Αν και το 2023 ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών σημείωσε άνοδο 39,08%, οι ελληνικές μετοχές κέρδισαν 22 δισ. ευρώ και οι μέσες ημερήσιες συναλλαγές αυξήθηκαν στα 111 εκατ. ευρώ, σχεδόν 50% υψηλότερα από το 2022, ταπεριθώρια ανόδου της εγχώριας αγοράς το 2024, βάσει των τιμών-στόχων που δίνουν οι αναλυτές για τις μετοχές των μεγάλων εισηγμένων εταιρειών, δείχνουν να ξεπερνούν το 20%.
Κατά τη χρονιά που μόλις έχει ανατείλει εξάλλου, η δημόσια εγγραφή-ορόσημο του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών το πρώτο τρίμηνο του 2024 θα ενισχύσει το βάθος της ελληνικής κεφαλαιαγοράς, ενώ η μετάβαση του χρηματιστηρίου από τις αναδυόμενες στις ανεπτυγμένες αγορές, διαδικασία που αναμένεται να εκκινήσει το β’ εξάμηνο, η μείωση των τελών συναλλαγών, οι ενδεχόμενες αποκρατικοποιήσεις και η συνέχιση της αποεπένδυσης του ΤΧΣ από τις τράπεζες θα μπορούσαν να προσελκύσουν το επενδυτικό ενδιαφέρον.
Κορυφαία «επενδυτικά σπίτια» (Capital Group, Lazard Asset Management, RWC Wellington, BlackRock, Fidelity, Pictet, GQG Partners, Triton, Helikon Investments, GIC, Robeco, Norges, Discovery, Fiera Capital), που είχαν πουλήσει ή περιορίσει στο ελάχιστο τις θέσεις τους κατά την περίοδο της ελληνικής κρίσης επανατοποθετούνται εξάλλου σταδιακά αυξάνοντας τις θέσεις τους, «ποντάροντας» στο γεγονός ότι, ενώ η παγκόσμια οικονομία οδηγείται σε «ομαλή προσγείωση» με τις ισχυρές κεντρικές τράπεζες να μειώνουν τα επιτόκια από την ερχόμενη άνοιξη, η ανάπτυξη στην Ελλάδα θα συνεχίσει να υπεραποδίδει της ευρωζώνης τουλάχιστον ως το 2026, ενώ οι ροές των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης και των κοινοτικών πόρων βάζουν τέλος σε μια μακρά περίοδο αποεπένδυσης 13 ετών.
Μεταρρυθμίσεις
Παράλληλα, υπάρχει καθαρός πολιτικός ορίζοντας, ώστε η κυβέρνηση να συνεχίσει τη μεταρρυθμιστική της ατζέντα, ένας «σκληρός πυρήνας» εταιρειών που επιβίωσαν από τη χρεοκοπία της χώρας και τις συνεχείς κρίσεις διαθέτει πλέον ισχυρούς ισολογισμούς και ισχυρές προοπτικές ανάπτυξης και κερδοφορίας, ενώ μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για τη χώρα υπάρχει καθαρός ορίζοντας και για την επερχόμενη αναβάθμιση και του Χρηματιστηρίου στις ανεπτυγμένες αγορές, όπου τα κεφάλαια που δραστηριοποιούνται είναι σχεδόν 10 φορές περισσότερα.
Τον ερχόμενο Ιούνιο η MSCI και τον Σεπτέμβριο η FTSE Russel, που αποτελούν τους κύριους παρόχους δεικτών, αλλά και προηγουμένως τον ερχόμενο Απρίλιο ο Dow Jones, θα μπορούσαν να εντάξουν σε μια ενδιάμεση κατηγορία «υπό παρακολούθηση» το ΧΑ πριν από την τελική αναβάθμιση το 2025. Το κλίμα στην αγορά στηρίζουν και η κινητικότητα στο μέτωπο των επιχειρηματικών συμφωνιών (Υγεία, Κατασκευές, Ενέργεια κ.ά.), η επικείμενη διανομή μερισμάτων των συστημικών τραπεζών ύστερα από 15 χρόνια, η δημόσια εγγραφή και η εισαγωγή-ορόσημο του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών στο Χρηματιστήριο τον Φεβρουάριο, η διάθεση του 27% της Πειραιώς από τον ερχόμενο Μάρτιο και η διάθεση ποσοστού της Εθνικής (το ΤΧΣ ελέγχει ακόμη το 18,39% της τράπεζας) που θα μπορούσε να εξεταστεί ύστερα από 6 μήνες από το τέλος του πρόσφατου placement της τράπεζας όπως και οι νέες εκδόσεις εταιρικών ομολόγων και εισαγωγών (Autohellas, Intralot, Lamda Malls, Noval Properties).
Η τελική απόδοση των ελληνικών μετοχών το 2024 θα καθοριστεί και από το γεμάτο προκλήσεις διεθνές περιβάλλον, από τις γεωπολιτικές εντάσεις και τους πολέμους ως τον γεωοικονομικό κατακερματισμό και την κλιματική κρίση που θα μπορούσαν να αναζωπυρώσουν τις πληθωριστικές πιέσεις και το εύρος της αναμενόμενης νομισματικής χαλάρωσης, σε μια χρονιά εξάλλου που πάνω από 50 μεγάλες εκλογές αναμετρήσεις, συμπεριλαμβανομένων αυτών των ΗΠΑ, Ταϊβάν, Ινδίας, Μεξικού, Ρωσίας και πιθανώς της Βρετανίας, που αντιστοιχούν συνολικά στο 60% του παγκόσμιου ΑΕΠ και στο 80% της αξίας των παγκόσμιων κεφαλαιαγορών (παράλληλα με τις ευρωεκλογές) που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε νέες περιπέτειες τον κόσμο.