Στρεβλώσεις στην αγορά καυσίμων δημιουργεί η διατήρηση του πλαφόν στο περιθώριο κέρδους των πρατηρίων, την ίδια ώρα που αυξάνεται η παραβατικότητα με τις ελλιπείς παραδόσεις στην αντλία να βαίνουν αυξητικά.
Αυτό επεσήμαναν χθες οι εκπρόσωποι του Συνδέσμου Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών (ΣΕΕΠΕ) λέγοντας ότι η συνέχιση του μέτρου ναρκοθετεί τον υγιή ανταγωνισμό, ότι είναι αναγκαία η κατάργησή του, αλλά και επιβεβλημένη η εφαρμογή ενός ολιστικού συστήματος παρακολούθησης της διακίνησης των καυσίμων σε όλα τα στάδια. Οπως ανέφεραν το πλαφόν υπό ειδικές συνθήκες μπορεί να προστατεύσει τους καταναλωτές, όταν όμως γίνεται μόνιμο μέτρο δημιουργεί στρεβλώσεις, αφαιρεί από την αγορά τον υγιή ανταγωνισμό και ευνοεί εκείνους που παραβατούν εις βάρος των νόμιμων επιχειρήσεων και των καταναλωτών.
Ζημιές
Για τις υψηλές τιμές των καυσίμων δεν φταίνε οι επιχειρήσεις αφού από την τελική τιμή στην αντλία το 50%-60% είναι ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης, 30%-35% η τιμή προμήθειας του καυσίμου. Τόνισαν μάλιστα ότι είναι μύθος πως οι επιχειρήσεις του κλάδου απολαμβάνουν μόνιμη κερδοφορία. Σύμφωνα με στοιχεία του ΙΟΒΕ, που επικαλέστηκε ο ΣΕΕΠΕ, o κλάδος στο διάστημα 2010-2016 σημείωνε διαρκώς ζημιές (καθαρά κέρδη έπειτα από φόρους χωρίς αεροπορικά καύσιμα και διεθνείς πωλήσεις), με μια διόρθωση έως το 2020 οπότε πέρασε ξανά ζημίες εξαιτίας της πανδημίας. Σήμερα, όπως ανέφεραν, οι ζημιές φτάνουν συνολικά τα 450 εκατ. ευρώ, γεγονός που αποτρέπει την είσοδο νέων επενδυτών στη συγκεκριμένη αγορά.
Από τα στοιχεία του ΙΟΒΕ προκύπτει ότι το μεικτό περιθώριο κέρδους των εταιρειών στην εσωτερική αγορά δεν διασφαλίζει τη βιωσιμότητά τους, καθώς από το 2016 συμπιέζεται σε επίπεδα χαμηλότερα του 5% (4,6% το 2017, 4% το 2018, 4,3% το 2019, 4,5% το 2020, 4,4% το 2021, 3% το 2022). Οπως μάλιστα είπε ο πρόεδρος του ΣΕΕΠΕ Γιώργος Αλιγιζάκης, η εφαρμογή του πλαφόν συμπιέζει ακόμα περισσότερο το ήδη χαμηλό μεικτό περιθώριο ενώ αγνοεί την αύξηση του πληθωρισμού (κατά περίπου 10 μονάδες την τελευταία διετία), την πολύ μεγάλη αύξηση του χρηματοοικονομικού κόστους, την αύξηση των μεταφορικών. Υπό τις σημερινές συνθήκες, δημιουργείται ένα ασφυκτικό πλαίσιο λειτουργίας για τις νόμιμες επιχειρήσεις, θέτοντας εν αμφιβόλω όχι μόνο τις μελλοντικές επενδύσεις τους, που είναι αναγκαίες για την πράσινη μετάβαση, αλλά και την ίδια τη βιωσιμότητά τους.
Λιγότερα πρατήρια
Είναι ενδεικτικό ότι από 8.500 πρατήρια το 2016 σήμερα ο αριθμός τους έχει μειωθεί στις 5.500 με ό,τι σημαίνει αυτό σε χαμένες θέσεις εργασίας. Παράλληλα ένας σημαντικός αριθμός βρίσκεται στα όρια της επιβίωσης με αβέβαιο μέλλον, καθώς έχουν να αντιμετωπίσουν και τον αθέμιτο ανταγωνισμό από τις παραβατικές επιχειρήσεις, οι οποίες λειτουργούν σχεδόν ανεξέλεγκτες. Από έρευνα που πραγματοποίησε το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και επικαλέστηκαν οι επιχειρήσεις εμπορίας, σχετικά με τις ελλειμματικές παραδόσεις στην Αττική, φαίνεται ότι υπάρχει σημαντικά αυξητική τάση σε σχέση με τα προηγούμενα έτη.
Ως μοναδική λύση για τον περιορισμό της παραβατικότητας που αποτελεί πληγή για τις επιχειρήσεις αλλά και τους καταναλωτές ζητούν την εφαρμογή ενός ολιστικού σύγχρονου συστήματος εισροών – εκροών για το οποίο έχουν από το 2022 υποβάλει προτάσεις.
Οι εκπρόσωποι της αγοράς προτείνουν επικαιροποίηση των τεχνικών προδιαγραφών όλων των συστημάτων για να μπορεί να υπάρξει διασύνδεση, πιστοποίηση του λογισμικού των πρατηρίων, ανάπτυξη πλατφόρμας συλλογής στοιχείων και διασταύρωσης, επέκταση των συστημάτων και σε άλλα σημεία όπου σήμερα δεν υπάρχουν όπως εργοτάξια, βιομηχανίες, ορυχεία, πρατήρια, ΚΤΕΛ, συνεταιρισμοί ταξί κ.λπ. Μέχρι σήμερα και παρά τις παρεμβάσεις που έχει κάνει, η πολιτεία δεν έχει κατορθώσει να θέσει σε λειτουργία ένα ολοκληρωμένο σύστημα ελέγχου, ωστόσο υπάρχουν διαβεβαιώσεις από τους αρμόδιους φορείς ότι θα είναι εφικτή η λειτουργία του συστήματος ελέγχου έως τις αρχές του 2025.