια, πρέπει να επιβιώσει. Και μάλιστα αξιοποιώντας και τη δύναμη της εικόνας, η οποία στις μέρες μας, με τη χρήση της τεχνολογίας και τις ταχύτητες της καθημερινότητας, έχει αποκτήσει τεράστια διεισδυτικότητα. Με άλλα λόγια, εάν ένα πολιτικό πρόσωπο έχει κάτι ουσιαστικό να παρουσιάσει τότε ας αξιοποιήσει και τη δύναμη της εικόνας για να το παρουσιάσει σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κοινό. Εάν δεν έχει κάτι ουσιαστικό να παρουσιάσει, όμως, η εικόνα από μόνη της δεν θα τον πάει μακριά… Αν μπορώ να το περικλείσω σε μία φράση: Η εικόνα με ουσία, σε προβάλλει. Η εικόνα χωρίς ουσία, σε εκθέτει.
-Μπορείτε να πείσετε ένα νέο να πάει στην κάλπη και να σας δώσει θετική ψήφο;
-Θα έλεγα πως το πετυχαίνω κιόλας, απλώς ομολογώ ότι κάτι τέτοιο γίνεται πλέον μόνο μέσω προσωπικής επαφής και εκτεταμένης συζήτησης… Είναι ενθαρρυντικό το επίπεδο αντίληψης και προβληματισμού των νέων ανθρώπων, όπως ενθαρρυντική είναι και η ιεράρχηση των θεμάτων, αλλά και οι ευαισθησίες και οι ανησυχίες που έχουν. Και αυτό δεν αφορά μόνο νέους ανθρώπους με τους οποίους συμφωνούμε στα βασικά ή που τελικά πείστηκαν για τις δικές μου απόψεις ή έστω προθέσεις, αλλά αφορά και τη μεγάλη πλειονότητα των νέων ανθρώπων με τους οποίους συζητώ. Η πρόκληση, ωστόσο, είναι ακριβώς το γεγονός ότι επιβάλλεται η προσωπική επαφή και η πρόσωπο με πρόσωπο συζήτηση. Η επικοινωνία μέσω των μέσων μαζικής επικοινωνίας ή ακόμα και μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, δεν αρκεί. Και αυτό, εκ των πραγμάτων, κάνει τα πράγματα πιο δύσκολα μεν, πολύ πιο ενδιαφέροντα δε.
-Από την κυπριακή πολιτική κονίστρα κατεβαίνετε στον ευρωπαϊκό στίβο. Επιλογή ή ανάγκη προς στήριξη του κόμματος και του προέδρου σας;
-Συνειδητή επιθυμία να δυναμώσουμε την Κύπρο στην Ευρώπη, συνειδητή επιλογή ευθύνης απέναντι στον κόσμο του Δημοκρατικού Κόμματος και έμπρακτη αποφασιστικότητα να σταθώ μπροστάρης σε μια τόσο κρίσιμη εκλογική μάχη του κόμματος, δίπλα στον Νικόλα Παπαδόπουλο. Καθώς συμπληρώνονται 20 χρόνια συμμετοχής της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση – η οποία φέρει τη σφραγίδα και του Δημοκρατικού Κόμματος, λόγω της Τελωνειακής Ένωσης επί Σπύρου Κυπριανού, το 1987,ένταξης, το 2004 και ένταξης στην Ευρωζώνη, το 2008, επί Τάσσου Παπαδόπουλου, το 2004 – το Δημοκρατικό Κόμμα, βρίσκεται μπροστά στη συνεχιζόμενη – για 50 χρόνια – τουρκική κατοχή, μπροστά στην ανάγκη για μια δημοκρατική, ισχυρή Ευρωπαϊκή Ένωση, με κοινή άμυνα και ασφάλεια, με ανθεκτική οικονομία και με κοινωνική συνοχή, απέναντι στα καθημερινά προβλήματα των ανθρώπων σε συνθήκες ακρίβειας, διεθνών κρίσεων, οικονομικών δυσκολιών και εργαλειοποιημένης μετανάστευσης, αλλά και υπό την απειλή της ακροδεξιάς και των νοσταλγών της ΕΟΚΑ Β’ και της Χούντας όπως είναι το ΕΛΑΜ. Μπροστά, λοιπόν, σε αυτές τις προκλήσεις και απέναντι σε αυτή την απειλή, στέκομαι μπροστά και δίνω τη μάχη με στόχο τη νίκη του Κόμματος και την εκλογή μου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ένα πολιτικό πεδίο, όπου μπορούμε να δυναμώσουμε την Κύπρο στην Ευρώπη και να εργαστούμε για διεκδίκηση ελευθερίας και σωστής, βιώσιμης λύσης του Κυπριακού, για προστασία της δημοκρατίας, από τους νοσταλγούς δικτατοριών και τους λαϊκιστές, για ενίσχυση της δικαιοσύνης, προς όφελος όλων των ανθρώπων, για μια καλύτερη Κύπρο, σε μια καλύτερη Ευρώπη.
-Ευρωεκλογές, μια αναμέτρηση με έντονο το στοιχείο της ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη, που ασφαλώς δεν αναχαιτίζεται ούτε με ευχολόγια ούτε με αναθέματα. Το ΔΗΚΟ μπορεί και πώς να κερδίσει τον αγώνα με το ΕΛΑΜ;
-Ο αγώνας κατά της ακροδεξιάς και των υμνητών της Χούντας και της ΕΟΚΑ Β’ δεν είναι μόνο αγώνας του Δημοκρατικού Κόμματος. Είναι αγώνας ολόκληρης της κυπριακής κοινωνίας. Και είναι οι επιλογές ολόκληρου του εκλογικού σώματος, που θα κρίνουν το τελικό αποτέλεσμα και την κατάταξη των κομμάτων. Σε ό,τι μάς αφορά, με τη σκληρή δουλειά που γίνεται καθημερινά, το Δημοκρατικό Κόμμα θα συσπειρώσει, τελικά, τους ψηφοφόρους του, με τον τρόπο που το πετυχαίνει πάντα, θα αναπληρώσει και θα υπερκαλύψει τις όποιες απώλειές και θα καταφέρει να κινηθεί στα ποσοστά των τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων.